Οι αγορές και τα οργανωμένα συμφέροντα αντιμάχονται την Δημοκρατία, τόνισε ο Γιώργος Παπανδρέου από του βήματος της Βουλής.
Στην δευτερολογία του, στη συνεδρίαση της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ, ο Γιώργος Παπανδρέου είπε ότι νέα σύγκλισή της θα πραγματοποιηθεί όταν θα είναι έτοιμη η νέα δανειακή σύμβαση για να συζητήσει επ’ αυτής και να αποφασίσει τη στάση που θα κρατήσει στην Ολομέλεια της Βουλής κατά την σχετική ψηφοφορία.
Το δίλημμα, όπως τόνισε ο κ. Παπανδρέου, είναι υπαρκτό και «θα πρέπει να απαντήσουμε αν συμφέρει τη χώρα ή όχι, να ψηφίσουμε δηλαδή αν θα υπάρξει ρευστότητα στην αγορά, αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ, αύξηση του πλούτου και μείωση της ανεργίας ή αν θα πούμε “όχι” με όλες τις συνέπειες που μπορεί αυτό να έχει για τον ελληνικό λαό».
Ο κ. Παπανδρέου στη δευτερολογία του απάντησε σε πολλές παρατηρήσεις βουλευτών, τονίζοντας, πριν απ΄όλα ότι «δεν μπορούμε να ισοπεδώσουμε αυτό που κάναμε» και ότι «έχουμε τη ψυχή να κάνουμε αυτό που πρέπει και να συμβάλλουμε ώστε να ξεφύγουμε από την ομηρία των αγορών».
«Υπάρχει» πρόσθεσε «μεγάλη μάχη μεταξύ των αγορών και της δημοκρατίας, υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας στην ΕΕ καθώς, τελικά, από 27 χώρες αποφασίζει μία».
Ο κ. Παπανδρέου επέρριψε την ευθύνη για πολλές από τις αστοχίες του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής σε αποφάσεις ευρωπαίων εταίρων, όπως η απόφαση της Ντοβίλ και η απόφαση να εφαρμοστεί παντού λιτότητα.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά οι Ευρωπαίοι εταίροι θέλησαν να εφαρμόσουν το παράδειγμα της Ελλάδας παντού, και αυτό ήταν κάτι «αρνητικό για μας».
Επίσης, ο κ. Παπανδρέου, επέρριψε ευθύνη στην συντηρητική Ευρώπη γιατί ακόμα δεν έχει διαμορφώσει αναπτυξιακή στρατηγική και όπως υπογράμμισε μέσα σε αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα εκ των πραγμάτων έγινε πειραματόζωο.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είπε ότι πολλοί έπαιξαν κερδοσκοπικά στην αποτυχία της Ελλάδας και ανέφερε πως αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρενέβαινε για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος, όπως το κάνει σήμερα με την Ιταλία, η Ελλάδα θα πήγαινε σε πολύ πιο ήπια προσαρμογή και εξέφρασε την απορία «γιατί το σχέδιο αυτό εφαρμόστηκε μόνο στην Ελλάδα».