Στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο Βερολίνο
Παρότι η Παρασκευή ήταν μια ηλιόλουστη μέρα στο Βερολίνο, ο έλληνας πρωθυπουργός έδινε την εντύπωση ότι αισθάνεται άβολα όχι λόγω καιρού αλλά μάλλον επειδή η συνάντηση με την κ. Μέρκελ δεν ήταν και τόσο αποδοτική.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, όλους διόλου διαφορετική η κατάσταση το Σάββατο, μια ημέρα ψυχρή, υγρή και συννεφιασμένη. Παρατηρητές έβλεπαν στη γερμανική πρωτεύουσα έναν κεφάτο Αλέξη Τσίπρα. Αιτία ήταν η θερμή υποδοχή που του επιφύλαξαν οι 380 σύνεδροι του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Ο κ. Τσίπρας ήταν αντιπρόεδρος του, ήταν επικεφαλής του στις ευρωεκλογές του 2014 και τώρα είναι ο πρώτος αριστερός πρωθυπουργός της ΕΕ. Η ομιλία του στο συνέδριο ήταν σαφώς το κορυφαίο γεγονός των τριήμερων εργασιών. Αλλά είναι ζήτημα αν ο Αλέξης Τσίπρας εκφράζει πλέον όλο το φάσμα των αριστερών δυνάμεων αυτού του συνασπισμού 25 κομμάτων.
Ο Σύριζα δεν είναι πλέον όπως στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα υπόλοιπα κόμματα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς αντιπολιτευτική δύναμη αλλά κυβερνητικό κόμμα. Και από αυτή τη σκοπιά μίλησε ο Αλέξης Τσίπρας. Το ζητούμενο στην ομιλία του ήταν να αναδείξει την αναγκαιότητα τα αριστερά κόμματα να μην μένουν στο περιθώριο, αλλά να είναι έτοιμα να αναλάβουν κυβερνητική ευθύνη, και εν ανάγκη να παίρνουν αποφάσεις που ενδεχομένως έρχονται σε αντίθεση με θέσεις που υποστήριζαν στο παρελθόν. «Η Αριστερά είναι μια πολιτική δύναμη που δίνει δυνατές μάχες και δεν κάνει πίσω», επισήμανε ο κ. Τσίπρας στους σύνεδρους. Υπερασπίζοντας την απόφαση της κυβέρνησης του να υπογράψει και νέο μνημόνιο το καλοκαίρι του 2015, πράγμα που προκάλεσε στις γραμμές της Ευρωπαϊκής Αριστεράς τουλάχιστον ερωτηματικά, ο κ. Τσίπρα τόνισε ότι «δεν αποτελεί επιλογή για την Αριστερά να γίνει ένας δραπέτης της ιστορίας.» Τη στάση αυτή την εκτίμησε ο ελληνικός λαός, υποστήριξε ο πρόεδρος του Σύριζα, και για αυτό το λόγο τον ψήφισαν ξανά στην κυβέρνηση το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου.
Στη συνέχεια ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα και στις προσπάθειες που καταβάλει η κυβέρνηση του η οποία όπως υποστήριξε «παλεύει να τελειώσει με τη λιτότητα και την αδικία των μνημονίων και της ύφεσης.» Για την ελληνική αριστερή κυβέρνηση είναι αυτονόητο ότι η οικονομική ανάπτυξη συνδέεται στενά με την «δίκαιη αναδιανομή του πλούτου». Πρέπει, τόνισε ο κ. Τσίπρας, «να παλέψουμε για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο.» Ένα άλλο επιχείρημα που ανέδειξε για να τεκμηριώσει την αναγκαιότητα μιας αριστερής συμμετοχής στην κυβέρνηση ήταν η άνοδος των λαϊκίστικων ξενοφοβικών δυνάμεων και η ανάγκη να τεθεί φραγμός σε αυτή την εξέλιξη. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά θα «πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία εναλλακτικής απέναντι στον εθνικισμό κα στην άκρα δεξιά» και να εξαντλήσει «όλες τις μορφές συνεργασίας ενάντια στις νεοφιλελεύθερες δυνάμεις.» Χωρίς περιστροφές ο κ. Τσίπρας ανέδειξε ως τον ιδανικό σύμμαχο της Αριστεράς τη Σοσιαλδημοκρατία: «Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία θα πρέπει να δει και να αναλάβει την ιστορική της ευθύνη και να θέσει τέρμα στη νεοφιλελεύθερη συναίνεση. Χρειαζόμαστε τη συμμετοχή όλων των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων.»
Αυτή την προοπτική αναδεικνύει άλλωστε και το σύνθημα του συνεδρίου «Οικοδομούμε Συμμαχίες – Για μια Ευρώπη της Αλληλεγγύης». Σε μια πρώτη ανάγνωση πιθανώς όλα τα κόμματα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς να συμφωνούν με αυτή τη διατύπωση. Τα πράγματα όμως είναι διαφορετικά όταν τίθεται το ζήτημα τόσο συγκεκριμένα όπως το έθεσε ο κ. Τσίπρας. Υπάρχουν δυνάμεις που θέλουν τη συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία και άλλες που όχι μόνον την απορρίπτουν αλλά και που εκφράζονται υπέρ της εξόδου της χώρας τους από την ευρωζώνη και ορισμένες ακόμα και από την ΕΕ. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά και από την κατάσταση στο ίδιο του κόμμα ο νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο γερμανός Γκρέγκορ Γκύζι. Ένας από αυτούς που απορρίπτουν την αναγκαιότητας της ευρωζώνης είναι η συνπρόεδρος της ΚΟ του κόμματος Σάρα Βάγκενκνεχτ. Ερωτηθείς από την Deutsche Welle ο κ. Γκύζι για τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύει να προωθήσει την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα απάντησε ότι θα επιδιώξει να διεξαχθεί «μια μεγαλύτερη συζήτηση για τις σχέσεις με τη σοσιαλδημοκρατία. Θα πρέπει να σταθούμε κριτικά απέναντι της αλλά θα πρέπει να δούμε και τις ευκαιρίες για το πως θα την επηρεάσουμε, και, γιατί όχι, να ασκήσουμε πιέσεις έτσι ώστε να υπερασπίζεται περισσότερο απ’ ότι το πράττει τα κοινωνικά ζητήματα.»
Πέρα από τα ζητήματα στρατηγικής και συμμαχιών που απασχόλησαν το συνέδριο, μεγάλο ρόλο έπαιξε το ελληνικό πρόβλημα. Δεν υπήρξε σχεδόν καμία ομιλία σύνεδρου χωρίς αναφορά στην Ελλάδα. Ενδεικτική για το πνεύμα των παρεμβάσεων είναι η ομιλία του συνπρόεδρου του κόμματος «Η Αριστερά» Μπερντ Ρίξινγκερ κατά την έναρξη του συνεδρίου την Παρασκευή. Χαρακτήρισε «κυνική και περιφρονητική προς τον άνθρωπο» την παρέμβαση Σόιμπλε ενάντια στα μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης για τους χαμηλοσυνταξιούχους και επέμενε ότι ήταν «αποκρουστικό το πως αναμειγνύεται». Το ζητούμενο αυτό το διάστημα για την Ευρωπαϊκή Αριστερά είναι σύμφωνα με τον Γκρέγκορ Γκύζι, να δώσει σε όλους στην ΕΕ να καταλάβουν ότι θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες ώστε να λυθούν προβλήματα όπως αυτό του ελληνικού χρέους. Ο κ. Γκύζι προς τη Deutsch Welle: «Αυτό το διάστημα αντιμετωπίζουμε μια σειρά σοβαρών κρίσεων – κρίση στο προσφυγικό, κρίση στην Τουρκία και ούτω καθεξής. Και αυτό που σε κάθε περίπτωση είναι περιττό θα ήταν μια κρίση στην Ελλάδα και μια κρίση στην Κύπρο.»