«Θα είμαστε παρόντες στον διάλογο, για ένα σύγχρονο συνταγματικό χάρτη, γιατί μόνο αν ανοίξει τώρα η διαδικασία θα γίνει εφικτό να ολοκληρωθεί από την επόμενη κυβέρνηση, ώστε να μην χαθεί ακόμα μια πενταετία» επεσήμανε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, ανοίγοντας την εκδήλωση του κόμματος με θέμα: «Συνταγματική Αναθεώρηση. Πολιτική σκοπιμότητα ή θεσμική αναγκαιότητα;».
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ ανέφερε ότι καθοριστικός παράγοντας για το περιεχόμενο της συνταγματικής αναθεώρησης είναι η παρεμβολή του εκλογικού σώματος, ασκώντας κριτική στην άποψη της κυβέρνησης ότι η κατεύθυνση της αναθεώρησης καθορίζεται δεσμευτικά από την πρώτη Βουλή. «Εκφράζει απλώς την ηττοπάθεια της σημερινής κυβέρνησης για το αποτέλεσμα της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης. Τώρα αποφασίζονται ποια άρθρα είναι αναθεωρητέα και στην επόμενη Βουλή αποφασίζεται η κατεύθυνση της αναθεώρησης» τόνισε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ.
Σύμφωνα με τον κ. Θεοχαρόπουλο «επιδίωξή μας πρέπει να είναι τα προς αναθεώρηση άρθρα να ψηφισθούν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πλειοψηφία ώστε η επόμενη Βουλή να προχωρήσει στην αναθεώρηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο νόμος περί ευθύνης υπουργών στον οποίο υπάρχει ευρεία συναίνεση και συνεπώς πρέπει να ψηφισθεί με 180 ψήφους, ώστε στην επόμενη Βουλή με 151 να προχωρήσει η αναθεώρηση».
Αναλύοντας τις προτάσεις της ΔΗΜΑΡ ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος υπογράμμισε ότι είναι αναγκαία η κατάργηση προνομίων του πολιτικού συστήματος κι αφορούν την αναθεώρηση του άρθρου 86 «περί ευθύνης υπουργών», ώστε να καταργηθούν οι ειδικές προβλέψεις παραγραφής και να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες με εκείνους των υπόλοιπων πολιτών. Επίσης αφορούν την αναθεώρηση του άρθρου 62 «περί ασυλίας των βουλευτών», ώστε αυτή να μην υπάρχει αυτοδικαίως ακόμα και όταν κατηγορούνται για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου.
«Πρόκειται για δύο άρθρα που συνδέονται άμεσα και τροφοδοτούν το κλίμα καχυποψίας και απαξίωσης του πολιτικού συστήματος. Δεν υπάρχει κανένας λόγος σήμερα να απολαμβάνει το πολιτικό προσωπικό ιδιαίτερα προνόμια προστασίας για ποινικές και κακουργηματικές πράξεις κατά την άσκηση των καθηκόντων του σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες» τόνισε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ .
Προχώρησε ένα βήμα περαιτέρω μιλώντας για τομές και προτείνοντας:
– να θεσπιστεί επιπλέον το ασυμβίβαστο θέσεων των στελεχών των κομμάτων σε σχέση με το κράτος, δηλαδή το ασυμβίβαστο μεταξύ κομματικών αξιωμάτων και δημόσιων λειτουργιών, ειδικότερα μεταξύ της ιδιότητας του μέλους των ανώτερων οργάνων του κόμματος και έμμισθων πολιτικών θέσεων στον κυβερνητικό μηχανισμό και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα για να υπάρξουν αποκρατικοποιημένα κόμματα, αποκομματικοποιμένο κράτος
– να θεσπιστεί όριο για τις βουλευτικές θητείες, ώστε να ανανεώνεται το πολιτικό προσωπικό και να αντιμετωπισθεί και θεσμικά άλλη μία χρόνια παθογένεια του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Να θεσπιστεί το ανώτατο όριο των τριών πλήρων συνεχόμενων βουλευτικών θητειών που αντιστοιχούν σε 12 έτη και των δύο πλήρων συνεχόμενων θητειών για τους ευρωβουλευτές που αντιστοιχούν σε 10 έτη
– ισχυροποίηση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και του τρόπου ανάδειξης των προέδρων των ανώτατων δικαστικών σωμάτων ώστε να ελαχιστοποιείται η δυνατότητα παρέμβασης της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας
– σταθεροποίηση του εκλογικού κύκλου αντί ενός μόνιμου κλίματος πολιτικής αβεβαιότητας
– στο πλαίσιο αυτό προτείνεται η μείωση σε 160 των ψήφων που απαιτούνται για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας στην τρίτη ψηφοφορία στη Βουλή στην περίπτωση που δεν εξασφαλίζονται 180 ψήφοι στις δύο πρώτες ψηφοφορίες.
«Διαφωνώ με την πρόταση για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό καθώς μπορεί να οδηγήσει σε συνθήκες δυαρχίας» είπε ο κ. Θεοχαρόπουλος.
Για τις σχέσεις κράτους και εκκλησίας ο κ. Θεοχαρόπουλος και την μισθοδοσία των κληρικών επεσήμανε: «Σταθερή της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι ότι σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος είναι επιβεβλημένος ο διαχωρισμός των σχέσεων εκκλησίας – κράτους. Από την μια πλευρά η ΝΔ δεν το διανοείται και από την άλλη η δειλία του ΣΥΡΙΖΑ είναι προφανής, δεν τολμά να προχωρήσει στον διαχωρισμό.
Σήμερα η κυβέρνηση δήθεν προτείνει την αναθεώρηση των σχέσεων εκκλησίας – κράτους, όχι με κατεύθυνση προς διαχωρισμό, αλλά ούτε καν προς διακριτούς ρόλους» τόνισε για να προσθέσει :«Όσον αφορά δε τη μισθοδοσία των κληρικών, η πρόταση της ΔΗΜΑΡ είναι η ουσιαστική και όχι η επικοινωνιακή και δήθεν κατάργηση της μισθοδοσίας των ιερέων από το κράτος με το εφεύρημα της αλλαγής του τρόπου πληρωμής μέσω επιδόματος και πάλι από το κράτος. Να μην αντιμετωπίζονται οι κληρικοί ως οιονεί δημόσιοι υπάλληλοι.
Τα της εκκλησίας στην εκκλησία και τα του κράτους στο κράτος. Ταυτόχρονα βέβαια με τη ρύθμιση των περιουσιακών θεμάτων και τη δίκαιη φορολόγηση της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας. Και χωρίς φτηνούς λαϊκισμούς για επιπλέον 10.000 διορισμούς εν όψει εκλογών ενώ με την πρόταση της κυβέρνησης το κράτος θα δίνει ακριβώς τα ίδια λεφτά για τη μισθοδοσία των κληρικών.
Ο διαχωρισμός των σχέσεων εκκλησίας – κράτους είναι μία επιβεβλημένη προοδευτική μεταρρύθμιση εκσυγχρονισμού εάν θέλουμε επιτέλους να γίνουμε ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος. Όσοι ομνύουν στα λόγια είτε στην Αριστερά είτε στον Φιλελευθερισμό σε αυτό το θέμα αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Υιοθετούν, αντί αριστερών και φιλελεύθερων θέσεων, τον κρατισμό».