Στις 24 Ιουλίου ανοίγει τα χαρτιά του ο πρωθυπουργός
Στροφή του δημόσιου διαλόγου σε θέματα εκτός αυτού της αξιολόγησης -για την οποία άλλωστε εμφανίζεται υπέρ το δέον αισιόδοξη- προσπαθεί να επιτύχει η κυβέρνηση, επαναφέροντας στην ατζέντα το ζήτημα του εκλογικού νόμου και γενικότερα της συνταγματικής αναθεώρησης.
Σύμφωνα με πηγές του Μαξίμου, με την υπογραφή της συμφωνίας για το Ελληνικό, την μεταβίβαση του 5% του ΟΤΕ και το σχέδιο εργασίας της αρχής Πολιτικής Αεροπορίας για τις μεταρρυθμίσεις που θα πραγματοποιηθούν το φθινόπωρο, κλείνουν και οι τελευταίες εκκρεμότητες, ώστε να ολοκληρωθεί και τυπικά η αξιολόγηση.
Τα επόμενα βήματα της κυβέρνησης, ως προς τα ζητήματα της Οικονομίας, έχουν να κάνουν με τα νομοσχέδια που ετοιμάζονται για τα κίνητρα «επαναπατρισμού» των κεφαλαίων που έφυγαν στο εξωτερικό, την πάταξη του λαθρεμπορίου, το πλαστικό χρήμα κ.ά. Ως προς το ζήτημα της Πολιτικής, όμως, βασικό παραμένει το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου.
Πηγές του Μαξίμου δηλώνουν ότι για να ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση απαιτούνται δύο κοινοβουλευτικές θητείες, ενώ για τον εκλογικό νόμο η επιδίωξη είναι να έρθει όσο τον δυνατόν πιο γρήγορα, ώστε να μεσολαβεί ένα εύγλωττο διάστημα μέχρι τη διενέργεια των επόμενων εκλογών.
Επί του ζητήματος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα ανοίξει τα χαρτιά του στις 24 Ιουλίου, στην επέτειο αποκατάστασης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, στοχεύοντας ουσιαστικά σε ρηξικέλευθες αλλαγές [βλ. σχετικά: Στις 24 Ιουλίου η κυβερνητική πρόταση για συνταγματική αναθεώρηση]. Πληροφορίες θέλουν την ελληνική κυβέρνηση να κλίνει προς το ιταλικό μοντέλο και συγκεκριμένα:
– «Σπάσιμο» των μεγάλων περιφερειών (με στόχο καμία να μην έχει πάνω από 10 έδρες)
– Ψήφο στα 17
– Διατήρηση του ορίου του 3% για την είσοδο στη Βουλή
– Πριμοδότηση των συνασπισμών κομμάτων που θα δηλώνονται προεκλογικά, ενώ το μπόνους στο πρώτο κόμμα θα μειωθεί στις 30 ή 20 έδρες.
Εξάλλου το ιταλικό εκλογικό σύστημα που προκρίνει η κυβέρνηση επιβραβεύει τη δημιουργία εκλογικών συνασπισμών, αφού δίνει μπόνους στον συνασπισμό της πλειοψηφίας, είναι αναλογικό στις εκλογικές περιοχές και έχει κατώτατο πλαφόν εισόδου. Επίσης δεν υπάρχει σταυρός προτίμησης, αλλά λίστα υποψηφίων, ενώ δίνεται ψήφος στους ομογενείς που εκλέγουν σταθερά καθορισμένο αριθμό βουλευτών ανά ήπειρο.