«Η έξοδος από τα μνημόνια σημαίνει έξοδο από τις προσυμφωνημένες αξιολογήσεις και από την ανάγκη των δόσεων για την εξυπηρέτηση του χρέους. Κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι βγαίνουμε από την κρίση» ανέφερε ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Ως προς το «πόσο πραγματική είναι η έξοδος από τα μνημόνια με μισθούς των 500 ευρώ και την ανεργία στα ύψη» είπε ότι «όταν η χώρα θα μπορεί να δανείζεται με πολύ μικρότερα επιτόκια, όπως η Πορτογαλία, είναι σαφές ότι θα υπάρξουν δυνατότητες για αυξήσεις στον κατώτερο μισθό», ενώ εκτίμησε ότι η ανεργία «μέχρι να πάμε σε εκλογές θα έχει μειωθεί αρκετά γιατί οι θέσεις εργασίας σχετίζονται με τις επενδύσεις κα την ανάπτυξη της οικονομίας».
Χαρακτήρισε «έωλη κίνηση τακτικής» τη ρητορική του ΣΕΒ ότι δεν είναι προτεραιότητα η αύξηση του κατώτατου μισθού, σημειώνοντας ότι όλες οι εργοδοτικές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένου και του ΣΕΒ, έχουν πει ότι το μισθολογικό κόστος δεν επιβαρύνει την εξωστρέφεια και την ανάπτυξη των βιομηχανιών. Ο κ. Βούτσης είπε ότι «μάλλον περιποιεί τιμή» στην κυβέρνηση η αλλαγή στον συνδικαλιστικό νόμο «αν δούμε τι ζητούσαν το ΔΝΤ και οι άλλοι σε σχέση με την εργατική νομοθεσία», προσθέτοντας ότι εκεί που ανακύπτει πιο σοβαρός προβληματισμός αφορά τους πλειστηριασμούς και τους τρίτεκνους, και ότι «ο προβληματισμός μας έχει να κάνει με την ουσία της ανάπτυξης του εργατικού κινήματος και τα προβλήματα που είναι υπαρκτά».
Είπε ότι εκλαμβάνει τους υψηλούς τόνους του ΚΚΕ για το ζήτημα της απεργίας «μόνο ως κίνηση που έχει να κάνει με τον συσχετισμό με τις δυνάμεις της πέραν το ΣΥΡΙΖΑ αριστεράς», προσθέτοντας ότι «η απεργία ποσώς χτυπιέται από τη συγκεκριμένη διάταξη». Έθεσε το ερώτημα αν αυτοί που λεν «κάτω τα ξερά σας από την απεργία» θα συναινέσουν «στην επανέναρξη των συλλογικών συμβάσεων ή θα επικροτήσουν την αλλαγή υπέρ των εργαζομένων στο πτωχευτικό δίκαιο».
Ο πρόεδρος της Βουλής είπε ότι η κυβέρνηση εργάζεται στην κατεύθυνση νέας ρύθμισης για την προστασία της πρώτης κατοικίας, η οποία «διευκολύνει και τις τράπεζες, το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία», ενώ θα προκύψει ύστερα από συνεννόηση με τους θεσμούς. Επίσης, απαντώντας, στο αν έχουν προστεθεί θέματα στην ατζέντα της συνταγματικής αναθεώρησης, είπε ότι θα μπορούσε να περάσει θεσμικά στο Σύνταγμα «η ακριβής διαδικασία αδειοδότησης και ελέγχου της οικονομικής ευρωστίας και των οικονομικών δεδομένων των επιχειρηματιών μαζί με τις υποχρεώσεις για εργασιακά και για την ψυχαγωγία» των υποψήφιων καναλαρχών.
Ερωτηθείς για το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ είπε ότι η κυβέρνηση «θα προχωρήσει αποφασιστικά, γρήγορα με τους αναγκαίους συμβιβασμούς στη γραμμή που έχει χαραχθεί από το 2008 και ύστερα, αξιοποιώντας τους σημερινούς συσχετισμούς στην ΠΓΔΜ, αλλά κυρίως παίζοντας το δικό μας χαρτί των Βαλκανίων και της νοτιοανατολικής Μεσογείου». Τόνισε ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης «δεν είναι να κλείσει εντελώς μια εκκρεμότητα», αλλά «να ανοίξουν οι δρόμοι του εμπορίου και της ενέργειας, οι δρόμοι της σύγκλισης μιας ΕΕ που θα αλλάζει με τη συμμετοχή όλων των βαλκανικών χωρών».
Ο πρόεδρος της Βουλής εξέφρασε την πεποίθησή του ότι θα επιτευχθεί σημαντική πλειοψηφία στη Βουλή για την ονομασία της ΠΓΔΜ, ενώ οι «όποιοι κραδασμοί στην κυβερνητική πλειοψηφία, εάν υπάρξουν, θα είναι ελεγχόμενοι και σε καμιά περίπτωση δεν θα διακυβευτεί η πορεία της κυβέρνησης». Ο κ. Βούτσης με αφορμή ερώτηση για το πολυνομοσχέδιο των 1.500 σελίδων και των 400 άρθρων, είπε ότι η προβληματική νομοθέτησης είναι απόρροια της «επιτήρησης στην οποία βρίσκεται η χώρα», εκφράζοντας την πεποίθηση του ότι η κατάσταση στο νομοθετικό έργο έχει ουσιαστική διαφορά από τον Αύγουστο και μετά.
Τόνισε ότι η γραμμή της κυβέρνησης είναι η εξάντληση της τετραετίας, ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο συνάντησής του με τον γερμανό ομόλογό του Β. Σόϊμπλε, μετά την λήξη της εκκρεμότητας της γερμανικής πολιτικής ζωής και εφόσον ο κ. Βούτσης θα έχει μαζί του «την απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής επί του εξαιρετικού πορίσματος που εκδόθηκε από την αρμόδια επιτροπή για τις γερμανικές πολεμικές επανορθώσεις». Τέλος, σε ό,τι αφορά την «είσοδο στο μνημόνιο» είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ανέκαθεν θεωρούσε υπεύθυνο για τη χρεωκοπία της χώρας το «παλαιό πολιτικό σύστημα», ενώ ο ίδιος ο λαός έχει αποτιμήσει, ως ένα βαθμό το ποσοστό ευθύνης του καθενός.