«Δεν μπορούσαμε να κλείσουμε την διαπραγμάτευση δεχόμενοι τις παράλογες απαιτήσεις του ΔΝΤ»
Παρά την απαίτηση του ΔΝΤ για λήψη επιπλέον μέτρων λιτότητας ύψους 4,5 δισ. ευρώ [βλ. σχετικά: Θέμα τραπεζών και «κόκκινων» δανείων θέτει το ΔΝΤ], η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε μια συμφωνία μηδενικού δημοσιονομικού αποτελέσματος για την περίοδο 2019 και 2020.
Αυτό τονίζει η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα RealNews, αναφερόμενη στις διαπραγματεύσεις για το κλείσιμο της β΄ αξιολόγησης.
Υπογραμμίζει δε ότι στη συμφωνία θα υπάρχουν παράλληλα και θετικά μέτρα. Όπως αναφέρει, με βάση τον σχεδιασμό της κυβέρνησης άνω το 40% των συνταξιούχων θα έχει μηδενική συμμετοχή στην φαρμακευτική δαπάνη, ενώ για ένα μεγάλο ποσοστό η συμμετοχή θα μειωθεί στο μισό.
«Παράλληλα», συνεχίζει, «θα νομοθετήσουμε ένα εκτεταμένο στεγαστικό πρόγραμμα, στη βάση του οποίου τα μισά περίπου νοικοκυριά που σήμερα βρίσκονται σε ενοίκιο θα επιδοτηθούν κατά μέσο όρο με 1.000 ευρώ ετησίως. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η αύξηση του οικογενειακού επιδόματος, η δωρεάν πρόσβαση σε βρεφονηπιακούς σταθμούς για το ένα τρίτο των παιδιών προσχολικής ηλικίας της χώρας, αλλά και η δημιουργία περισσότερων από 30.000 θέσεων εργασίας στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα», προσθέτει.
Κατά την κ. Αχτσιόγλου, «πρόκειται για μέτρα που θα υποστηρίξουν σημαντικά τη μέση οικογένεια καθώς και τους νέους ανθρώπους, ενώ θα ελαχιστοποιήσουν την επιβάρυνση των συνταξιούχων το 2019».
Όσον αφορά τα εργασιακά, η υπουργός επισημαίνει ότι όλα τα προγράμματα λιτότητας που εφαρμόστηκαν έθεταν ως βασικό στόχο την εσωτερική υποτίμηση, την απορρύθμιση της εργασίας, την κατάργηση των εργασιακών δικαιωμάτων, την απόλυτη αυθαιρεσία στους χώρους δουλειάς. Υπενθυμίζει ότι οι δανειστές και κυρίως το ΔΝΤ προσήλθαν στη διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης ζητώντας περαιτέρω απορρύθμιση, όπως ο διπλασιασμός του ορίου των ομαδικών απολύσεων και η θέσπιση της εργοδοτικής ανταπεργίας, ενώ «το ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων δεν δέχονταν καν να τεθεί στη συζήτηση».
«Με αυτά τα δεδομένα, η συμφωνία για τα εργασιακά βάζει φρένο στις παράλογες απαιτήσεις για περαιτέρω απορρύθμιση της εργασίας και προετοιμάζει το έδαφος για την επαναφορά σε θεσμική κανονικότητα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, δεν θα αυξηθεί το όριο των ομαδικών απολύσεων. Αυτό δεν ήταν δεδομένο. Δεν θα θεσμοθετηθεί η ανταπεργία. Ούτε αυτό ήταν δεδομένο», τονίζει και συμπληρώνει: «Με τη λήξη του προγράμματος θα επανισχύσουν οι βασικές αρχές της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των κλαδικών ΣΣΕ. Ούτε αυτά ήταν δεδομένα».
Επιπλέον, η κ. Αχτσιόγλου επικρίνει τη Νέα Δημοκρατία, «που ζητούσε να κλείσει η αξιολόγηση όπως – όπως, με το να δεχτούμε όλες τις παράλογες απαιτήσεις του ΔΝΤ και άλλα τόσα» και τονίζει, μεταξύ άλλων:
«Την περίοδο 2013-2014 η ελαστική απασχόληση εκτινάχθηκε από το 34% στο 55%. Σήμερα βρίσκεται στο 50%. Ποιος λοιπόν απορρύθμισε την αγορά εργασίας; Η ανεργία, όταν κατέρρευσε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, είχε εκτοξευθεί στο 26%. Σήμερα βρίσκεται στο 23%. Με ποια κυβέρνηση αποκλιμακώνεται η ανεργία; Είναι ή όχι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που καθιέρωσε τη δωρεάν πρόσβαση στην υγεία για 2,5 εκατ. ανασφάλιστους, τις δωρεάν μετακινήσεις ανέργων, το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης για 500.000 συμπολίτες μας, που βοηθά 32.000 δικαιούχους εργατικών κατοικιών να γίνουν επιτέλους ιδιοκτήτες των σπιτιών τους;».