«Το ελληνικό κράτος θα πρέπει στο μέλλον να αναζητήσει δικαστικά, όπως άλλωστε έχει πει και ο πρωθυπουργός, τη ζημία που έχει υποστεί, δηλαδή τον φόρο αίματος που πλήρωσε ο ελληνικός λαός αυτά τα χρόνια από αυτό το τεράστιο σκάνδαλο» της Novartis, είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής, μιλώντας νωρίτερα απόψε στην τηλεόραση του Alpha.
«Δεν έχω καμία ενημέρωση για την έρευνα η οποία διεξάγεται. Είμαι όμως σίγουρος ότι όσο προχωράει η έρευνα τόσο θα αποκαλύπτονται σκοτεινές πλευρές αυτής της υπόθεσης, αυτού το τεράστιου σκανδάλου, οι οποίες δεν αποκλείεται να ανεβάσουν κάθε φορά τη ζημία του ελληνικού δημοσίου», τόνισε.
Κληθείς να σχολιάσει την κριτική που δέχθηκε ότι αμφισβήτησε το τεκμήριο αθωότητας λέγοντας χθες στη Βουλή «εύχομαι ορισμένοι από τους εμπλεκομένου ή και όλοι, να αποδείξουν την αθωότητά τους», ο κ. Κοντονής είπε ότι πρόκειται «περί γελοιοτήτων». «Ορισμένοι κύκλοι πιάνονται από εκφράσεις συνήθεις στη δικηγορία, μου κάνει εντύπωση πως μεγαλοποιούνται ορισμένα πράγματα για να μου ασκήσουν κριτική ότι αμφισβητώ το τεκμήριο αθωότητας. Σε κάθε περίπτωση θα ήταν πιο σωστό να έλεγα να αποδειχθεί η αθωότητά τους. Το τεκμήριο αθωότητας ισχύει γι’ όλους μέχρι τέλους και το βάρος της απόδειξης της κατηγορίας το έχει σε κάθε περίπτωση, είτε ο μηνυτής είτε ο μηνυτής και ο εισαγγελέας», προσέθεσε.
Σχετικά με το χρόνο που έχει ορισθεί για τις εργασίες της Επιτροπής και για το εάν θα κληθούν να καταθέσουν προστατευόμενοι μάρτυρες, όπως ζήτησε η αντιπολίτευση, ο υπουργός Δικαιοσύνης είπε ότι η ίδια η Επιτροπή θα κρίνει αν πρέπει να εξετάσει περαιτέρω θέματα και να το ζητήσει από το Βουλή όπως είχε συμβεί με την υπόθεση του κ. Παπακωνσταντίνου, όπου και είχε δοθεί παράταση αλλά και επέκταση του κατηγορητηρίου.
Ο κ. Κοντονής διευκρίνισε ότι στην περίπτωση που η Επιτροπή αποφασίσει να καλέσει τους προστατευόμενους μάρτυρες, θα δώσουν κατάθεση υπό καθεστώς προστασίας. «Οι εγγυήσεις που υπάρχουν γι’ αυτούς τους μάρτυρες κατά τη δικαστική διαδικασία, υπάρχουν και για κάθε άλλη διαδικασία», ανέφερε.
Κληθείς να σχολιάσει ζήτημα που έθεσε χθες κατά την ομιλία του στη Βουλή, ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ρωτώντας πώς είναι δυνατόν να εμφανίζονται σε φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης δημοσιεύματα ότι ένας πρώην πρωθυπουργός εμπλέκεται στην υπόθεση έντεκα μήνες πριν υπάρξει η πρώτη σχετική κατάθεση, ο κ. Κοντονής απάντησε:
«Δεν το ξέρω. Τα περί φιλοκυβερνητικών μέσων μπορεί να έχουν μια πραγματική διάσταση, πλην όμως και μέλη της κυβέρνησης έχουν πληγεί κατ’ επανάληψη από φιλοκυβερνητικά υποτίθεται μέσα. Υπάρχουν δημοσιογραφικές έρευνες οι οποίες βασίζονται σε πηγές και άλλες φορές επιβεβαιώνονται και άλλες διαψεύδονται. Η κυβέρνηση λέει την άποψή της στο φως και με παρρησία. Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι στα χέρια της δικαιοσύνης από τον Δεκέμβριο του 2016. Όταν είχα διαβιβάσει τις σχετικές πληροφορίες και δημοσιεύματα στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, είχα ζητήσει να διεξαχθεί έρευνα, όπως και έγινε. Η δημοσιογραφική έρευνα βοηθάει αρκετά σε αυτές τις περιπτώσεις. Η έρευνα που διεξάγεται από την ελληνική δικαιοσύνη δεν είναι η μόνη πηγή. Υπάρχουν έρευνες και σε άλλα κράτη οι οποίες εξετάζουν και την ελληνική πτυχή της υπόθεσης».
Ερωτηθείς για το εάν ο ίδιος πιστεύει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι έπρεπε να φθάσουν εκεί, ο υπουργός Δικαιοσύνης είπε πως «υπάρχουν στοιχεία που διαβιβάσθηκαν από την αρμόδια εισαγγελέα και εμπλουτίζονται, αξιολογούνται και σε κάθε περίπτωση κάθε εμπλεκόμενος έχει απόλυτο και αναφαίρετο δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του».
«Εκείνο που με ξένισε», τόνισε, «ήταν οι ύβρεις, οι απειλές και οι προπηλακισμοί στους οποίους επιδόθηκαν στελέχη της αντιπολίτευσης. Μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν επέτρεψε στους βουλευτές του ούτε καν να πλησιάσουν τις κάλπες. Είναι προφανές ότι ήξερε ότι βουλευτές της ΝΔ δεν θα περιορίζονταν στην τήρηση της κομματικής γραμμής αλλά θα ψήφιζαν επί της ουσίας. Και αυτό μου θύμισε την περιβόητη συνεδρίαση του 1982, όταν ο Ευάγγελος Αβέρωφ απέσυρε την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ για να μην παραστεί στην ψηφοφορία για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης.
Γιατί ήξερε ότι οι μισοί θα ψήφιζαν και οι άλλοι μισοί θα καταψήφιζαν. Είναι μια τραγική επανάληψη, κατά την οποία ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν τολμά να επιτρέψει στους βουλευτές του κόμματος του να εκφράσουν την άποψη τους με το νόμιμο και θεσμικά απόλυτα ορθό τρόπο.