«Η χώρα χρειάζεται πολλά και η κυβέρνηση κάνει απελπιστικά λίγα», τόνισε ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο Eλληνογαλλικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο.
Ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε στα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, όπου φαίνεται, όπως είπε, ότι οι πιο αναπτυξιακές δαπάνες, αυτές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, μειώθηκαν κατά 800 εκατ. ευρώ. «Επισημαίνω μάλιστα κάτι, που από μόνο του επιβεβαιώνει ότι η ανάπτυξη γι΄ αυτήν την κυβέρνηση είναι η τελευταία της προτεραιότητα. Το συνολικό ποσό που διατέθηκε το 2017 στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων είναι το χαμηλότερο της τελευταίας 10ετίας.
Ουδέποτε και καμία άλλη κυβέρνηση στα χρόνια της κρίσης, δεν είχε δαπανήσει λιγότερα χρήματα για δημόσιες επενδύσεις. Μόλις 5,9 δισ. ευρώ εξασφάλισε ο ΣΥΡΙΖΑ για επενδύσεις, όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε κατορθώσει να διαθέτει άνω των 6,5 δισ. ευρώ κάθε χρόνο και μάλιστα σε ένα σαφώς δυσμενέστερο δημοσιονομικό περιβάλλον. Νομίζω αυτό και μόνο τα λέει όλα για μια κυβέρνηση που τελικά ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη μόνο στα λόγια και την υπονομεύει στην πράξη» είπε ο κ. Μητσοτάκης, κάνοντας λόγο για συγκεκριμένες εσφαλμένες πολιτικές της κυβέρνησης, που έχουν ως αποτέλεσμα η χώρα να οδεύει προς τη λήξη του τρίτου προγράμματος, χωρίς να έχει ανακτήσει ως σήμερα την εμπιστοσύνη των αγορών.
«Η χώρα χρειάζεται πολλά και η κυβέρνηση κάνει απελπιστικά λίγα. Το 2017 είχαμε μισή ανάπτυξη σε σχέση με τις προβλέψεις και σοβαρή απόκλιση από τον μέσο όρο της ΕΕ. Σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης οι προβλέψεις αναθεωρήθηκαν προς το καλύτερο. Η μόνη χώρα που αναθεωρήθηκε προς το χειρότερο ήταν η Ελλάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ, όπως είπε, η περικοπή των αναπτυξιακών δαπανών, σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογία, έχει πλήξει τη δυναμική μεγέθυνση της οικονομίας, που είναι και το βασικό ζητούμενο αυτή την ώρα.
«Η κυβέρνηση θυσίασε συνειδητά την ανάπτυξη στον βωμό της επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων, με κάθε κόστος. Θυσίασε την πραγματική οικονομία για να μπορέσουν να στηρίξουν το επικοινωνιακό αφήγημα, ότι όλα πάνε καλά» είπε, εκφράζοντας την εκτίμηση πως δεν θα υπάρξει καθαρή έξοδος από τα μνημόνια.
«Οι ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ διατυμπανίζουν ότι η χώρα οδεύει προς μία δήθεν “καθαρή έξοδο” από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί ότι αυτό που έχει συμφωνήσει η κυβέρνησή τους, σε τίποτα δεν μοιάζει με καθαρή έξοδο της ελληνικής οικονομίας από τα προγράμματα προσαρμογής» τόνισε, μιλώντας για συμφωνία μέτρων αξίας 2% του ΑΕΠ, για εφαρμογή μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος, για υψηλά πλεονάσματα για 40 χρόνια και εκχώρηση του συνόλου της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια, καθώς και για εποπτεία της Ελλάδας μετά την έξοδο από το τρίτο πρόγραμμα, πολύ βαρύτερη, όπως είπε, από αυτή άλλων χωρών που εξήλθαν από αντίστοιχα προγράμματα προσαρμογής. Μάλιστα, χαρακτήρισε τη συμφωνία ως ένα τέταρτο μνημόνιο, χωρίς χρηματοδότηση.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΝΔ, αυτό που απαιτείται είναι μία οριστική και κυρίως αποτελεσματική συμφωνία για την επόμενη μέρα, που θα δίνει πίσω στην Ελλάδα τους αναγκαίους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής, χωρίς όμως να υπονομεύει την πρόοδο που με τόσες θυσίες του ελληνικού λαού πετύχαμε.
«Δεν επιτρέπεται να γυρίσουμε στις παλιές, κακές συνήθειες του παρελθόντος. Και δεν θα γυρίσουμε. Είναι προσωπική μου δέσμευση» είπε, προσθέτοντας πως η ΝΔ πιστεύει στη δύναμη της ιδιωτικής οικονομίας και θεωρεί απαραίτητη τη ριζική αναδιοργάνωση του κράτους, προς όφελος των πολιτών.
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στο όραμά του για την Ευρώπη, καλώντας τις γαλλικές εταιρείες να επενδύσουν στην Ελλάδα και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που παρέχει η χώρα.
«Επενδύστε άφοβα και με εμπιστοσύνη στη χώρα μας. Θα κερδίσουμε όλοι. Οι γαλλικές εταιρείες θα ωφεληθούν από τις αναπτυξιακές δυνατότητες της Ελλάδας και η Ελλάδα θα ωφεληθεί από τα κεφάλαια και την τεχνογνωσία των σπουδαίων γαλλικών επιχειρήσεων, σε πολλούς και σημαντικούς τομείς» είπε.
Ακόμη, ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε την αισιοδοξία του, πως η χώρα θα τα καταφέρει με τόλμη, αποφασιστικότητα και συνέπεια, αλλά και με μία, όπως είπε χαρακτηριστικά, ριζική πολιτική αλλαγή, που θα επιτρέψει την εφαρμογή του αναγκαίου μεταρρυθμιστικού προγράμματος για να εξέλθει η Ελλάδα από την κρίση.