Αν ήξεραν οι υπηρεσίες για τους «οκτώ» δεν θα άφηναν να περάσει το ελικόπτερο
«Το παιχνίδι που έγινε στο Φαρμακονήσι δεν είναι παιχνίδι, παρά μόνο σε εισαγωγικά», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, αναφερόμενος στο επεισόδιο με την εκτέλεση βολών από τουρκική ακταιωρό σε θαλάσσια περιοχή σε ελληνικά χωρικά ύδατα την περασμένη Παρασκευή.
Μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, πρόσθεσε ότι επρόκειτο για μία σοβαρή παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, συμπληρώνοντας ότι «πρέπει να ξέρουν ότι δεν θα είμαστε πάντοτε ανεκτικοί και η απάντησή μας δεν θα είναι μόνο αυτή που δώσαμε, θα είναι πολύ πιο σκληρή».
Ο κ. Κοτζιάς χαρακτήρισε εκ νέου την Τουρκία «νευρική δύναμη», εκτιμώντας ότι «κάποιοι στην Τουρκία νομίζουν ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελούσε μία Συρία ή ένα Ιράκ». Τόνισε επίσης ότι η Αθήνα έχει προειδοποιήσει την Άγκυρα για τις «κόκκινες γραμμές» και, ερωτηθείς σχετικά, σημείωσε ότι στο Φαρμακονήσι, η Τουρκία κόντεψε να πατήσει αυτήν την «κόκκινη γραμμή».
«Κάνει και ένα λάθος η Τουρκία, νομίζει επειδή έχουμε την οικονομική κρίση, ότι είμαστε αδύναμοι όσον αφορά την προστασία της ασφάλειας της χώρας».
Για τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στη νευρικότητα της Τουρκίας, ο κ. Κοτζιάς σημείωσε ότι η Αθήνα έχει κάνει συνεννοήσεις με όλες τις ισχυρές δυνάμεις στον πλανήτη, έχει ενημερώσει όλους τους διεθνείς οργανισμούς και έχει κάνει και τα απαραίτητα διαβήματα απέναντι στην Τουρκία, για τις παραβιάσεις των χωρικών υδάτων και τη γενικότητα συμπεριφορά της γείτονος.
«Το διεθνές περιβάλλον και ο διεθνής νόμος είναι υπέρ των συμφερόντων μας, είναι εργαλεία που δεν θα τα εγκαταλείψουμε. Αλλά θέλω να το ξαναπώ, δεν είναι τα μόνα εργαλεία που διαθέτουμε. Δεν είμαστε ούτε Συρία κατεστραμμένη, ούτε Ιράκ αποδιοργανωμένο», σημείωσε ο κ. Κοτζιάς.
«Κάνει και ένα λάθος η Τουρκία, νομίζει επειδή έχουμε την οικονομική κρίση, ότι είμαστε αδύναμοι όσον αφορά την προστασία της ασφάλειας της χώρας. Κάνουν μεγάλο λάθος. Επειδή έχουμε οικονομικά προβλήματα, η φροντίδα μας για την ασφάλεια της χώρας και της κυριαρχίας μας είναι μεγαλύτερη από ό,τι στο παρελθόν» , συνέχισε ο υπουργός Εξωτερικών.
Για την πιθανότητα επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο, τόνισε ότι «αν ήταν να επιλέξω ανάμεσα σε δικαστήριο και σε πόλεμο, θα επέλεγα το δικαστήριο. Αν ήταν να επιλέξω ανάμεσα στο δικαστήριο και μια διμερή, ουσιαστική, πραγματική συμφωνία και διαδικασία συμφωνίας, θα επέλεγα το δεύτερο. Και προς το παρόν είμαστε σε αυτό το δεύτερο. Με τις δυσκολίες που έχει λόγω της κατάστασης της Τουρκίας».
«Εγώ δεν βλέπω άλλο δρόμο που μπορούμε να λύσουμε τις διαφορές μας, από τη διπλωματία και από το Δίκαιο, και κατά προέκταση, και εάν χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα νομικά πλαίσια που υπάρχουν στη διεθνή κοινωνία», συνέχισε ο κ. Κοτζιάς.
Να μείνει ζωντανή η διαδικασία στο Κυπριακό
Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, στάθηκε στην ανάγκη να μείνει ζωντανή η διαδικασία. «Γι’ αυτό συμφώνησα και για μία δεύτερη διεθνή διάσκεψη «Γενεύη ΙΙ», που πρότειναν οι δύο συνομιλητές στην Κύπρο, δηλαδή ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Ανταστασιάδης και ο Μουσταφά Ακιντζί, εκπρόσωπος της τουρκοκυπριακής κοινότητας, παρ’ όλο που πιστεύω ότι μέχρι να γίνει το Δημοψήφισμα, θα είναι δύσκολο για την Τουρκία να καταλήξει εάν θέλει να κάνει συμβιβασμό ή όχι».
Επέμεινε δε ότι το ζήτημα της παρουσίας κατοχικών στρατευμάτων και του συστήματος των εγγυήσεων είναι για την Τουρκία το πιο αδύναμο της σημείο για την Κύπρο, ενώ κάλεσε την Άγκυρα να κάνει έναν ουσιαστικό, πραγματικό συμβιβασμό και παραχωρήσεις, για να μην «σπάσει» η διαπραγμάτευση.
Κατηγόρησε επίσης την Άγκυρα ότι άνοιξε ξαφνικά ένα καινούριο ζήτημα, τις τέσσερις ελευθερίες για τους Τούρκους. «Αυτό το θέμα δεν το είχαν ξαναβάλει ποτέ με αυτήν τη διατύπωση. Γιατί το έβαλαν; Με την ελπίδα ότι είτε ο κ. Αναστασιάδης θα αναγκαστεί να μην το δεχθεί και να σπάσει η διαπραγμάτευση σε αυτό το σημείο, άρα να μην σπάσει εκεί που φοβούνται και που είναι πολύ αδύναμη η επιχειρηματολογία, στις εγγυήσεις και την ασφάλεια, είτε να γίνει αποδεκτό και να μας βάλει Κύπριους και Ελλάδα να τσακωνόμαστε με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που η κ. Μέρκελ είναι γνωστό ότι δεν μπορεί να το δεχθεί αυτό το θέμα».
Για τον κίνδυνο κατάρρευσης της συμφωνίας Τουρκίας – Ε.Ε. για το προσφυγικό, κάλεσε την Ευρώπη να υπενθυμίζει πιο συχνά την οικονομική εξάρτηση της Άγκυρας.
Αναφορικά με τις δηλώσεις του υπουργού Άμυνας Πάνου Καμμένου και την ένταση που προκλήθηκε με τους Τούρκους αξιωματούχους, αποτίμησε θετικά το γεγονός πως «η ελληνική πλευρά και ο Έλληνας υπουργός Άμυνας δεν απάντησε σε αυτές τις προσωπικές επιθέσεις που του έγιναν από τη σκοπιά της Τουρκίας. Γιατί πρέπει να καταλάβουν οι Τούρκοι παράγοντες ότι οι προσωπικές επιθέσεις και η προσπάθεια υποτίμησης ενός υπουργού της κυβέρνησης της άλλης πλευράς, μόνο στα σοβαρά δεν μπορεί να τα λάβει κανείς, παρά περισσότερο ως εκτόνωση θα τα διαβάσει και η ίδια κοινή τους γνώμη. Δεν μιλάνε με αυτόν τον τρόπο στις Διεθνείς Σχέσεις με τον οποίο μιλάνε οι Τούρκοι για τον Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας. Και καλά έκανε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας και δεν τους απάντησε. Θέλω να το καταγράψουμε στα πολύ θετικά της προηγούμενης εβδομάδας».
Ερωτηθείς για ποιον λόγο οι ελληνικές αρχές επέτρεψαν στο ελικόπτερο με τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς να φθάσει σε ελληνικό έδαφος, είπε ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες «αν ήξεραν τι είχε μέσα το ελικόπτερο και ποια θα ήταν η συνέχεια δεν θα το άφηναν να περάσει. Αλλά φαντάζομαι ότι αιφνιδιάστηκαν από το ότι κατέβηκε ένα ελικόπτερο στην ελληνική γη και είχε μέσα τους οκτώ αξιωματικούς, οι οποίοι θεωρούν τον εαυτό τους διωκόμενο από την τουρκική πολιτεία κι έτσι έκριναν και τα ελληνικά δικαστήρια, ενώ η τουρκική πολιτεία λέει ότι είναι εμπλεκόμενοι στο ίδιο το πραξικόπημα».
«Εμείς να είμαστε σαφείς, έχουμε δύο αρχές: Πολιτικά καταγγέλλουμε κάθε είδους πραξικόπημα και θα ήμασταν και η τελευταία χώρα και ιδιαίτερα η ελληνική Αριστερά που θα μπορούσε να αποδεχθεί ή να ανεχθεί ένα στρατιωτικό πραξικόπημα. Από την άλλη, το ποιος είναι πραξικοπηματίας ή όχι και αν έχει και θα έχει δίκαιη δίκη στην Τουρκία ή όχι και έχει καταφύγει στην Ελλάδα, το κρίνουν τα ελληνικά δικαστήρια. Η πολιτική καταδίκη του πραξικοπήματος δεν συνεπάγεται ότι κάθε Τούρκος πολίτης που κατηγορείται από την Άγκυρα ως πραξικοπηματίας κρίνεται ως τέτοιος από τα ελληνικά δικαστήρια. Είναι δύο διαφορετικές εξουσίες, η πολιτική και η δικαιοσύνη και ελπίζω κάποια στιγμή να γίνει περισσότερο και καλύτερα αντιληπτό από την άλλη πλευρά», εξήγησε ο ΥΠΕΞ.
Για την πίεση της Τουρκίας στην Ελλάδα να εκδώσει τους οκτώ αξιωματικούς, διευκρίνισε ότι «οι Τούρκοι -όπως δικαιούται κάθε πλευρά που κατηγορεί την άλλη-, χρησιμοποιούν και αξιοποιούν όλα τα νομικά μέσα προκειμένου να συνεχίσει η κρίση γύρω από αυτούς τους ανθρώπους. Και νομίζω η ελληνική δικαιοσύνη ό,τι νέο στοιχείο της δώσει η τουρκική πλευρά, θα το λάβει υπ’ όψιν της και θα κρίνει ανάλογα».