Τα επίδικα των προσεχών εκλογικών αναμετρήσεων, το μεγάλο στοίχημα για «την Ευρώπη που θέλουμε και για την οποία παλεύουμε», η άνοδος του φασισμού και της ρητορικής μίσους, η εμπειρία του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ και οι σχέσεις με το HDP, βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνέντευξης που έδωσε η βουλευτής Β’ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ, Αννέτα Καββαδία, στο τουρκικό ανεξάρτητο ειδησεογραφικό πρακτορείο BIANET.
Μιλώντας και με την ιδιότητα της επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης και Α΄ Αντιπροέδρου της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής, η κ. Καββαδία σημείωσε στη συνέντευξή της πως τον Ιούλιο του 2015 «αναγκαστήκαμε να κάνουμε μια εξαιρετικά δύσκολη για εμάς επιλογή, τόσο ιδεολογικά όσο και πολιτικά» καθώς «η Ευρώπη δεν ήταν έτοιμη να αποδεχθεί τις θεμιτές, δημοκρατικές και ουσιαστικές προτάσεις μας και ότι ο νεοφιλελευθερισμός και η λιτότητα ήταν ένα συμπαγές δόγμα που πήγαινε πέρα και πάνω από οποιαδήποτε δημοκρατική νομιμοποίηση».
Ωστόσο, παρά τα εμπόδια «επιλέξαμε να μην εγκαταλείψουμε τη μάχη, να μην συναινέσουμε σε αυτούς που θεωρούσαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μια παρένθεση» και «κοιτάζοντας πίσω, μπορούμε να πούμε ότι κάναμε τη σωστή επιλογή, όσο σκληρή και αν ήταν τότε».
Σε ερώτηση για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, η κ. Καββαδία τόνισε πως «οι υφιστάμενες πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις στην Ευρώπη δεν επέλεξαν να ακολουθήσουν τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ άλλων, και όλων των δημοκρατικών και προοδευτικών κοινωνικών δυνάμεων της ηπείρου» με συνέπεια των επιλογών αυτών να δημιουργηθεί, «ένας αναγεννημένος, νέος τύπος φασισμού».
Ως «απάντηση» σε αυτή την κατάσταση, υπάρχει, είπε «μια συγκεκριμένη επιλογή σήμερα: ένας πανευρωπαϊκός συνασπισμός από εκείνες τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις, που θα καθοδηγούνται από τις αρχές και το παράδειγμα της δημοκρατικής Αριστεράς, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα κοινό μέτωπο ενάντια τόσο στο νεοφιλελευθερισμό όσο και στον ακροδεξιό λαϊκισμό».
Τέλος αναφέρθηκε και στο προσφυγικό, λέγοντας πως δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κρίση», καθώς δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο, αλλά κάτι πιο μακροπρόθεσμο.