Συνέντευξη του υφυπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας
Η Ελλάδα είναι από τους στενότερους φίλους και συμμάχους της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), τονίζει σε συνέντευξη του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Μίχαελ Ροτ, ο οποίος επισκέφθηκε την περασμένη εβδομάδα την Ελλάδα και είχε επαφές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
«Πριν από σαράντα χρόνια, η Ελλάδα προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση -ή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (τότε)- και πολλοί Έλληνες έχουν κάθε λόγο να γιορτάζουν αυτό το εξαιρετικό γεγονός. Η Ελλάδα είναι ένας από τους στενότερους φίλους και συμμάχους μας εντός της ΕΕ. Ελπίζω πως οι Έλληνες αισθάνονται ότι μπορούν να βασίζονται σ’ εμάς», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μίχαελ Ροτ, επισημαίνοντας τις «στενές και αξιόπιστες» σχέσεις σε όλο το φάσμα των διμερών σχέσεων- από την οικονομία και την επιστήμη ώς την ευρύτερη πολιτική και τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των πολιτών στις δύο χώρες.
Στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με αφορμή την παρουσία του στη Θεσσαλονίκη, όπου βρέθηκε για να ενημερωθεί για την πορεία του έργου του Μουσείου Ολοκαυτώματος Ελλάδος, ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών μιλάει επίσης για το ευρωπαϊκό μέλλον της Τουρκίας, το προσφυγικό, την πανδημία και τις προοπτικές του τουρισμού το φετινό καλοκαίρι, ενώ απαντά και γιατί η Ελλάδα δεν προσκλήθηκε στη Διάσκεψη για τη Λιβύη.
Άνευ προηγουμένου κρίση για την ΕΕ η πανδημία
Κληθείς να σχολιάσει εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση στάθηκε στο ύψος των προσδοκιών των πολιτών της σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της Covid-19, ο Μίχαελ Ροτ υπογραμμίζει ότι η πανδημία ήταν μια άνευ προηγουμένου κρίση, «μια πρωτόγνωρη κατάσταση για όλους μας, δεν είχαμε κάποιο σχέδιο ή master plan», χαρακτηρίζει καλή και στραμμένη προς το μέλλον τη στρατηγική για τη θέσπιση μιας κοινής στρατηγικής εμβολιασμού.
Η κατάσταση με την πανδημία έδειξε ότι «η Ευρώπη είναι “κλειδί” για την προστασία των πολιτών», τονίζει, επισημαίνοντας παράλληλα ότι «είναι ευθύνη μας ν’ αντλήσουμε διδάγματα απ’ αυτή την κρίση». «Κατά τη γνώμη μου», αναφέρει χαρακτηριστικά, «πολλοί άνθρωποι θέλουν μια πιο κυρίαρχη και ικανή ΕΕ προκειμένου να προστατεύσει τους πολίτες της αλλά και την ίδια τη συζήτηση όχι μόνο για τα εμβόλια αλλά και για το οξυγόνο και τις μάσκες. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη κυριαρχία από την ΕΕ. Η εξάρτηση από την Κίνα, για παράδειγμα, σ’ αυτόν τον τομέα ήταν πολύ ισχυρή».
Η Ελλάδα ένας από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς για τους Γερμανούς
Με τις θερινές διακοπές για όλους τους Ευρωπαίους προ των πυλών και την κόπωση από την πανδημία να είναι έντονη, ο Μίχαελ Ροτ εκτιμά πως πολλοί συμπατριώτες του θα θέλουν ν’ απολαύσουν τις διακοπές τους όχι μόνο στο εσωτερικό της Γερμανίας αλλά και σε χώρες όπως η Ελλάδα, «που είναι ένας από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς για τους Γερμανούς».
Τονίζει ότι «οι Έλληνες πέρυσι χειρίστηκαν τα μέτρα εξαιρετικά επαγγελματικά», επισημαίνει ότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει αλλά παραμένει μια δύσκολη κατάσταση για όλους μας γι’ αυτό και θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά ενημερωμένοι, ενώ εκφράζει τη βεβαιότητα πως «με την υποστήριξη του ψηφιακού πιστοποιητικού Covid, πολλοί άνθρωποι θα έχουν την ευκαιρία να ταξιδέψουν σε μέρη και προορισμούς που αγαπούν», με την ελπίδα ότι θα είναι μια καλή αρχή αυτή για τον τουριστικό τομέα που, όπως άλλοι τομείς της οικονομίας, επλήγη από την κρίση.
Ο ίδιος πάντως θα περάσει φέτος τις διακοπές του στη Σαντορίνη, ενώ και πέρυσι «ψήφισε» Ελλάδα, αφού παρά τις δύσκολες συνθήκες πέρασε μια υπέροχη, όπως τονίζει, εβδομάδα στη Ρόδο, ενώ έναν χρόνο πριν είχε επισκεφθεί την Κρήτη και την Κω.
Η Τουρκία είναι μακριά από μια ευρωπαϊκή προοπτική
Ερωτηθείς για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, ο Μίχαελ Ροτ χαρακτηρίζει «πολύ ανησυχητικές» τις εξελίξεις στη χώρα, υπογραμμίζοντας πως η Τουρκία απέχει πολύ από την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Ως υποψήφια χώρα, η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της, διότι η ΕΕ δεν είναι απλώς μια ενιαία αγορά ή νομισματική ένωση. Είμαστε πρώτα απ’ όλα μια ένωση κοινών αξιών- δημοκρατίας, κράτους δικαίου, ελευθερίας λόγου, ελευθερίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας», λέει χαρακτηριστικά.
Σημειώνει, ωστόσο, ότι είναι προς το κοινό μας συμφέρον η Τουρκία να επιστρέψει στον σωστό δρόμο επειδή «μια Τουρκία που μοιράζεται τις ευρωπαϊκές μας αξίες κάνει τη Μεσόγειο, τη “γειτονιά”, πιο ασφαλή και πιο δημοκρατική».
«Είναι προς το κοινό μας συμφέρον αυτό και η Τουρκία πρέπει να σταματήσει αυτήν την επιθετικότητα στην περιοχή», σημειώνει και προσθέτει: «Η προσδοκία μου είναι ότι η Τουρκία θα παίξει πιο εποικοδομητικό ρόλο και είμαστε ευγνώμονες που τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις, σε συνομιλίες. Επειδή το μόνο που βλέπω είναι μια πολιτική λύση, μια διπλωματική και όχι μια στρατιωτική. Και η Μεσόγειος πρέπει να μας ενώνει και όχι να μας χωρίζει».
Αναγκαία μια κοινή πολιτική ασύλου για τη μετανάστευση
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση στο προσφυγικό- μεταναστευτικό, ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών τονίζει ότι «η κατάσταση στη Μεσόγειο, όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο, παραμένει δύσκολη και ανησυχητική», γεγονός που, όπως επισημαίνει, «υπογραμμίζει τη ζωτική σημασία ενός ολοκληρωμένου συμφώνου μετανάστευσης της ΕΕ».
«Αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναι μια κοινή πολιτική ασύλου για τη μετανάστευση που βασίζεται στην κοινή ευθύνη, την αλληλεγγύη και την ανθρωπότητα. Αυτό είναι το κλειδί», υπογραμμίζει. Ωστόσο, όπως λέει, «είμαστε πολύ μακριά από μια τέτοια λύση γιατί η εντύπωση μου είναι ότι οι νέες προτάσεις της Επιτροπής είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενες».
Ερωτηθείς εάν ανησυχεί για το ενδεχόμενο, με το καλοκαίρι προ των πυλών, η Τουρκία ν’ αυξήσει την προσφυγική πίεση, σημειώνει ότι «κανείς δεν μπορεί να εκβιάσει την ΕΕ εάν είμαστε ενωμένοι αλλά και αν τηρήσουμε τις υποσχέσεις μας», υπογραμμίζοντας πως «πρέπει να συνεχίσουμε την ισχυρή υποστήριξή μας προς τους μετανάστες και τους πρόσφυγες στην Τουρκία και δεν πρέπει να υποτιμούμε ότι η Τουρκία δέχθηκε περισσότερους από 4 εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες».
Αναφέρει, παράλληλα, πως «η συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ στη βάση της Κοινής Δήλωσης δεν είναι μόνο προς το συμφέρον μας, αλλά και προς το συμφέρον της Τουρκίας» και επομένως «και οι δύο πλευρές και ιδίως η Τουρκία πρέπει να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις τους».
Διάσκεψη για τη Λιβύη
Ερωτηθείς για τη Διάσκεψη για τη Λιβύη και τη δυσαρέσκεια που εκφράστηκε από την Ελλάδα για το γεγονός ότι δεν έλαβε πρόσκληση να συμμετάσχει σ’ αυτή, ο Μίχαελ Ροτ απαντά: «Είναι μια διαδικασία υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Εθνών, οπότε εναπόκειται στα Ηνωμένα Έθνη να απευθύνουν πρόσκληση στους Έλληνες φίλους μας. Εκτιμώ ιδιαίτερα ότι η Ελλάδα διαδραματίζει πολύ εποικοδομητικό ρόλο στην περιοχή και είναι σίγουρα ένας από τους βασικούς παράγοντες κι ελπίζω ότι θα υπάρξει μια καλή λύση στην προσεχή συνάντηση».
Είναι καιρός να προχωρήσει η κατασκευή του Μουσείου Ολοκαυτώματος
Ο Μίχαελ Ροτ, την περασμένη Παρασκευή κατέθεσε στεφάνι στο Μνημείο Ολοκαυτώματος, στην πλατεία Ελευθερίας, και στη συνέχεια ενημερώθηκε από την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης για την πορεία του έργου του Μουσείου Ολοκαυτώματος Ελλάδος, ενός έργου που στηρίζει σθεναρά αφού, όπως λέει, είναι πολύ κοντά στην καρδιά του. «Ήταν στις 26 Ιανουαρίου 2014 όταν εδώ, στη Θεσσαλονίκη, ήρθα για πρώτη φορά αντιμέτωπος μ’ αυτό το έργο», επισημαίνει κάνοντας μια αναδρομή, ενώ αναφερόμενος στη βοήθεια που παρέχει η Γερμανία στην υλοποίηση του, υπογραμμίζει ότι «δεν είναι μόνο τα χρήματα σημαντικά, είναι η προθυμία να υποστηρίξουμε ένα κρίσιμο, πολύ σημαντικό έργο».
Χαρακτηρίζει δε, «τεράστιο βήμα προς τα εμπρός» την ψήφιση από το ελληνικό κοινοβούλιο της τροπολογίας για το Μουσείο Ολοκαυτώματος, ευχαριστεί τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Πικραμμένο για την προσωπική, όπως υπογραμμίζει, αφοσίωσή του στο έργο και εκφράζει την ελπίδα ότι οι εργασίες ανέγερσης θα ξεκινήσουν εντός του τρέχοντος έτους.
Δεσμεύεται δε, ότι ο ίδιος θα βοηθήσει όπως μπορεί και η γερμανική πλευρά θα κάνει το καλύτερο δυνατό προκειμένου να προχωρήσει η ανέγερση του Μουσείου, η σημασία και η αξία του οποίου, όπως υπογραμμίζει, δεν είναι μόνο ελληνική, αλλά ευρωπαϊκή και διεθνής. «Είναι καιρός να προχωρήσουμε. Είμαστε όλοι πολύ περήφανοι που η Εβραϊκή Κοινότητα εδώ, στη Θεσσαλονίκη, ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια αυτό το έργο που τώρα πρέπει να υλοποιήσουμε», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Δεν κρύβει δε, την ανησυχία του για τα φαινόμενα αντισημιτισμού, λέγοντας πως πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. «Ο αντισημιτισμός παραμένει μια μεγάλη πρόκληση και απειλή για όλους μας, ιδίως στη Γερμανία. Ντρέπομαι για τις αντισημιτικές επιθέσεις στην κοινωνία μας», αναφέρει χαρακτηριστικά.