Πυρά σε ΣΥΡΙΖΑ και Αλέξη Τσίπρα
Στην αντεπίθεση πέρασε μετά τη «διαγραφή» του από τον ΣΥΡΙΖΑ ο Σταύρος Κοντονής, καθώς σε συνέντευξή του ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρει ότι «οι ανάξιες ηγεσίες γίνονται αδίστακτες».
Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης μίλησε στα «ΝΕΑ» και όπως φαίνεται βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση με τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο Σταύρος Κοντονής επανέλαβε τη δήλωσή του ότι είχε εγκαίρως διατυπώσει ενστάσεις σχετικά με τον νέο Ποινικό Κώδικα αλλά δεν εισακούστηκαν, ενώ παράλληλα εκφράζει τις απόψεις του σχετικά με την εσωστρέφεια και τα προβλήματα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το timing για την κοινοποιήση των ενστάσεών του για τον Ποινικό Κώδικα, ο κ. Κοντονής αναφέρει: «Δεν μου προκαλούν εντύπωση αυτού του τύπου οι κατηγορίες. Είναι η συνήθης πρακτική όταν ένα κόμμα αποφεύγει να μιλήσει επί της ουσίας των όσων αναφέρονται και προβάλλει ζητήματα συγκυρίας για να κατασκευάσει εσωτερικούς εχθρούς. Ομως η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που παρουσιάζει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
»Κατ’ αρχάς για τα προβλήματα που θα προέκυπταν από την εφαρμογή του νέου ΠΚ είχα για πρώτη φορά μιλήσει στη Βουλή κατά τη συζήτηση ψήφισης του νέου ΠΚ, ζητώντας, εφόσον ψηφιστεί, να μην ισχύσει αμέσως, αλλά να καθυστερήσει η έναρξη ισχύος για να γίνουν οι αναγκαίες διορθώσεις και να αποφύγουμε το πολιτικό κόστος ορισμένων προβληματικών διατάξεων, κυρίως της μετατροπής του κακουργήματος της δωροδοκίας σε πλημμέλημα. Αυτό γιατί κατά τον χρόνο ψήφισης του νέου Κώδικα ήταν σε εξέλιξη μεγάλες δίκες που σχετίζονταν με υποθέσεις εκτεταμένης διαφθοράς και διαπλοκής της κυβερνητικής περιόδου του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οι οποίες θα οδηγούντο σε παραγραφή και απαλλαγή όλων των εμπλεκομένων, χωρίς να ερευνηθεί η ουσία των υποθέσεων αυτών. Δεν εισακούστηκα και σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στα αποτελέσματα απαράδεκτων χειρισμών και μεθοδεύσεων.»
Και προσθέτει ο Σταύρος Κοντονής: «Δυστυχώς, όταν προειδοποιούσα ότι τα δυσάρεστα αποτελέσματα προβληματικών διατάξεων, οι οποίες εξέθεταν πολιτικά την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θα τα βρίσκαμε μπροστά μας, κανένας δεν άκουγε. Το χειρότερο όμως είναι ότι αντί έστω και τώρα η υπόλογη ηγετική ομάδα ν’ αναγνωρίσει το σοβαρό ατόπημα και ν’ αναλάβει την πολιτική ευθύνη, προσπαθεί να συσκοτίσει την υπόθεση περί της χρονικής στιγμής της αναφοράς μου, σαν να ήταν η πρώτη φορά που μίλησα γι’ αυτό το ζήτημα. Να γνωρίζουν ότι δεν θα είναι ούτε η τελευταία. »
Σχετικά με την εφαρμογή των νέων διατάξεων στην περίπτωση των καταδικασμένων για την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής αναφέρει: «Στους καταδικασθέντες νεοναζί δεν θα επιβληθεί η παρεπόμενη ποινή της στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων. Γι’ αυτό σήμερα τους βλέπετε όλους, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, να προσπαθούν να μπαλώσουν το κενό με τροπολογία στον εκλογικό νόμο, η οποία φυσικά δεν έχει τον χαρακτήρα ποινής, αλλά αποτελεί διοικητικό μέτρο. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να απαλειφθούν τα προαναφερόμενα άρθρα από τον Κώδικα.
»Θα αναφέρω όμως, και αυτό το κάνω για δεύτερη φορά, κάτι που θεωρώ άξιο προσοχής: οι νεοναζί τιμωρήθηκαν με βάση τον νέο Ποινικό Κώδικα, στον οποίο η διάρκεια της πρόσκαιρης κάθειρξης, για όλα τ’ αδικήματα και όχι μόνο για τη διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δεκαπέντε (15) χρόνια, αντί της 20ετίας που προβλεπόταν στον προϋφιστάμενο Ποινικό Κώδικα, επειδή είναι ευμενέστερη διάταξη. Συγχρόνως η έκτιση της ποινής και η υφ’ όρων απόλυση θα πραγματοποιηθούν με τις διατάξεις του προηγούμενου Ποινικού Κώδικα (άρθρο 105) και όχι με τη διάταξη του νέου ΠΚ (άρθρο 105β) που είναι σαφώς επαχθέστερη για τους καταδικασθέντες έναντι της παλαιάς.
Δυστυχώς και σ’ αυτό το σημείο ο μηχανισμός προπαγάνδας του ΣΥΡΙΖΑ διατείνεται ψευδώς ότι δήθεν θα εφαρμοστεί η αυστηρότερη διάταξη του νέου ΠΚ και όχι η ευμενέστερη του προηγούμενου. Είναι προφανές ότι μετά την αποκάλυψη της όλης κατάστασης επιδιώκουν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, ευελπιστώντας ότι μέχρι την ώρα των αποφυλακίσεων κανένας δεν θα θυμάται τα όσα σήμερα συζητούνται.
«Πώς είναι δυνατόν να έχω ψηφίσει κάτι για το οποίο δεν διενεργήθηκε ονομαστική ψηφοφορία; Οπως προανέφερα, στην ομιλία μου στη Βουλή είχα ζητήσει στο τέλος να ψηφιστούν οι κώδικες υπό την προϋπόθεση ότι θα μετετίθετο η έναρξη ισχύος, άποψη για την οποία επιχειρηματολόγησα επί μακρόν, εκλιπαρώντας να μη δίνουμε όπλα στους πολιτικούς μας αντιπάλους, οι οποίοι είχαν διαπρέψει κατά το παρελθόν σε «στιγμιαίες» τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, προς δόξαν της διαπλοκής και της απαλλαγής πολλών κατηγορουμένων.
Σε μια άνευ προηγουμένου δόλια διαστρέβλωση των όσων είπα, η «Αυγή» και άλλες ιστοσελίδες φιλικές προς την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ εμφάνισαν τις τελευταίες γραμμές της ομιλίας μου, αποκρύπτοντας όλα τα άλλα περί του χρόνου ισχύος. Τους αφήνω στη κρίση όσων πολέμησαν τέτοιες μεθόδους στη μακρά ιστορία της Ανανεωτικής Αριστεράς και όσων υπήρξαν θύματα ανάξιων ηγεσιών, οι οποίες για να επιβιώσουν καθίσταντο αδίστακτες.
Σχετικά με τη διαγραφή του, ο Σταύρος Κοντονής αναφέρει: «Από την πρώτη στιγμή δήλωσα ότι αποδέχομαι τη διαγραφή μου, η οποία αποφασίστηκε λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της 8ης προς την 9η Οκτωβρίου από το γραφείο Τύπου. Ηταν μια διαδικασία που τους χαρακτηρίζει και δεν τη σχολιάζω.
Ερωτηθείς εάν δεν ήταν βαρύς ο χαρακτηρισμός του για τους τέως συντρόφους του ως «ψεύτες και συκοφάντες» ή για «σταλινικές μεθόδους», ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης απαντά: «Ποτέ δεν χαρακτήρισα κανέναν. Χαρακτήρισα την ανακοίνωση του γραφείου Τύπου ως μνημείο συκοφαντίας και σταλινισμού και αρνήθηκα να την κρίνω περαιτέρω όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίστηκε ότι δήθεν αναπαράγω ψευδείς ειδήσεις της ΝΔ. Την επόμενη μέρα στελέχη του κόμματος σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές τοποθετήσεις τους με παρουσίασαν ότι εξυπηρετώ αλλότρια συμφέροντα και ότι ο ρόλος μου είναι ύποπτος! Αν όλα αυτά δεν αποτελούν μνημείο συκοφαντίας και σταλινισμού, τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους.
Για την εσωστρέφεια στον ΣΥΡΙΖΑ, ο Σταύρος Κοντονής επισημαίνει: «Οι πάντες παρακολουθούν σήμερα την απόλυτη εσωστρέφεια και ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ ν’ αντιστοιχηθεί με τις ανάγκες της κοινωνίας, παρά την κραυγαλέα αποτυχία της δεξιάς κυβέρνησης σε όλα σχεδόν τα ανοιχτά μέτωπα. Η μάχη ομάδων και μηχανισμών εντός του κόμματος για τη νομή της εξουσίας είναι πρωτοφανής. Δεν αγωνιστήκαμε να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ ενιαίο κόμμα και να καταργηθούν οι συνιστώσες για να παρακολουθούμε να εμπεδώνεται μια ιδιότυπη πολιτική αναξιοπιστία του εγχειρήματός μας. Οσοι επικροτούν μια τέτοια πορεία, ας την ακολουθήσουν. Εμένα ούτε με ενδιαφέρει, ούτε με αφορά.»