«Κανένας δε μπορεί να αμφισβητήσει την κυριαρχία των νησιών του Αιγαίου», δήλωσε η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών
Ζήτημα γερμανικών αποζημιώσεων, αλλά και των εξαγωγών των γερμανικών υποβρυχίων στην Τουρκία έθεσε ξεκάθαρα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, κατά τη συνάντησή του με τη Γερμανίδα υπουργό Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ, η οποία πραγματοποιεί επίσκεψη στην Αθήνα. Από την πλευρά της, η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε ότι η γερμανική κυβέρνηση «δεν θα επιτρέψει να υπάρξει καμία αμφιβολία ότι στεκόμαστε αλληλέγγυοι» και ξεκαθάρισε ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να αμφισβητεί την κυριαρχία των ελληνικών νησιών.
«Για την ελληνική κυβέρνηση, αλλά πολύ περισσότερο για την ελληνική κοινωνία το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων παραμένει ανοιχτό», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας, σε κοινές δηλώσεις με τη Γερμανίδα ομόλογό του, μετά τη συνάντησή τους. Σημείωσε δε πως η ρύθμισή του είναι ζήτημα αρχής, θα είναι αμοιβαία επωφελής και για τις δύο χώρες και θα βελτιώσει σημαντικά τις ελληνογερμανικές σχέσεις.
Ο κ. Δένδιας ευχαρίστησε την κυρία Μπέρμποκ για την επίσκεψή της στο μνημείο Ολοκαυτώματος των Ελλήνων Εβραίων και στα κρατητήρια της Κομαντατούρ, «δύο μνημεία που συμβολίζουν τις πιο σκοτεινές περιόδους των σχέσεων μεταξύ των χωρών μας, αλλά και της ανθρωπότητας».
«Εκτιμάμε την ανάληψη της ιστορικής ευθύνης, και μάλιστα από τη γενιά σου, η οποία ουδεμία σχέση έχει με ό,τι έγινε, αλλά θα θέλαμε η ανάληψη να είναι ισόρροπη», τόνισε.
Υπενθύμισε δε ότι κατά τη διάρκεια της υπουργίας του, έχει αποσταλεί ελληνική διπλωματική νότα προς τη γερμανική πλευρά.
«Η ρύθμισή του, που είναι κυρίως ένα θέμα αρχής, θα είναι αμοιβαία επωφελής και για τις δύο χώρες», υπογράμμισε.
Ακόμη ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών επισήμανε ότι έθεσε το ζήτημα των εξαγωγών γερμανικού πολεμικού υλικού στην Τουρκία, και κυρίως των υποβρυχίων τύπου 214, θέμα το οποίο έχει θέσει και ο πρωθυπουργός στον Γερμανό καγκελάριο.
Σημείωσε πως η ελληνική θέση είναι σαφής: «Τα υποβρύχια αυτά κινδυνεύουν να αλλάξουν την ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, υπέρ μιας χώρας που, αν και είναι μέλος του ΝΑΤΟ, έχει εκδώσει απειλή πολέμου, casus belli, εναντίον της Ελλάδας».
Υπενθύμισε πως η Τουρκία παραβιάζει την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα, της Ελλάδας κατέχει παράνομα έδαφος κράτους μέλους ΕΕ, της Κύπρου, κονιορτοποιεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδιαίτερα τα δικαιώματα των γυναικών και τα δικαιώματα Τύπου.
Ανέφερε δε πως η Ελλάδα έχει τα ίδια υποβρύχια, αλλά δεν απειλεί τους γείτονές της με πόλεμο, δεν είναι αναθεωρητική δύναμη και δεν έχει ασπαστεί αναθεωρητικά δόγματα. Τόνισε δε ότι και στη Γερμανία υπάρχουν τοποθετήσεις υπέρ της ελληνικής άποψης.
«Η Ελλάδα και η Γερμανία έχουν ως πυξίδα τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου», σημείωσε. «Είμαστε Ευρωπαίοι εταίροι και σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ εδώ και δεκαετίες και πρέπει να δείχνουμε την απαραίτητη αλληλεγγύη».
Όσον αφορά την Ουκρανία, υπογράμμισε πως η Ελλάδα τηρεί μια θέση αρχής υπέρ του σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας όλων των κρατών. «Η θέση μας στην Ουκρανία δεν είναι μια ad hoc θέση, αλλά πηγάζει από τις αρχές μας. Το παράδειγμα του αναθεωρητισμού δεν μπορεί να πετύχει. Αν πετύχει, η Ελλάδα μπορεί να είναι το επόμενο θύμα μιας αντίληψης αναθεωρητισμού».
Ο κ. Δένδιας τόνισε ότι «παρά το μεγάλο κόστος, εφαρμόζουμε απολύτως όλες τις ευρωπαϊκές κυρώσεις», και προσέθεσε πως η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην απόδοση δικαιοσύνης, ιδιαίτερα όσον αφορά τα εγκλήματα πολέμου.
Επισήμανε ότι συζητήθηκε η ιδιαίτερα ανησυχητική κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ενόψει και της μετάβασης της κ. Μπέρμποκ στην Άγκυρα και την ενημέρωσε για το κλίμα έντασης που καλλιεργεί η Τουρκία, που υπονομεύει την ασφάλεια και την σταθερότητα στην περιοχή και τη συνοχή του ΝΑΤΟ.
Προσέθεσε δε πως η Ελλάδα είναι υπέρ ενός εποικοδομητικού διαλόγου στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, ενώ ενημέρωσε την κυρία Μπέρμποκ και για τις ιδιαίτερα ανησυχητικές εξαγγελίες στο Κυπριακό και υπογράμμισε την ανάγκη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Τα ζητήματα αυτά, όπως ανέφερε, πρόκειται να τα συζητήσει και αργότερα σήμερα με την Γαλλίδα υπουργό Εξωτερικών κατά την επίσκεψή του στο Παρίσι εντός ολίγων ωρών.
Ερωτηθείς αν η Ελλάδα έχει περισσότερη στήριξη με τη νέα γερμανική κυβέρνηση, ο κ. Δένδιας επεσήμανε: «Δεν θα συγκρίνω δύο γερμανικές κυβερνήσεις, αυτό είναι δικαίωμα της γερμανικής κοινωνίας. Όμως ορισμένες φορές στο Συμβούλιο ΥΠΕΞ, επί του διαστήματος της προηγούμενης γερμανικής κυβέρνησης, όταν ζήτησα τη βοήθεια των εταίρων μας, άρα και της Γερμανίας, αισθάνθηκα αρκετά μόνος».
Σημείωσε δε πως δεν ζήτησε διαμεσολάβηση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εξέφρασε όμως «την πεποίθηση ότι κάθε Ευρωπαίος υπουργός όταν μεταβαίνει στην Τουρκία τοποθετείται επί τη βάση των κοινών μας αρχών και αξιών, των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών και του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
«Οι παραβιάσεις από την Τουρκία αυτών των αρχών και αξίων δεν μπορούν να βρουν σύμφωνο κανένα Ευρωπαίο υπουργό και φαντάζομαι ότι κάθε Ευρωπαίος υπουργός δηλώνει τη διαφωνία του με τις τουρκικές πράξεις και πρακτικές», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Δένδιας αναφέρθηκε και στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας- Γερμανίας, οι οποίες όπως είπε είναι ριζωμένες στην ιστορία με τα φωτεινά και με τα μελανά σημεία τους.
Επισήμανε πως η Ελλάδα θεωρεί τη Γερμανία σαν έναν από τους στενότερους εταίρους της στην Ευρώπη. Τόνισε πως οι οικονομικές σχέσεις ενισχύονται. Το περασμένο έτος το διμερές εμπόριο, για πρώτη φορά και παρά την πανδημία ξεπέρασε τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Η Ελλάδα είχε 3 εκατομμύρια Γερμανούς τουρίστες, αριθμός που φέτος αναμένεται να ξεπεραστεί.
Υπάρχει ακόμη στενή συνεργασία στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, επισήμανε και αναφέρθηκε στο Μνημόνιο για την μετατροπή της Αστυπάλαιας σε ενεργειακά αυτόνομο νησί και στη δημιουργία φωτοβολταϊκών πάρκων στην Μακεδονία και στην Πελοπόννησο.
Συζητήθηκαν τέλος οι εξελίξεις στα Δυτικά Βαλκάνια, θέμα όπου οι απόψεις των δύο χωρών συμπίπτουν.
«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε, εκ νέου, την “βαλκανιοποίηση” της περιοχής, ούτε αναθεωρητικές δυνάμεις και ιδεολογίες να καλύψουν το κενό», υπογράμμισε ο κ. Δένδιας και εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη σύγκληση της πρώτης διακυβερνητικής διάσκεψης με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.