«Το βλέμμα μας είναι προσηλωμένο στο πώς η ανοιχτή μάχη των εθνικών εκλογών θα καταφέρει να αντιστρέψει το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και να δώσει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να έχει μία ακόμη θητεία, προκειμένου να υλοποιήσει το κοινωνικό της πρόγραμμα», τόνισε η Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στον τηλεοπτικό σταθμό «KONTRA».
Μπροστά στους πολίτες υπάρχουν «δύο ανταγωνιστικά μεταξύ τους πολιτικά σχέδια, που αφορούν το ποιος θα κυβερνήσει τον τόπο την επόμενη μέρα και με ποιο πρόγραμμα», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι «το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας με αύξηση μισθών, στοχευμένη μείωση της φορολογίας για τα μεσαία εισοδήματα, ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και υποστήριξη των νέων».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «το έργο που έχουμε κάνει συνιστά εχέγγυο αξιοπιστίας, ότι αυτά μπορούν να γίνουν πραγματικότητα. Όταν μιλάμε για νέες αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας με αύξηση μισθών, έχουμε ήδη πίσω μας μία δουλειά όπου αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό, καταργήσαμε τον υποκατώτατο μισθό, επαναφέραμε τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας για να μπορούν να αυξάνονται οι μισθοί στους κλάδους, δημιουργήθηκαν 370.000 θέσεις εργασίας, μειώθηκε η ανεργία κατά 8 μονάδες. Αυτά δεν είναι αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες των ανθρώπων, δεν είναι αρκετά για να αντιστρέψουν τον κοινωνικό όλεθρο που παραλάβαμε, όμως είναι οπωσδήποτε ένα δείγμα γραφής. Τα πεπραγμένα μας συνιστούν εχέγγυο αξιοπιστίας».
Αντιθέτως, πρόσθεσε, «όταν ο κύριος Μητσοτάκης μιλάει για νέες δουλειές και η ΝΔ ήταν το κόμμα που εκτίναξε την ανεργία στο 28% ως κυβέρνηση, με απώλεια περισσότερων από 1 εκατ. θέσεων εργασίας και μείωση του κατώτατου μισθού με νόμο, δεν θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα αξιόπιστος. Όσες φορές ο κ. Μητσοτάκης έχει μιλήσει ελεύθερα για το πρόγραμμά του περιγράφει μία αγορά εργασίας στην οποία δεν υπάρχουν κανόνες και ρυθμίσεις προστασίας για τους εργαζόμενους. Την περίοδο 2010-2014 στη χώρα μας έγινε συρρίκνωση του κόστους εργασίας, έγινε μείωση μισθών και απορρύθμιση του πλαισίου προστασίας της εργασίας, το οποίο ο κ. Μητσοτάκης θεωρεί ανελαστικό. Η συνταγή της ΝΔ πέρα από κοινωνικά προβληματική έχει αποδειχτεί και οικονομικά αναποτελεσματική».
Η κ. Αχτσιόγλου σημείωσε, επίσης, ότι «ο κ. Μητσοτάκης μιλά αρκετά συχνά για μείωση δαπανών. Οι δαπάνες του κράτους είναι συγκεκριμένες, μισθοί, συντάξεις και πέντε μεγάλα επιδόματα: Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, οικογενειακά επιδόματα, επιδόματα αναπηρίας, επίδομα ανεργίας και το στεγαστικό επίδομα που θεσμοθετήσαμε το 2019. Όταν ο κ. Μητσοτάκης αναφέρεται σε μείωση δαπανών, ποια από αυτά θα κόψει ; Γιατί δεν λέει ;».
Αναφορικά με τις προτάσεις της ΝΔ για την κοινωνική ασφάλιση υπογράμμισε ότι «πρέπει να εξηγείται καθαρά στον κόσμο πως όταν παίρνεις πόρους από το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και τους μεταφέρεις στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, δημιουργείται σοβαρή τρύπα που καθιστά αδύνατη την πληρωμή των σημερινών συντάξεων. Αυτό είναι το βασικό μειονέκτημα της πρότασης της ΝΔ. Αυτό που εισηγείται ο κ. Μητσοτάκης είναι να πάρουμε τις εισφορές από το δημόσιο σύστημα και να τις μεταφέρουμε στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες».
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, απαντώντας σε ερώτηση για την αποχώρηση του Ευ. Βενιζέλου από το ΚΙΝΑΛ, τόνισε ότι «αναδεικνύει το στρατηγικό αδιέξοδο του Κινήματος Αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί τον πόλο που συγκροτεί γύρω του όλες τις προοδευτικές δυνάμεις και τις εκφράζει με έναν στιβαρό τρόπο και η ΝΔ συγκροτεί τον πόλο της δεξιάς η οποία εκφράζει μία συντηρητική κατεύθυνση για τη χώρα. Σε αυτό το δίλημμα, το ΚΙΝΑΛ επιμένει, όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις της κ. Γεννηματά, σε έναν μονομέτωπο αγώνα εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Νομίζω ότι βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τις αγωνίες του προοδευτικού κόσμου αυτού του τόπου. Από την πλευρά μας, αυτό που λέμε είναι να αγνοήσει ο κόσμος αυτά τα παιχνίδια για τις μικροεξουσίες και τις θέσεις, τα οποία εξάλλου προκαλούν και την αποστροφή του κόσμου, και να συμπορευτούν σε αυτή την πολύ μεγάλη προσπάθεια, τον πολύ μεγάλο αγώνα, για να έχουμε συνέχεια με μία προοδευτική διακυβέρνηση στον τόπο».