Αναβαθμίζεται σε Ανεξάρτητη Αρχή η Επιτροπή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (αποκαλούμενη επιτροπή για το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος), σύμφωνα με το σχέδιο νόμου που παρουσίασε σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χαρ. Καστανίδης.
Η αναβάθμιση αυτή υλοποιείται προκειμένου να ανταποκριθεί η Αρχή “επιτυχέστερα στις προκλήσεις που θέτουν η ποικιλομορφία και ποσοτική εξάπλωση του εθνικού και διασυνοριακού οικονομικού εγκλήματος και ο διαρκής εκσυγχρονισμός των τεχνικών που χρησιμοποιούνται για την αθέμιτη διακίνηση και απόκρυψη κεφαλαίων”, όπως επισημαίνεται στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου.
Παράλληλα, αναβαθμίζεται και ο μηχανισμός ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης (“πόθεν έσχες”) έτσι ώστε να είναι πλέον ουσιαστικός ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που στοιβάζονται κάθε χρόνο κατά χιλιάδες στο κτίριο του Αρείου Πάγου.
Ακόμη, βελτιώνεται η διαδικασία που ακολουθείται για την εφαρμογή των μέτρων δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων και των λοιπών, οικονομικών κυρίως, κυρώσεων που επιβάλλονται με αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και με κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε βάρος φυσικών ή νομικών προσώπων. Και αυτό γιατί η προβλεπόμενη σήμερα (ν. 3691/2008) εμπλοκή του υπουργού Οικονομικών και η παρεμβαλλόμενη από μέρους του απόφαση για την επιβολή των διαταχθέντων μέτρων και κυρώσεων δημιουργεί περιττές καθυστερήσεις και αντίκειται στην αρχή της άμεσης εκτελεστότητας των εν λόγω αποφάσεων και κανονισμών.
Σκοπός της νέας Αρχής
Ειδικότερα, σκοπός της νέας Αρχής είναι η λήψη και εφαρμογή των αναγκαίων εκείνων μέτρων για την πρόληψη και καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που υποχρεούνται στην υποβολή των δηλώσεων αυτών.
Η Αρχή συγκροτείται από έντεκα μέλη με τριετή θητεία και πρόεδρός της (πλήρους απασχόλησης) ορίζεται ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός εν ενεργεία ο οποίος θα επιλέγεται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικασιοσύνης. Τα άλλα μέλη της Αρχής θα διορίζονται ύστερα από πρόταση των υπουργών Δικαιοσύνης, Θαλασσίων Υποθέσεων, Οικονομικών, Εξωτερικών και Προστασίας του Πολίτη, όπως επίσης και με πρόταση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος και του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Η Αρχή απαρτίζεται από τρεις αυτοτελείς μονάδες που είναι: 1) Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών, 2) Οικονομικών Κυρώσεων κατά Υπόπτων Τρομοκρατίας και 3) Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (“πόθεν έσχες”). Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η Αρχή έχει πρόσβαση σε κάθε μορφής δημόσιο αρχείο ή αρχείο Οργανισμού, ακόμη και σε αυτό του συστήματος “Τειρεσίας”.
Επίσης, ο πρόεδρος της Αρχής έχει το δικαίωμα να απαγορεύει την κίνηση τραπεζικών λογαριασμών και χρηματοπιστωτικών προϊόντων, να ανοίγει θυρίδες, όπως επίσης μπορεί να “παγώνει” τη μεταβίβαση ή εκποίηση περιουσιακών στοιχείων.
Τρομοκρατία
Η Μονάδα Οικονομικών Κυρώσεων κατά Υπόπτων Τρομοκρατίας της Αρχής συγκροτείται, πέραν του προέδρου από δύο μέλη, πλαισιώνεται δε από πέντε, αποσπώμενους από άλλους δημόσιους φορείς, υπαλλήλους, που κρίνονται αρκετοί για το περιορισμένο αντικείμενό της Μονάδας. Μάλιστα, ειδική μέριμνα λαμβάνεται για τη διασφάλιση της μυστικότητας των συνεδριάσεων της Μονάδας αυτής της Αρχής και της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που χειρίζεται.
Τέλος, η Μονάδα αυτή της Αρχής αναλαμβάνει την επιβολή αντίστοιχων μέτρων και κυρώσεων σε βάρος των προσδιοριζόμενων ως σχετιζόμενων με την τρομοκρατία φυσικών και νομικών προσώπων ή οντοτήτων. Καλύπτεται, έτσι, μια αδυναμία της χώρας μας ως προς τη δημιουργία ενός συστήματος ταχείας και αποτελεσματικής δέσμευσης των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων που εμπλέκονται σε τρομοκρατικές πράξεις, όπως επιτάσσει η απόφαση 1373/2001 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και όπως προβλέπεται στην Ειδική Σύσταση ΙΙΙ της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (FATF).