«Η διαπραγμάτευση θα κλείσει, αλλά πρέπει να κατανοήσουμε ότι πρέπει να απαλλαγούμε από όλη αυτή τη διαδικασία αυτού του διαχειριστικού οίστρου που έχει οδηγήσει την Ελλάδα, εδώ που την έχει οδηγήσει» τονίζει σε σημερινή συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στη Βιέννη, ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Δημήτρης Μάρδας, ο οποίος συμμετέχει στο Διεθνές Συμπόσιο για την ελληνική κρίση που διοργανώνει στην αυστριακή πρωτεύουσα το πανεπιστήμιο Webster.
«Δεν έχουμε τα αποτελέσματα σαφώς τα οποία θέλουμε, προσπαθούμε να αντισταθμίσουμε μέρος των αρνητικών αποτελεσμάτων με τη βοήθεια μίας σειράς από αντίμετρα, αλλά το ζητούμενο από εδώ και πέρα, για να απαλλαγούμε από αυτή τη σπείρα του θανάτου, όπως τη λέμε διαχειριστική σπείρα του θανάτου, είναι να δούμε πώς θα μπορέσουμε να σηκώσουμε την ελληνική οικονομία», προσθέτει ο πρώην αναπληρωτής υπουργός.
Κατά την άποψή του, «εδώ χρειάζονται να γίνουν κάποιες κινήσεις γρήγορα, στρεβλώσεις που έχουν σχέση με οικονομικές ρυθμίσεις να παρακαμφθούν ταχύτατα και στο πλαίσιο μίας άλλης δυναμικής, η οποία πρέπει να αναπτυχθεί με πολύ υψηλές ταχύτητες, πρωτόγνωρες για τη χώρα, να επιδιώξουμε να απαλλαγούμε από το άσχημο παρελθόν μας».
Ο ίδιος υποστηρίζει, όπως σημειώνει -κάτι που τόνισε και στην εισήγησή του το μεσημέρι στο Διεθνές Συμπόσιο στη Βιέννη- ότι «ακολουθώντας τον μηχανισμό των ελεύθερων διακυμάνσεων του νομίσματος, δηλαδή έναν μηχανισμό που προτείνουν οι ένθερμοι υποστηρικτές της δραχμής, αυτός ο μηχανισμός δεν πρόκειται να μας δώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα, έχοντας ως δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία εκτινάχθηκε σε περιόδους όπου είχαμε πάντοτε σταθερές ισοτιμίες ή ήμασταν συνδεδεμένοι με ένα νόμισμα, το οποίο εξέφραζε μία σταθερή ισοτιμία, όπως είναι το ευρώ».
Όπως τονίζει ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, «από εκεί και πέρα, έχοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να στηριχθεί η μεγέθυνση της χώρας πάνω στο νόμισμα, οι προτάσεις οι δικές μου έχουν σχέση με το τί μέτρα πρέπει να ληφθούν, έτσι ώστε να απογειωθεί η πραγματική οικονομία με τη βοήθεια άλλων μηχανισμών, πλην του νομίσματος».
Στην εισήγησή του στο Διεθνές Συμπόσιο, ο Δημήτρης Μάρδας έκανε μία αναφορά στο παρελθόν της χώρας, θεωρώντας, όπως σημειώνει, ότι «για να οδηγηθούμε σε κάποια συμπεράσματα, η οικονομική ιστορία της Ελλάδας είναι πολύ σημαντική, και όχι μόνον η οικονομική θεωρία, γιατί και κάποια πράγματα δεν είναι συμβατά μόνον με την οικονομική θεωρία».
Κλείνοντας, ο Έλληνας πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, χαρακτηρίζει ενδιαφέρον το Συμπόσιο στη Βιέννη, στο οποίο, όπως παρατηρεί, συμμετέχουν επιστήμονες που γνωρίζουν πολύ καλά το θέμα του χρέους, κατά κύριο λόγο, ενώ πολύ ζωντανή είναι η συζήτηση στο πλαίσιό του, καθώς στο χώρο αυτό είναι, τόσο εκείνοι που υποστηρίζουν πως η συνέχιση της χώρας στο ευρώ δεν μπορεί να δώσει διέξοδο, όσο και εκείνοι που υποστηρίζουν το αντίθετο.
Σημειώνεται πως σκοπός του Συμποσίου στη Βιέννη, το οποίο διοργανώνεται και συντονίζεται από τον επικεφαλής του Τμήματος Επιχειρήσεων και Διοίκησης του πανεπιστημίου Webster, αναπληρωτή καθηγητή, Δρα Νικόλαο Αντωνακάκη, με τη συμμετοχή κορυφαίων ακαδημαϊκών, εμπειρογνωμόνων και επίσημων αξιωματούχων, είναι η θετική συνεισφορά σε έναν διάλογο μεταξύ ριζοσπαστικών και ορθόδοξων προτάσεων εξόδου από την ελληνική κρίση.
Κύριος, επίσης, σκοπός, είναι η παρουσίαση καινοτόμων λύσεων, συμβατών με την ελληνική οικονομική κρίση, το υπόβαθρο της οποίας αξιολογείται, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, λαμβάνοντας υπόψη ορισμένα από τα μεμονωμένα σενάρια που προέκυψαν στην συγκεκριμένη περίοδο.
Όπως επισημάνθηκε από διάφορους εισηγητές του Συμποσίου, από το 2010 που ξεκίνησαν τα προγράμματα διάσωσης της Ελλάδας -υποστηριζόμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ)- η χώρα έχει βιώσει μια ιστορικά άνευ προηγουμένου οικονομική ύφεση και κοινωνική κρίση.
Τονίσθηκε ακόμη, πως η αμφισβήτηση της βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους ανακόπτει την έξοδο από την κρίση και τις προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης, ενώ από τον δημόσιο διάλογο απουσιάζει η αντιπαράθεση μεταξύ των επιλογών του προγράμματος και άλλων εναλλακτικών προσεγγίσεων