Επιστολή προς τον υπουργό Δικαιοσύνης Μιλτιάδη Παπαϊωάννου έστειλε η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται πως η Δικαιοσύνη είναι ένας «Μεγάλος ασθενής που φέρει χρόνιες παθογένειες», ενώ σε άλλο σημείο γίνεται λόγος πως οι πολίτες έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στο θεσμό της.
Ειδικότερα, η Ένωση στην επιστολή της επισημαίνει, ότι «κοινή διαπίστωση όλων των φορέων της Δικαιοσύνης είναι, ότι η τελευταία και ειδικότερα στη σφαίρα της απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης, παρουσιάζει χρόνιες παθογένειες, τα αίτια των οποίων είναι διαχρονικά. Αποτέλεσμα είναι το έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών έναντι του θεσμού. Οι πολίτες έχουν μειωμένο αίσθημα εμπιστοσύνης έναντι της Δικαιοσύνης, όχι γιατί δεν πιστεύουν ότι θα βρουν το δίκιο τους, αλλά γιατί γνωρίζουν (και είναι αλήθεια) ότι θα το βρουν μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα (ετών) ώστε, το όποιο δίκιο τους θα έχει ατονήσει τόσο σημαντικά που σχεδόν θα έχει εξαλειφθεί», υπογραμμίζουν οι εισαγγελείς.
Οχτώ προτάσεις προς τον υπουργό
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος εισηγήθηκε οκτώ προτάσεις στο υπουργείο Δικαιοσύνης για την επιτάχυνση απονομής της Δικαιοσύνης, που είναι οι εξής:
1) Η αποποινικοποίηση των μικρών παραβατικών συμπεριφορών και η μετατροπή τους σε διοικητικές κυρώσεις (πρόστιμα κ.λπ.), έτσι ώστε και να μην στιγματίζονται ηθικά οι πολίτες.
2) Η άμεση λειτουργία Ποινικών Τμημάτων στα μεγάλα δικαστήρια της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά) τα οποία θα απαρτίζονται από δικαστές, οι οποίοι θα απασχολούνται αποκλειστικά με την εκδίκαση ποινικών υποθέσεων και δεν θα μετατίθενται σε άλλα Τμήματα (εργατικά, αστικά κ.λπ.).
3) Η δημιουργία οργανωμένων προανακριτικών τμημάτων στις μεγάλες Εισαγγελίες Πρωτοδικών, τα οποία θα στελεχωθούν με εξειδικευμένο προσωπικό για τη διερεύνηση των συγχρόνων και δύσκολων μορφών εγκλήματος (ηλεκτρονικό, οικονομικό έγκλημα κ.λπ.).
4) Η άμεση κάλυψη των κενών που δημιουργούνται από τις συνταξιοδοτήσεις των δικαστών και να μην ισχύει στο χώρο της Δικαιοσύνης η αναλογία 1/5 ή 1/10 (πέντε φεύγουν ένας προσλαμβάνεται), καθώς αν συμβεί αυτό θα υπάρξει “πλήρης παράλυση” της Δικαιοσύνης.
5) Η άμεση ύπαρξη κτιριακής και λειτουργικής υποδομής των νέων τεσσάρων Εφετείων (Ηράκλειο Κρήτης, Χαλκίδα, Αγρίνιο, Μυτιλήνη), τα οποία θα λειτουργήσουν από το νέο δικαστικό έτος (16 Σεπτεμβρίου 2011).
6) Ολοκληρωτική αναμόρφωση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο οποίος θεσπίσθηκε το 1950 και απηχεί τις κοινωνικές ανάγκες εκείνης της περιόδου, ενώ οι κατά καιρούς εμβαλωματικές τροποποιήσεις του που έγιναν “έσπασαν” το ενιαίο της φιλοσοφίας του.
Επίσης, οι εισαγγελείς προτείνουν να υπάρξει εκπρόσωπός τους στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή, η οποία έχει συσταθεί για την αναμόρφωση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και τα επί μέρους κεφάλαια που αναμορφώνονται να γνωστοποιούνται στους αρμόδιους θεσμικούς φορείς για να κάνουν τις προτάσεις τους.
7) Η επανασύσταση της Εθνικής Επιτροπής για την Δικαιοσύνη, η οποία ουδέποτε λειτούργησε. Στην επιτροπή αυτή, συμμετέχουν οι ηγεσίες των τριών Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας, εκπρόσωποι του υπουργείου Δικαιοσύνης, των δικαστικών Ενώσεων και των τριών μεγαλύτερων Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας.
8) Η επανεξέταση της διάταξης εκείνης του Οργανισμού των Δικαστηρίων (παράγραφος 4 του άρθρου 24), που αναφέρεται στην ανεξαρτησία των εισαγγελιών σε συνάρτηση με την ιεραρχική εξάρτηση. Και να αναμορφωθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αναδεικνύεται η συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική ανεξαρτησία του εισαγγελέα, καθώς η επίμαχη διάταξη του Οργανισμού των Δικαστηρίων “σύμφωνα με την οποία τους εισαγγελικούς λειτουργούς τους συνδέει σχέση ιεραρχικής εξάρτησης, έχει επανειλημμένα παρερμηνευθεί ως εκτεινόμενη και σε θέματα δικαιοδοτικής κρίσεως και όχι καθαρά διοικητικής, με τραυματικές επιπτώσεις για την αξιοπιστία και το κύρος του εισαγγελικού θεσμού, αλλά και την λειτουργική ανεξαρτησία του (κάθε) εισαγγελέα”.