Παρέμβαση από τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης
Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκης Βορίδης, μιλώντας στον ΑΝΤ1, ξεκαθάρισε ότι οι εικόνες που έρχονται από την Αγία Σοφία, καταδεικνύουν τη βαρβαρότητα του Ερντογάν και την περιφρόνηση του σε παγκόσμιες πολιτιστικές αξίες και χριστιανικά σύμβολα, προσθέτοντας, “αυτή είναι η ταυτότητα του τουρκικού κράτους και του Ερντογάν”.
Ο κ. Βορίδης τόνισε ότι η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης στις τελευταίες συνεχόμενες προκλήσεις της Άγκυρας, ήταν επιτυχημένη σε όλα τα επίπεδα. Τελευταίο παράδειγμα η “ψευδο- NAVTEX” στο Καστελόριζο η οποία επί της ουσίας ακυρώθηκε από την αποφασιστική αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης.
Έσπευσε όμως να παρατηρήσει ότι η απειλή παραμένει και η αναδίπλωση της Άγκυρας είναι μια κίνηση τακτικής καθώς η επιδίωξη της Τουρκίας είναι να γίνει ο “τροχονόμος της περιοχής” και η ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου.
Κληθείς να σχολιάσει το ενδεχόμενο διαλόγου με την Τουρκία, ο κ. Βορίδης απάντησε κατηγορηματικά ότι διάλογος κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να γίνει. “Πάγια θέση της Ελλάδας είναι ότι διάλογος μπορεί να γίνει μόνο για την υφαλοκρηπίδα”, συμπλήρωσε ο κ. Βορίδης. Επεσήμανε όμως ότι καλό είναι να υπάρχουν άτυποι δίαυλοι επικοινωνίας.
Σε ότι αφορά το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ο κ. Βορίδης είπε ότι για να υπάρξει μια τέτοια προσφυγή θα πρέπει οι δυο πλευρές που προσφεύγουν να έχουν συμφωνήσει για το περιεχόμενο της διαφωνίας τους και κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία.
Στη συνέχεια ο κ. Βορίδης αναφερόμενος στην κριτική που δέχεται η κυβέρνηση για τα τελευταία μέτρα που ανακοινώθηκαν για τον κορονοϊό και την επέκταση της υποχρεωτικής χρήσης της μάσκας, απάντησε ότι είναι λογικό να υπάρχει “μπρος-πίσω” στις οδηγίες και τα μέτρα καθώς τα δεδομένα αλλάζουν συνεχώς και επανεκτιμούνται.
Επίσης σε ότι αφορά τους εργάτες γης που μπήκαν από βαλκανικές χώρες στην Ελλάδα, είπε ότι μπήκαν με ειδική διαδικασία για να υπάρχει προστασία από τον κορονοϊό κι όχι ως τουρίστες. Η πλειοψηφία των 11.000 εργατών που ήρθε στη χώρα μας, κατευθύνθηκε στην Πέλλα και την Ημαθία, όπου δεν παρατηρήθηκε έξαρση κρουσμάτων.