«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας που να ξέρει τι θα γίνει στο αυριανό Eurogroup της Μάλτας, εκτός από τον πρωθυπουργό» σημείωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ η τομεάρχης Οικονομικών της ΝΔ, Ντόρα Μπακογιάννη, και πρόσθεσε: «Αυτό που παρακολουθούμε με πολύ μεγάλη αγωνία είναι το κόστος αυτής της καθυστέρησης, το οποίο -όπως αναφέρθηκε σε ένα συνέδριο που έγινε από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής- είναι το λιγότερο 2,7 δισ, όταν από το κόψιμο των συντάξεων προσδοκά η κυβέρνηση να εισπράξει 1,2 δισ. και από τη μείωση του αφορολογήτου 1,8 δισ… Είναι τρελά πράγματα αυτά που ζούμε».
Η κ. Μπακογιάννη εκτίμησε ότι δεν θα επιτευχθεί ο στόχος για ανάπτυξη 2,7%, όταν «καθημερινά χάνονται θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις κλείνουν ή “μεταναστεύουν” στη Βουλγαρία». Συμπλήρωσε: «Εγώ έχω σηκώσει τα χέρια ψηλά». Ερωτηθείσα αν η χώρα είναι μπροστά σε συνθήκες ανάλογες μ΄ εκείνες του καλοκαιριού του 2015, απάντησε: «Δεν το πιστεύω γιατί ούτε η χώρα βρίσκεται στην ίδια κατάσταση αλλά ούτε και η Ευρώπη (…). Αυτό που μπορεί να γίνει είναι να βρεθούμε μέσα σε ένα μνημόνιο χωρίς λεφτά και η κυβέρνηση πάει τρέχοντας σε αυτή την κατάσταση». Πρόσθεσε δε, ότι «η κυβέρνηση Τσίπρα- Καμμένου θα καταφέρει το αδιανόητο να έχει μνημόνιο, χωρίς να έχει χρήματα από αυτό».
Η τομεάρχης Οικονομικών της ΝΔ είπε ακόμη ότι το φορολογικό και το συνταξιοδοτικό θα είχαν κλείσει πέρσι εάν είχε κλείσει και η αξιολόγηση πέρσι.
«Η κυβέρνηση έχει κάνει στάση πληρωμών, χρωστάει 4,5 δισ. τα οποία αφαιρούνται από την πραγματική οικονομία, δεν την ενδιαφέρει την κυβέρνηση εάν κλείνουν επιχειρήσεις, δεν την ενδιαφέρει εάν χάνονται θέσεις εργασίας» υποστήριξε η κ. Μπακογιάννη και αναρωτήθηκε: «Μας λέει το μεσημέρι ο κ. Τσίπρας ότι θα καλέσει έκτακτη Σύνοδο Κορυφής και το βράδυ να μας λέει ότι δεν θα χρειαστεί (…) Ποιος πληρώνει το μάρμαρο τελικώς;».
«Ο κ. Τσίπρας είχε μια τρομακτική ευκαιρία, όταν η ΝΔ τον στήριξε, την Ελλάδα δηλαδή, να μείνει στο ευρώ. Είχε δυνατότητα μετά τις εκλογές τού Σεπτεμβρίου να κάνει κάτι ευρύτερο, αλλά επέλεξε τον κ. Καμμένο( ..). Από εκεί και πέρα έφερε όλη τη δημοκρατική αντιπολίτευση απέναντι με μια λογική ακραία διχαστική» είπε η κ. Μπακογιάννη.
Έκανε λόγο για «εσωτερικό ρήγμα μεταξύ νέου και παλιού ΣΥΡΙΖΑ», δηλαδή -όπως εξήγησε- μεταξύ εκείνων που βλέπουν τα μονοψήφια νούμερα και την καταστροφή κι εκείνων που βλέπουν τις καρέκλες τους. Πρόσθεσε ότι αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να το λύσει η αντιπολίτευση, μόνο ο λαός που θα δώσει εντολή σε μια άλλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που θα βάλει την οικονομία μπροστά. Εξαπέλυσε, δε, επίθεση στην κυβέρνηση για την οικονομική της πολιτική και για τη ΔΕΗ, της οποίας -όπως σημείωσε- η χρηματιστηριακή αξία έχει εξανεμιστεί, «από 12 ευρώ η μετοχή σε 2,7 ευρώ σήμερα», «για να κάνουν πάρτι τα ιδιωτικά συμφέροντα».
Για τις εκλογές είπε ότι «στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, ο λαός θα διαλέξει μεταξύ σοβαρού και ανεύθυνου, ο λαός θα διαλέξει εάν θα πάμε μπροστά ή αν θα πάμε προς τα πίσω».
Για τις επαφές του Κ. Μητσοτάκη με τους πολιτικούς αρχηγούς και το σχόλιο του κυβερνητικού εκπροσώπου Δ. Τζανακόπουλου για συμπόρευση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, η κ. Μπακογιάννη σχολίασε: «Ο κ. Τζανακόπουλος είναι στη χειρότερη θέση που μπορεί να είναι κάποιος. Όταν, δε, δεν το καταλαβαίνει κιόλας, έχει την έπαρση του καινούργιου, συνδυάζει και την άγνοια και την έπαρση… κακό πράγμα αυτό για την πολιτική, ξέρετε. Αυτή τη στιγμή ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί είναι κοινή διαπίστωση όλων των κομμάτων και δεν χρειάζεται και πολύ ευφυΐα να καταλάβεις (…) Το άλλοθι της άγνοιας το είχε μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ που έλεγε θα σκίσει τα μνημόνια μέρα μεσημέρι».
Οι μόνοι που δεν θέλουν να ακούσουν το παραμικρό (ιδέα-πρόταση) για την καλυτέρευση της ζωής των Ελλήνων πολιτών, είναι η κυβέρνηση που μας κυβερνά, είπε καταλήγοντας η κ. Μπακογιάννη.