Η αμυντική εκβιομηχάνιση και οι διεθνείς συμμαχίες συζητήθηκαν στο πλαίσιο του 6ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών. Σύμφωνα με ανακοίνωση των διοργανωτών, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού Θάνος Ντόκος είπε ότι είναι μεγάλη αποτυχία για τη χώρα ότι δεν έχει σήμερα βιώσιμα ναυπηγεία. Ωστόσο, είπε ότι είναι αισιόδοξος ότι η χώρα θα εκμεταλλευτεί αυτό το «παράθυρο ευκαιρίας» που της ανοίγεται για εξέλιξη.
«Από γεωπολιτική διάσταση πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, δεν πρέπει να περιμένουμε ότι θα έρθει κάποιος από το εξωτερικό για να «βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά» για λογαριασμό μας. Υπάρχουν ευκαιρίες, τίποτα δεν θα μας έρθει ωστόσο δωρεάν, θα πρέπει να ξέρουμε τι θέλουμε να διεκδικήσουμε και να αποκτήσουμε», συμπλήρωσε.
Μπορούμε να αντιστρέψουμε την τάση διαρροής εγκεφάλων από τη χώρα μας, είναι μια ευκαιρία τόσο για την κρατική αμυντική βιομηχανία όσο και για τον ιδιωτικό τομέα να «τραβήξει» τέτοια μυαλά, υποστήριξε ο κ. Ντόκος. «Ο «νόμος Βενιζέλου» μπορεί να λειτούργησε αποτρεπτικά στο να γίνουν κάποια πράγματα, αλλά τα προβλήματα διορθώθηκαν και πλέον δεν αποτελεί πρόβλημα ή δικαιολογία».
«Το 30% της επένδυσης στο πρόγραμμα των φρεγατών πρέπει να μείνει στην χώρα μας. Πρόκειται για ένα μεγάλο ποσό. Από τα 5 δισ. ευρώ που είναι η συνολική αξία του προγράμματος, να μείνει το 1,5 δισ. ευρώ. Αυτό θα δώσει μία μεγάλη ανάσα στη χώρα και ώθηση στην αμυντική βιομηχανία», τόνισε και δήλωσε αισιόδοξος ότι η χώρα έχει τη δυνατότητα να απορροφήσει αυτά τα κονδύλια.
Ο ναύαρχος Κυριάκος Κυριακίδης, πρώην γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών, είπε ότι έπειτα από μία μακρά περίοδο αδράνειας, η αμυντική βιομηχανία έχει ξεκινήσει να είναι δραστήρια. Ωστόσο, τόνισε ότι καμία αμυντική βιομηχανία δεν είναι βιώσιμη μόνο επενδύοντας στην εγχώρια αγορά.
«Ο εξοπλισμός είναι μία ακριβή υπόθεση και δεν επιδέχεται καιροσκοπισμό και πανικό. Κάθε ανάπτυξη προγράμματος πρέπει να συνοδεύεται από μελέτη κόστους και ζωής», εξήγησε και αναφέρθηκε στην αποτυχία της κοινής πρότασης του 2010 με την Σχολή Ναυτικών Δοκίμων για την αγορά πολεμικού πλοίου αλλά και της πρότασης ΤΟΜΑ Κένταυρος – ΕΛΒΟ.
«Υπάρχει πολύ υλικό που θα μπορούσε η χώρα να εκμεταλλευτεί. Το υλικό θα μπορούσε να πωληθεί και να είναι επωφελές για τη χώρα», συμπλήρωσε ενώ τόνισε ότι η επιλογή εκποίησης εταιριών σε εταιρίες ξένων συμφερόντων δεν είναι η καλύτερη επιλογή. Θα ήταν προτιμότερη η ενδυνάμωση ή η συγχώνευση εταιριών ώστε να γίνει μία «πολυδιάστατη αμυντική βιομηχανία», σημείωσε.
Όπως αναφέρεται στην ίδια ανακοίνωση, ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας, Δημήτρης Παπακώστας είπε ότι η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μία φάση παρακμής στον χώρο της αμυντικής βιομηχανίας και ότι οι πρόσφατες κυβερνητικές πρωτοβουλίες για αναθέρμανση εξοπλιστικών προγραμμάτων είναι σημαντικές. «Οι αμυντικές βιομηχανίες δεν είναι μόνο οικονομικές οντότητες, είναι εθνικές οντότητες που εξυπηρετούν την άμυνα της χώρας ώστε να μπορούμε να ανταπεξέλθουμε σε περίπτωση εξωτερικής απειλής».
Μίλησε αναλυτικά για την ΕΑΒ και το πρόγραμμα προσλήψεων που έχει ξεκινήσει. «Μέχρι το τέλος του 2021 από 1.400 θα έχουμε 2.000 εργαζόμενους. Η ΕΑΒ βρέθηκε ανέτοιμη να αντιμετωπίσει τον φόρτο εργασίας εμπρόθεσμα, χωρίς αρκετή ανθρωποδύναμη. Τώρα προσλαμβάνουμε κυρίως νέα παιδιά, με κατάρτιση, όρεξη και ενθουσιασμό και πιστεύω ότι θα είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις». Όπως εξήγησε, η χώρα μας προχωρά ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα σε συνεργασία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, κάτι που μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για συνεργασίες σε εκπαιδευτικά προγράμματα και με άλλες χώρες.
Τέλος είπε ότι η αναβάθμιση των F-16 σε Viper, αλλά και τα αεροσκάφη P-3 αυξάνουν την ισχύ της χώρας μας και ότι η ΕΑΒ έχει αναλάβει το 30% του έργου επισκευής F-16 και C-130. «Ευελπιστούμε να βγούμε στον εξωτερικό και να ενισχύσουμε με αυτόν τον τρόπο τις διπλωματικές μας σχέσεις», συμπλήρωσε.