“Να είναι αρκούντως σώφρων και να συζητήσει μαζί μας ώστε να μπορέσουμε να προετοιμάσουμε μία Διεθνή Διάσκεψη της Γενεύης με αντικείμενο την ασφάλεια της Μεγαλονήσου και της απαλλαγής της από τις συνθήκες του 1960, της Ζυρίχης και του Λονδίνου, των εγγυήσεων και της λεγόμενης Συμμαχίας” κάλεσε την Τουρκία ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς σε δηλώσεις του μετά την ολοκλήρωση της δίωρης συνάντησης που είχε σήμερα το μεσημέρι με τον ειδικό σύμβουλο του γγ του ΟΗΕ για το Κυπριακό Έσπεν Μπαρθ Άιντε.
Το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας, όπως αποσαφήνισε ο κ. Κοτζιάς είναι ένα ζήτημα που “συνδέεται με την ανάγκη και την απαίτηση να κατανοήσει η Τουρκία ότι πρέπει να αποσύρει τα στρατεύματα της από την Κύπρο και ότι δεν μπορεί να διαθέτει παρεμβατικά δικαιώματα στην Μεγαλόνησο”.
“Δυστυχώς η Τουρκία” πρόσθεσε ο υπουργός Εξωτερικών “εξακολουθεί να προβάλει τις δικές της ανάγκες και όχι τις ανάγκες των δύο κοινοτήτων και των τριών μειονοτήτων της. Δυστυχώς η Τουρκία εξακολουθεί να προβάλει ενδιάμεσα αιτήματα όπως το λεγόμενο θέμα των τεσσάρων ελευθεριών που αφορά τις σχέσεις της με την ΕΕ και όχι το Κυπριακό. Δυστυχώς η Τουρκία δεν έχει απαντήσει ποτέ συγκεκριμένα στις προτάσεις που έχουμε καταθέσει για τον τρόπο ρύθμισης της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού. Απλώς αρνείται να συζητήσει μαζί μας αυτό το θέμα”.
Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Κοτζιάς διαμήνυσε ότι “η Τουρκία θα πρέπει να πάψει να βλέπει το Κυπριακό ως ένα ζήτημα εξυπηρέτησης δικών της γεωπολιτικών συμφερόντων, ή συμφερόντων έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να αποδεχτεί ότι η Κύπρος πρέπει να μετασχηματιστεί και να ζήσει ως ένα φυσιολογικό κράτος. Ένα κράτος που είναι μέλος της ΕΕ και του ΟΗΕ”.
Τόνισε ότι η Ελλάδα υποστήριξε και υποστηρίζει αυτές τις διαπραγματεύσεις, τη συνέχιση της αναζήτησης μίας δημιουργικής λύσης, διζωνικής, δικοινοτικής για το Κυπριακό, υπενθυμίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται “χάρη στην επιμονή της ελληνικής πλευράς η όλη διαπραγμάτευση να είναι ανοιχτού τέλους” υπενθυμίζοντας επίσης ότι “πριν από ένα χρόνο αδίκως είχαμε κατηγορηθεί από πάρα πολλές πλευρές για την επιμονή μας αυτή”.
“Αν δεν το είχαμε κάνει αυτό, εδώ και καιρό θα είχε κλείσει η διαπραγμάτευση για το Κυπριακό” πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα ασχολείται μόνο με την διεθνή πτυχή του Κυπριακού, με το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας.
Ερωτηθείς σχετικά, ο υπουργός Εξωτερικών αποσαφήνισε ότι η θέση της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την απόσυρση του τουρκικού στρατού είναι απλή και σαφής: “Ο τουρκικός στρατός πρέπει να φύγει. Ασφαλώς κάθε στρατός που αποχωρεί, όπως συνέβη με τον σοβιετικό στην ανατολική Γερμανία, χρειάζεται να έχει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποχώρησης”.
Όσο για τις δύο συνθήκες εγγυήσεων και ασφαλείας επανέλαβε την ανάγκη “να καταργηθούν και στη θέση τους να υπάρξει ένα σύμφωνο φιλίας ανάμεσα στις χώρες που ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη της Κύπρου και την προστασία της από τρίτους κινδύνους”.
Τέλος απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με την συνάντησή του με τον ειδικό σύμβουλο του γγ του ΟΗΕ εξέφρασε την πεποίθηση ότι “έγινε κατανοητό από όλες τις πλευρές ότι πρέπει να συγκεντρωθούμε στην λύση του Κυπριακού και όχι στην διασφάλιση των γεωπολιτικών ή ευρωπαϊκών συμφερόντων της Τουρκίας”.