Τη σημασία των σχέσεων της Ελλάδας με τις ΗΠΑ για τον ρόλο της χώρας μας ως παρόχου ασφάλειας και σταθερότητας στη Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, αλλά και του επικείμενου Στρατηγικού Διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών, αποκρυσταλλώνει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος λίγες ώρες πριν από την επίσκεψή του στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον.
«Οι ΗΠΑ είναι στρατηγικός εταίρος της χώρας» τονίζει σε συνέντευξή του στον Άρη Ραβανό για την εφημερίδα «Τα Νέα», ο κ. Κατρούγκαλος. Ερωτηθείς για τις προσδοκίες του από την επίσκεψη, απάντησε: «Επιδιώκουμε την εμβάθυνση και την αναβάθμιση της συνεργασίας μας, στο πλαίσιο ισότιμων σχέσεων αμοιβαίου σεβασμού με κοινό στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην περιοχή μας».
Εστιάζοντας στον Στρατηγικό Διάλογο Ελλάδας-ΗΠΑ, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών επισήμανε πως οι ΗΠΑ διεξάγουν «στρατηγικό διάλογο» με λίγες χώρες, σημαντικές για τη διεθνή σταθερότητα και τον διέκρινε από τη Μεικτή Διυπουργική Επιτροπή, λέγοντας πως δεν περιορίζεται μόνο σε οικονομικά θέματα, αλλά εκτείνεται στο σύνολο των διακρατικών σχέσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στα κοινά γεωπολιτικά συμφέροντα, την άμυνα και την ασφάλεια. Επίσης, επί τάπητος θα τεθούν, όπως σημειώνει, ζητήματα που αφορούν την ενέργεια, το εμπόριο και τις επενδύσεις, με έμφαση στην καινοτομία και στις τεχνολογίες αιχμής. Σε αυτό το πλαίσιο, εξέφρασε ακόμα τη βούληση για νέα ώθηση στη θετική δυναμική της ΔΕΘ.
Σε ό,τι αφορά τα θέματα που θα προτάξει κατά τη συνάντησή του με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και τον σύμβουλο Ασφαλείας Τζον Μπόλτον, ο κ. Κατρούγκαλος είπε πως θα αναδείξει όχι μόνον τα εθνικά θέματα, αλλά κυρίως τον ρόλο της χώρας μας ως παρόχου ασφάλειας και σταθερότητας στη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.
«Είναι πολλές και πολυποίκιλες οι σχετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησής μας, πέραν της εμβληματικής συμφωνίας των Πρεσπών» συμπλήρωσε και ενδεικτικά σταχυολόγησε τα τριμερή σχήματα συνεργασίας με Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο, Ιορδανία, Λίβανο και Παλαιστίνη αλλά και τα αντίστοιχα στο βαλκανικό χώρο. Ειδική μνεία έκανε εξίσου στη Διάσκεψη της Ρόδου, η οποία επιδιώκει να συστήσει ένα τοπικό σύστημα ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο και όπου ήδη συμμετέχουν 14 αραβικά και 8 κράτη της ΝΑ Ευρώπης, αλλά και στη Διάσκεψη για την προστασία των πολιτιστικών και θρησκευτικών κοινοτήτων στη Μέση Ανατολή.
Οι πρωτοβουλίες αυτές ενισχύουν τη σταθερότητα στην περιοχή και αποτρέπουν αντίθετες προσπάθειες τρίτων, υπογράμμισε.
Ερωτηθείς αν η επαναπροσέγγιση με την Ρωσία επηρεάζει τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών απάντησε κατηγορηματικά αρνητικά, επισημαίνοντας πως εκεί έγκειται η ουσία της πολυδιάστατης πολιτικής της Ελλάδας. «Ο πρωθυπουργός μας το ξεκαθάρισε στη Μόσχα: η ΕΕ είναι το πολιτικό μας σπίτι και είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ, θέλουμε όμως να είμαστε και μία γέφυρα επικοινωνίας και διαλόγου της Δύσης με τη Ρωσία, στο πλαίσιο της θέσης μας ότι δεν νοείται σύστημα ευρωπαϊκής ασφάλειας που να μην ενσωματώνει και τη χώρα αυτή» προσέθεσε.
«Θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να εφαρμοστούν πλήρως οι προβλέψεις της συμφωνίας»
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο κ. Κατρούγκαλος στη Συμφωνία των Πρεσπών, διαμηνύοντας πως η Ελλάδα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, ιδίως την τελική διαμόρφωση της αναθεώρησης. Διαβεβαίωσε μάλιστα πως η Ελλάδα θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να εφαρμοστούν πλήρως οι προβλέψεις της συμφωνίας.
Τέλος, στην ερώτηση αν είναι «νεκρή» η Συμφωνία των Πρεσπών μετά τις πρόσφατες δηλώσεις Ζάεφ, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών απάντησε: «Αντιθέτως, δόθηκε ευκαιρία να ξεκαθαριστούν θέματα και να αναδειχθεί η σημασία της συμφωνίας για τον οριστικό τερματισμό του αλυτρωτισμού».
Επισήμανε περαιτέρω πως υπήρξαν πράγματι δηλώσεις που δεν αποτύπωναν το πνεύμα και το γράμμα της συμφωνίας και που μπορούσαν να παρερμηνευθούν εναντίον της και υπογράμμισε πως για τον λόγο αυτό στάλθηκε αυστηρό μήνυμα σε ανώτατο επίπεδο, στη δική του συνάντηση με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ, αλλά και από τον κ. Νίμιτς. Σημείωσε ακόμα πως έθεσε το θέμα και στις επαφές που είχε με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ και την Ύπατη Εκπρόσωπο Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Φεντερίκα Μογκερίνι, αλλά και στις συνόδους υπουργών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, καθιστώντας σαφές: «Το μήνυμα ελήφθη».