-Ο «συμβολισμός» του Ιουλίου και γιατί σήμερα δεν κλείνει μόνο μια τετραετία αλλά μια ολόκληρη ιστορική περίοδος
-Η επιβεβαίωση του «κανόνα» για το πολιτικό κόστος των μνημονίων
Έχουμε συνηθίσει σε κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις οι πολιτικοί αναλυτές και τα στελέχη των κομμάτων να λένε ότι «κλείνει ο κύκλος της Μεταπολίτευσης».
Στην πραγματικότητα αυτός ο κύκλος έχει «κλείσει» πολλές φορές μέχρι τώρα. Με πρώτη τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981, που από μόνη της ολοκλήρωσε την πρώτη δύσκολη και «επιφυλακτική» μεταδικτατορική περίοδο για να ανοίξει έναν δεύτερο κύκλο της Μεταπολίτευσης. Με τη σειρά του αυτός «έκλεισε», κατά πολλούς, με την επικράτηση του Κ. Σημίτη και του εκσυγχρονιστικού ρεύματος εντός του ΠΑΣΟΚ, που εκφράστηκε σε επίπεδο διακυβέρνησης επί αρκετά χρόνια, «διαπερνώντας» οριζόντια και κάθετα το πολιτικό σκηνικό.
Σήμερα, κλείνει όπως όλα δείχνουν, ένας διπλός κύκλος της Μεταπολίτευσης.
Και τούτο γιατί αυτές οι εκλογές του Ιουλίου, έγιναν 45 χρόνια μετά τον Ιούλιο του 1974, όταν η τότε «κυβέρνηση εθνική ενότητας» επιχειρούσε τα πρώτα δειλά βήματα εκδημοκρατισμού εν μέσω της Κυπριακής τραγωδίας.
Ταυτόχρονα όμως γιατί με την απελθούσα διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ολοκληρώνεται το πέρασμα από την εξουσία όλων των κομμάτων του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου», δηλαδή πλην της ακροδεξιάς με τη σύγχρονη μορφή της.
Από τη Νέα Δημοκρατία του ιδρυτή της Κωνσταντίνου Καραμανλή και το ΠΑΣΟΚ του ιδρυτή του Ανδρέα Παπανδρέου, μέχρι την τωρινή «πρώτη φορά Αριστερά» του Αλέξη Τσίπρα. Με όλους όσοι μεσολάβησαν σε αυτούς τους κομματικούς σχηματισμούς και τις μεταλλάξεις τους, αλλά και τη συμμετοχή του ΚΚΕ μέσω του ενιαίου Συνασπισμού στο «εγχείρημα» του 1989 και μετέπειτα της Οικουμενικής.
Τώρα λοιπόν μπορούν να βγουν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα.
Το πρώτο, ότι επιβεβαιώνεται ο «κανόνας» πως όλες οι κυβερνήσεις, στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, που εφάρμοσαν μνημόνιο, κατέρρευσαν στη συνέχεια πολιτικά και εκλογικά.
Το δεύτερο, έχει ως δεδομένο πως οι εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019, διενεργήθηκαν με τους εκλογικούς καταλόγους της Β’ Αναθεώρησης του 2019, δηλαδή περιλαμβάνουν όλες τις μεταβολές που επήλθαν έως και τις 30 Απριλίου. Έτσι μπορούν να θεωρηθούν ως η πιο «φρέσκια» αποτύπωση του σημερινού εκλογικού σώματος και της βούλησής του. Έτσι το αποτέλεσμα της κάλπης, με τα συντριπτικά χαρακτηριστικά του υπέρ της Ν.Δ. αποκτά μια διαφορετική διάσταση.
Από αυτή την άποψη, σήμερα δεν κλείνει απλά η τετραετία διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μια ολόκληρη ιστορική περίοδος. Στο τελευταίο κομμάτι της οποίας, από το 2009 και μετά, η Ελλάδα ήταν μια χώρα περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας λόγω της άμεσης εξάρτησης από τους δανειστές.
Το σίγουρο είναι πως η επόμενη κυβέρνηση, μπορεί να βρίσκεται υπό το «βλέμμα» μιας σκληρής εποπτείας, αλλά δεν κουβαλάει το βάρος της εφαρμογής ενός μνημονίου.
Έτσι, θεωρητικά τουλάχιστον, έχει τις προϋποθέσεις ώστε να μηδενίσει το «ρολόι της ιστορίας» και να ξεκινήσει από την αρχή. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία.
Το εάν και κατά πόσο έχει τη βούληση να το κάνει, είναι κάτι που θα φανεί από πολύ νωρίς. Από το «μήνυμα» που θα δοθεί ήδη από αύριο και πάντα σε συνάρτηση με τις ραγδαίες αλλαγές που γίνονται γύρω μας, τόσο εντός, όσο και εκτός στο «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» και στον κόσμο γενικότερα.
Γιατί αν «ανοίξουμε» το βλέμμα μας θα δούμε ότι μάλλον είχε δίκιο ο Αντόνιο Γκράμσι: «Ο παλιός κόσμος πεθαίνει, ο καινούργιος παλεύει να γεννηθεί. Ζούμε στην εποχή των τεράτων».
Σε κάθε περίπτωση, όσοι τώρα παίρνουν τα ηνία θα πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη…