«Μεγάλη επιτυχία, προδιαγεγραμμένη σε μεγάλο βαθμό» χαρακτήρισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, την αναβάθμιση του αξιόχρεου του ελληνικού δημοσίου κατά δύο βαθμίδες, από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s.
Μιλώντας στον ρ/σ Real fm, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι η χώρα έχει μπει σε πορεία σταθερότητας και τόνωσης της αναπτυξιακής δυναμικής, οι δημοσιονομικοί στόχοι επιτυγχάνονται και υπάρχει η δυνατότητα να υλοποιείται, για πρώτη φορά, επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι ο Οργανισμός Δημοσίου Χρέους έχει δημοσιοποιήσει το πρόγραμμά του για την άντληση έως 9 δισ. ευρώ εντός του 2019 και στη βάση αυτού του προγράμματος θα επιλεγεί ο αρτιότερος τρόπος για να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου.
Όπως είπε ο υπουργός Επικρατείας, οι αριθμοί αυτοί δεν είναι αποσυνδεδεμένοι από την ελληνική οικονομία, τονίζοντας ότι όλοι οι θεμελιώδεις δείκτες, όχι μόνο οι μακροοικονομικοί, αλλά και αυτοί που επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών, βρίσκονται σε διαρκή βελτίωση. Επίσης, επανέλαβε όσα είπε χθες και ο πρωθυπουργός, ότι η μέση σύνταξη, «μετά από 5 χρόνια σκληρής λιτότητας, από το 2010-2015, φαίνεται να αυξάνεται» και παράλληλα τόνισε ότι ενισχύονται το λιανικό εμπόριο, μετά από πολλά χρόνια, το μέσο διαθέσιμο εισόδημα, ενώ και η αποταμίευση έχει περάσει σε θετικό πρόσημο, έστω και με αργούς ρυθμούς.
«Η ελληνική οικονομία έχει καταφέρει να πατήσει στα πόδια της, βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης και βελτιώνεται και η πραγματική ζωή των πολιτών. Ωστόσο, έχουμε πάρα πολύ δρόμο μπροστά μας να διανύσουμε για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε όρους αξιοπρεπούς διαβίωσης για όλους τους πολίτες» τόνισε ο Δ. Τζανακόπουλος και πρόσθεσε ότι προτεραιότητα για την κυβέρνηση είναι οι ζωές των ανθρώπων και όχι απλά η ευημερία των αριθμών.
Αναφορικά με το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων, είπε ότι ο εξαντλητικός διάλογος που έγινε το προηγούμενο διάστημα «φαίνεται σιγά-σιγά να καταλήγει» και εκτίμησε ότι δεν υπάρχουν μεγάλες αποστάσεις στις απόψεις των εμπλεκομένων. Όπως σημείωσε, η κυβέρνηση έχει εξηγήσει τις θέσεις της, ωστόσο υπάρχουν ακόμα κάποιες λεπτομέρειες «οι οποίες μένει να διευκρινιστούν με τους εποπτικούς θεσμούς» και πρόσθεσε ότι «το νομοσχέδιο θα προχωρήσει κανονικά, χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε πρόβλημα».
Σχετικά με τα αναδρομικά των συνταξιούχων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας του 2015 έγινε σαφές ότι οι περικοπές του 2012, επί κυβέρνησης Σαμαρά, ήταν αντισυνταγματικές, ωστόσο δεν έδωσε αναδρομική ισχύ στην εφαρμογή της. Όπως είπε, η κυβέρνηση έχει προσαρμόσει τη νομοθεσία στην απόφαση του ΣτΕ και πρόσθεσε ότι «οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να γίνονται σεβαστές, ωστόσο υπάρχει και ένα δημοσιονομικό σκέλος σ’ αυτή την υπόθεση, το οποίο δεν πρέπει να το υποτιμάμε, ούτε να το υποβαθμίζουμε».
Τόνισε, δε, ότι «για πρώτη φορά φέτος, με το νόμο 4387 έχουμε καταφέρει, όχι απλώς και μόνο να μετατρέψουμε το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας σε βιώσιμο, αλλά την ίδια στιγμή να αρχίσουμε να δίνουμε και αυξήσεις στους συνταξιούχους». Όπως είπε, 620.000 άτομα, εκ των οποίων το 80% χαμηλοσυνταξιούχοι, πήραν αυξήσεις.
Αναφερόμενος στα πλεονάσματα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι «για πρώτη φορά έχουμε τη δυνατότητα, όχι απλώς να επιτυγχάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά την ίδια στιγμή να μπορούμε να παίρνουμε και μέτρα δημοσιονομική επέκτασης». Μιλώντας για το ίδιο θέμα και συγκεκριμένα για το ενδεχόμενο μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, ο κ. Τζανακόπουλος έκανε λόγο για «απίστευτη διαστρέβλωση και πολιτική ασυμμετρία» από την πλευρά του Κυριάκου Μητσοτάκη και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση που θα μπορούσε μετά το 2020 να πετύχει μείωση «αυτή θα είναι μία κυβέρνηση Τσίπρα».
Κατηγόρησε, δε, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι δεν έχει στόχο τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά την εφαρμογή ενός προγράμματος «κοινωνικής ισοπέδωσης για μία τριετία», δηλαδή «ένα δικό του σκληρό μνημόνιο» με το οποίο «θα κατεδαφίσει το κοινωνικό κράτος (…) επιστρέφοντας τη χώρα στη μαύρη περίοδο 2010-2015», θεωρώντας ότι θα του δοθεί ως αντάλλαγμα μία μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο, όπως σημείωσε ο κ. Τζανακόπουλος, θα το χρησιμοποιήσει για περαιτέρω κίνητρα στην εργοδοσία και τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Εξάλλου, σχολιάζοντας τη συγκρότηση ενός προοδευτικού μετώπου και το κατά πόσο συνδέεται με τα συμπεράσματα των δημοσκοπήσεων, είπε ότι «οι δημοσκοπήσεις λειτουργούν περισσότερο ως επικοινωνιακά εργαλεία συγκεκριμένων εκδοτικών ή κομματικών επιτελείων» και πρόσθεσε ότι έχουν αποτύχει, κατ’ εξακολούθηση, να αποτυπώσουν την πολιτική πραγματικότητα από το 2011 και μετά.
Ειδικότερα για το προοδευτικό μέτωπο είπε ότι μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, συγκεκριμένες τοποθετήσεις του ΚΙΝΑΛ, αλλά και την αποχώρηση του Πάνου Καμμένου, δημιουργήθηκαν όροι αναδιαμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού. Όπως είπε, ένα τμήμα της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας φάνηκε να απομακρύνεται από το ΚΙΝΑΛ και να προσεγγίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, θέλοντας τη δημιουργία ενός προοδευτικού μετώπου με στρατηγικό αντίπαλο τη ΝΔ και την πιθανότητα παλινόρθωσης ενός παλιού πολιτικού καθεστώτος. Τόνισε ότι αυτή η προσπάθεια πρέπει να αποκτήσει ένα σαφές πολιτικό στίγμα, ιδιαίτερα ενόψει των ευρωκελογών, με κύριους αντιπάλους το νεοφιλελευθερισμό, τη λιτότητα και την ακροδεξιά στην Ευρώπη.
Τέλος, ερωτηθείς για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, επανέλαβε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η ολοκλήρωσης της συνταγματικής θητείας, δηλαδή τον Οκτώβριο του 2019.