«Στόχος και κεντρική πολιτική μας επιλογή είναι να διαμορφώσουμε το σχολείο που μας επιτρέπουν οι σαφείς ενδείξεις μιας έστω δειλής αναπτυξιακής πορείας, αφήνοντας πίσω μας το σχολείο της κρίσης» τόνισε ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου, κατά τη συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2017.
Έκανε λόγο για ολέθριες συνέπειες της κρίσης στην εκπαίδευση με ευθύνη των προηγούμενων κυβερνήσεων, ενώ τόνισε ότι για πρώτη φορά στα τελευταία πέντε χρόνια αυξήθηκαν τα κονδύλια για την παιδεία.
«Η αύξηση αυτή, αν και μικρή ποσοστιαία, μεταφράζεται σε 250.000.000 ευρώ, ποσό που θα ανακουφίσει τουλάχιστον κάποιες από τις επείγουσες ανάγκες της εκπαίδευσης» τόνισε και πρόσθεσε ότι για την υποστήριξη των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών έχουν εξασφαλιστεί από ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς άλλα 100.000.000 ευρώ ανά έτος, μέχρι το 2020.
«Εδώ και σχεδόν δύο χρόνια προσπαθούμε να ορθοποδήσουμε μια δημόσια εκπαίδευση, θεσμικά υπονομευμένη, υλικοτεχνικά ρημαγμένη και με ανθρώπινο δυναμικό που η ίδια η Πολιτεία είχε απαξιώσει» επισήμανε, ενώ χαρακτήρισε άθλο όσα έγιναν από την σημερινή κυβέρνηση, σημειώνοντας ωστόσο ότι μένουν πολλά ακόμα να γίνουν.
Ο κ. Γαβρόγλου προανήγγειλε επέκταση της λειτουργίας του ενιαίου τύπου ολοήμερου στα δημοτικά σχολεία, ώστε να συμπεριλάβει και τα μονοθέσια, τα διθέσια και τα τριθέσια δημοτικά σχολεία, καθιέρωση στα γυμνάσια του θεσμού της Θεματικής Εβδομάδας, την εκκίνηση πιλοτικού προγράμματος περιγραφικής αξιολόγησης, που σταδιακά θα επεκταθεί σε όλα τα σχολεία το 2018-2019, ενώ οι αλλαγές στο λύκειο θα βασίζονται στο τετράπτυχο αναβάθμιση τελευταίων τάξεων του Λυκείου, αξιόπιστο Εθνικό Απολυτήριο, κατάργηση Πανελληνίων και αναμόρφωση των πρώτων ετών των ΑΕΙ.
Τέλος, για την ανώτατη εκπαίδευση, ο υπουργός Παιδείας τόνισε ότι «ο μεγάλος στόχος εδώ είναι η διατήρηση και ενίσχυση της αυτονομίας των Πανεπιστημίων και η απρόσκοπτη στήριξη της ερευνητικής και εκπαιδευτικής τους δράσης».
Κλείνοντας, ο κ. Γαβρόγλου επεσήμανε, ότι «η μεγάλη πρόκληση για το υπουργείο Παιδείας είναι να θωρακίσει τόσο τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, όσο και τους νέους και τις νέες της χώρας, τους μαθητές και τις μαθήτριες, τις φοιτήτριες και τους φοιτητές».