«Εδώ και μήνες η Τουρκία του κ. Ερντογάν εκπέμπει έναν επιθετικό εκνευρισμό που δεν μπορούμε ούτε να τον αγνοήσουμε ούτε να τον υποτιμήσουμε ως γειτονική χώρα» και «η ελληνική κυβέρνηση δείχνει αμήχανη απέναντι σ’ αυτές τις εξελίξεις», δήλωσε ο νέος τομεάρχης της Νέας Δημοκρατίας, Γιώργος Κουμουτσάκος, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM».
Στην πρώτη του συνέντευξη με τη νέα του ιδιότητα, ο κ. Κουμουτσάκος εξέφρασε την έντονη ανησυχία της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την πορεία των εθνικών θεμάτων, τόνισε ότι «δεν μπορούμε ούτε να αγνοήσουμε ούτε να υποτιμήσουμε» τον επιθετικό αυτό εκνευρισμό της Άγκυρας και σημείωσε πως η κυβέρνηση δείχνει αμήχανη απέναντι σ’ αυτές τις εξελίξεις «κι αυτό φαίνεται από το πώς έχει χειριστεί την ενδεχόμενη, πιθανή, σχεδιαζόμενη, αναβληθείσα -ουδείς ξέρει- συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον κ. Ερντογάν».
«Ο κ. Ερντογάν αισθάνεται όσον αφορά την εσωτερική πολιτική σκηνή της Τουρκίας πανίσχυρος, όμως την ίδια ώρα φαίνεται ότι αισθάνεται ανήσυχος για τις εξελίξεις στα σύνορα του, εξελίξεις που και ο ίδιος αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να ελέγξει», τόνισε ο κ. Κουμουτσάκος και πρόσθεσε: «Ο συνδυασμός αυτός ισχύος από τη μία πλευρά και μιας ανασφάλειας από την άλλη είναι ένας συνδυασμός που οδηγεί σε απρόβλεπτες αντιδράσεις και συμπεριφορές».
Σχολίασε τις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάνης από την πλευρά του προέδρου της Τουρκίας, λέγοντας πως είναι «ιδιαίτερα προβληματικές αν όχι επικίνδυνες και γι’ αυτό απαράδεκτες», αλλά και τη «φρενίτιδα εξοπλισμών» από την πλευρά της Άγκυρας και την παραβατική συμπεριφορά της στο Αιγαίο, υπογραμμίζοντας πως όλο αυτό επιβάλλει εγρήγορση και προσεκτική σε βάθος ανάλυση και εκτίμηση της συμπεριφοράς της γειτονικής χώρας.
Ο τομεάρχης της Νέας Δημοκρατίας υπογράμμισε δε πως «τα σύννεφα στην εξωτερική πολιτική) είναι πολλά και από ανατολάς και από βόρεια, την ίδια ώρα που το Κυπριακό βρίσκεται σε μία εξαιρετικά λεπτή και κρίσιμη στιγμή του».
Σημείωσε, δε, την ανάγκη όλα αυτά να συζητηθούν στο πλαίσιο του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ), όπως έχει ζητήσει η Νέα Δημοκρατία, η οποία, όπως τόνισε, αδυνατεί να καταλάβει γιατί δεν προχωράει σ’ αυτό η κυβέρνηση, «ώστε οι πολιτικές δυνάμεις να συζητήσουν σε βάθος και χωρίς λογικές εντυπωσιασμών».
Για τις ευρωτουρκικές σχέσεις, ο κ. Κουμουτσάκος είπε -μεταξύ άλλων- πως «είναι σαν τον υδράργυρο: θερμαίνονται και ψύχονται εύκολα» και «σ’ αυτό έχει συμβάλλει και η ρητορεία του κ. Ερντογάν αλλά κυρίως οι ενέργειές του», ενώ για το ψήφισμα που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπέρ του παγώματος της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας σημείωσε ότι πρόκειται για ένα «πολύ ισχυρό μήνυμα, μια πολύ ισχυρή πολιτική ενέργεια».
Εκτίμησε πως η Αθήνα έχει λόγο να ανησυχεί για τα πιθανά παρεπόμενα από τυχόν επιδείνωση των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας ειδικά σε ό,τι αφορά τη συμφωνία για το προσφυγικό.
«Η κατάσταση της δημοκρατίας στην Τουρκία είναι δύσκολη και προβληματική, ταυτόχρονα ένα τέτοιο ψήφισμα έρχεται να προστεθεί σε μία βαριά ατμόσφαιρα δυσπιστίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας και η Αθήνα έχει κι έναν λόγο να ανησυχεί για τα πιθανά παρεπόμενα αυτής της χειροτέρευσης στην ατμόσφαιρα των ευρωτουρκικών σχέσεων ειδικά σε ό,τι αφορά τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κουμουτσάκος και εξήγησε: «Μία υπαναχώρηση από κύκλους της Τουρκίας όσον αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας θα μας βάλει σε δυσμενή δεδομένα σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του προσφυγικού- μεταναστευτικού».
«Εμένα μ’ ανησυχεί ο συνδυασμός από τη μία πλευρά του ανοίγματος της κάνουλας, που απειλεί η Τουρκία, με ένα κλείσιμο εσωστρέφειας και εθνικιστικής λογικής σε κράτη-μέλη της ΕΕ λόγω της ενίσχυσης της επιρροής δυνάμεων κλειστοφοβικών», σημείωσε ο κ. Κουμουτσάκος, επισημαίνοντας πως μέσα στο 2017 υπάρχει μία σειρά εκλογών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τυχόν «ενίσχυση μίας τυφλής λογικής του στενού εθνικού συμφέροντος μπορεί να μας οδηγήσει σ’ ένα αδιέξοδο».
Υπογράμμισε δε την ανάγκη «να μείνει ενωμένη η Ευρώπη», κάτι που «αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ» και «να συνεχίσει να λειτουργεί η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη».