“Η Ελλάδα διαθέτει πλέον ένα σύγχρονο και διαφανές σύστημα αναδοχής και υιοθεσίας, που μπορεί να συνδέσει γρήγορα παιδιά με γονείς που θέλουν να τους προσφέρουν τη θαλπωρή του οικογενειακού περιβάλλοντος”.
Αυτό δήλωσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια της σημερινής επίσκεψής του στο κέντρο προστασίας παιδιών “Η Μητέρα”.
Η λειτουργία του ψηφιακού συστήματος, που διαθέτει πια πλήρη βάση δεδομένων ώστε να συνδέει αποτελεσματικά παιδιά με γονείς, έρχεται λίγους μήνες μετά τη δέσμευση του πρωθυπουργού -τον περασμένο Δεκέμβριο- ότι έως το τέλος του 2020 οι κοινωνικές υπηρεσίες θα είχαν αποκτήσει συνολικό έλεγχο της πληροφορίας, με την εγγραφή όλων των ανηλίκων που εμπίπτουν στο ηλεκτρονικό εθνικό μητρώο αναδοχής και υιοθεσίας.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε επίσης ότι η κοινωνική πρόνοια θα ενισχυθεί, με έμφαση στις υπηρεσίες που μεριμνούν για παιδιά. “Έχουμε χρηματοδοτήσει πολύ πιο ενεργά την Υγεία και θα ήθελα να μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και για τα ζητήματα που αφορούν την πρόνοια και ειδικά τα ζητήματα που αφορούν στο παιδί. Ξέρετε τους περιορισμούς τους οποίους έχουμε, αλλά είναι βέβαιο ότι ο κορονοϊός μας υποχρέωσε να κάνουμε και μία συνολική αναδιάταξη κάποιων προτεραιοτήτων. Από αυτή την πλευρά, σίγουρα η πρόνοια δεν θα είναι χαμένη. Θα είναι ωφελημένη”, ανέφερε.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, συνοδευόμενος από την Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Δόμνα Μιχαηλίδου, ενημερώθηκε για τη λειτουργία του βελτιωμένου συστήματος, συνομίλησε με εργαζόμενους και εθελοντές στη μονάδα “Η Μητέρα”, επισκέφτηκε κοιτώνες όπου διαμένουν παιδιά διάφορων ηλικιών, ενώ είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με υποψήφιους γονείς, οι οποίοι του μετέφεραν τις ανησυχίες και τις εμπειρίες τους τόσο από το νέο σύστημα όσο και από το παλιό.
Κατά τη συζήτηση με τη διοίκηση και το προσωπικό του ιδρύματος, σημειώθηκε ότι το αναβαθμισμένο σύστημα υιοθεσίας και αναδοχής δεν θα κάνει διαχωρισμούς σε βάρος παιδιών που έχουν προβλήματα υγείας ή κινητικές δυσκολίες, ενώ επισημάνθηκε η σημασία να διευκρινιστούν οι διαφορές ανάμεσα στην αναδοχή και την υιοθεσία, δεδομένου ότι οι αιτήσεις για την πρώτη είναι σταθερά λιγότερες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε επίσης ότι το σύστημα θα παραμερίσει τα γραφειοκρατικά εμπόδια του παρελθόντος δίχως εκπτώσεις στην αξιολόγηση των αιτήσεων για αναδοχή ή υιοθεσία. Στόχος, τόνισε, είναι τα παιδιά να μην παραμένουν σε δομές προστασίας για αχρείαστα μεγάλο χρονικό διάστημα εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αναδοχής ή υιοθεσίας.
“Πρέπει να είναι ξεκάθαρη η κεντρική κατεύθυνση της πολιτικής μας: Εάν υπάρχει οικογένεια που θέλει παιδί και παιδί το οποίο μπορεί να πάει σε οικογένεια και μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι αυτό το πάντρεμα μπορεί να γίνει, πρέπει να γίνεται συντομότερα παρά αργότερα”, είπε. Τα παιδιά θα πρέπει να τοποθετηθούν σε σπιτικά όπου “θα μείνουν και θα έχουν την αγάπη και την φροντίδα που τους αξίζει”, προσέθεσε.
Στη συνάντησή του με γονείς, κάποιοι εκ των οποίων είχαν βιώσει μεγάλες καθυστερήσεις στην διαδικασία αναδοχής ή υιοθεσίας στο παρελθόν, τονίστηκε ότι το νέο σύστημα μειώνει την αναμονή αλλά ταυτόχρονα καταπολεμά “μαύρες” συναλλαγές. “Η διαφάνεια είναι η θεραπεία για την παρανομία τελικά. Εάν δεν μπορείς να παρέμβεις, αν δεν μπαίνει ανθρώπινο χέρι, αν δεν υπάρχει ανθρώπινη παρέμβαση, δεν υπάρχει και υπόνοια συναλλαγής μετά”, δήλωσε.
Τα βήματα που έχουν γίνει
Από τις αρχές του 2020 η κυβέρνηση έχει προβεί σε σειρά ενεργειών ώστε να αναβαθμίσει, να ψηφιοποιήσει και να καταστήσει πλήρως λειτουργικό το σύστημα αναδοχής και υιοθεσίας, το οποίο αποτελεί πυλώνα της μέριμνας για τα παιδιά που χρειάζονται προστασία.
Τον Ιανουάριο ολοκληρώθηκε η καταγραφή όλων των ανηλίκων που διαβιούν σε μονάδες προστασίας και φιλοξενίας. Ακολούθησε η εκπαίδευση 130 επαγγελματιών οι οποίοι έχουν ως αποστολή να προετοιμάσουν τους υποψήφιους γονείς σχετικά με τις ανάγκες της αναδοχής ή της υιοθεσίας.