Η ομιλία του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, στην διημερίδα του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Ψηφιακής Οικονομίας της Γαλλίας με θέμα “Νέος Κόσμος, νέος καπιταλισμός”, στο Παρίσι:
“Θα σας μιλήσω για την εμπειρία μου, ελπίζοντας ότι αυτό θα βοηθήσει τη σημερινή μας συζήτηση. Θα μιλήσω για τους μύθους που περιβάλλουν την κρίση που περνάμε. Προηγουμένως, όμως, θα ήθελα να πω απλώς ότι, πράγματι, η Ευρώπη περνάει μία κρίση, αλλά ότι παρά τις καταστροφικές προβλέψεις για την Ευρώπη και το ευρώ, είμαι πεπεισμένος – και λόγω της εμπειρίας μου, τον χρόνο που πέρασε – όχι μόνο ότι μπορούμε, αλλά και θέλουμε, όχι απλά να επιβιώσουμε, αλλά και να ευημερήσουμε και να συνεργαστούμε.
Θα μιλήσω, λοιπόν, με σκοπό να ανοίξει ακόμα περισσότερο η συζήτηση για το πώς μπορούμε να ενισχύσουμε περαιτέρω αυτή την κοινότητα αξιών, την οικογένειά μας που ονομάζεται «Ευρωπαϊκή Ένωση».
Πρώτος μύθος: η κρίση στην Ελλάδα ήταν κρίση χρέους και ελλείμματος. Υπερβολικές δαπάνες, πάρα πολλές αργίες, άσωτη συμπεριφορά. Οπότε η ποινή της λιτότητας αποτελεί τη θεραπεία, την κάθαρση – για να χρησιμοποιήσω μια ελληνική λέξη.
Λάθος. Το χρέος ήταν απλώς η κορυφή του παγόβουνου, το σύμπτωμα και όχι η πραγματική αιτία. Το πραγματικό πρόβλημα ήταν η διακυβέρνηση, η έλλειψη επιτήρησης, η έλλειψη διαφάνειας, η κακή κατανομή των κονδυλίων και όχι η έλλειψή τους, η άνιση κατανομή του χρήματος και όχι αλόγιστες δαπάνες που έκαναν οι πάντες, οι πελατειακές σχέσεις που αντικατέστησαν την αξιοκρατία, η συναλλαγή που αντικατέστησε την έννομη τάξη, τα προνόμια που αντικατέστησαν το αίσθημα της δικαιοσύνης προς όλους.
Η κατάσταση αυτή εξέθρεψε, παραδείγματος χάριν, τη φοροδιαφυγή και η παραοικονομία, σύμφωνα με κάποιους διεθνείς Οργανισμούς, έφθασε στο 35-40% του ελληνικού ΑΕΠ, όταν στη Γερμανία ήταν πιθανώς 15%.
Η ελληνική κρίση, όμως, επισημαίνει με διαφορετικό τρόπο και τη φύση της κρίσης στις ΗΠΑ, στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όπου η έλλειψη διαφάνειας, η έλλειψη επιτήρησης, η ψευδής αξιολόγηση των ομολόγων με «3Α», τα τοξικά – στην πραγματικότητα – ομόλογα και οι διεφθαρμένες πρακτικές, αποτέλεσαν την πραγματική αιτία της κατάρρευσης της αμερικανικής και κατόπιν της παγκόσμιας οικονομίας.
Αποδεικνύεται η απουσία των απαραίτητων δομών διακυβέρνησης ή, ακόμα περισσότερο, το γεγονός ότι οι δομές της δημοκρατικής μας διακυβέρνησης πέρασαν στα χέρια πολύ ισχυρών ειδικών συμφερόντων. Ήρθε επίσης στην επιφάνεια μια σοβαρή αδικία: η ιδιωτικοποίηση των κερδών αφενός και η κοινωνικοποίηση των ζημιών και του χρέους αφετέρου.
Η Ιρλανδία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Παρόλο που έχει δικά της, εγγενή προβλήματα, στην ουσία, πληρώνει – ο λαός της Ιρλανδίας – τις τοξικές πρακτικές του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Στις δημοκρατίες μας, η πρακτική αυτή δεν είναι βιώσιμη πολιτικά. Πρόκειται και πάλι για μια πρακτική, που μας αναγκάζει να εξετάσουμε τις δομές διακυβέρνησης που διαθέτουμε και να φροντίσουμε να έχουν διαφάνεια, δημοκρατική υπευθυνότητα και δικαιοσύνη.
Πράγματι, λοιπόν, στην Ελλάδα, αναγκαστήκαμε να κάνουμε θυσίες για να αντιμετωπίσουμε τα συμπτώματα, δηλαδή, το χρέος και το έλλειμμα. Μειώσαμε τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, αναμορφώσαμε το σύστημα των συντάξεων, ανεβάσαμε τη φορολογία, επιβάλαμε ειδική εισφορά στις κερδοφόρες επιχειρήσεις, περιορίσαμε τις δαπάνες στους περισσότερους τομείς, από την άμυνα μέχρι τις μεταφορές, συγχωνεύσαμε ή ιδιωτικοποιήσαμε δημόσιες επιχειρήσεις.
Με αυτό τον τρόπο, επιτύχαμε τον εξαιρετικά δύσκολο στόχο του περιορισμού του ελλείμματος πάνω από 6% φέτος. Πρόκειται για επίτευγμα, που ελάχιστοι πίστευαν ότι θα καταφέρουμε. Τα καταφέραμε, όμως.
Το πραγματικό καθήκον μας, όμως, το καθήκον που έχει η Κυβέρνησή μου τώρα, είναι να επιφέρει βαθύτερες αλλαγές, να δημιουργήσει μια κοινωνία στην οποία θα υπάρχει διαφάνεια και καλή διακυβέρνηση. Δεν θέλουμε να δίνουμε προνόμια μόνο σε κάποιους και σε ομάδες ειδικών συμφερόντων.
Θέλουμε να εγγυηθούμε βασικά δικαιώματα σε όλους, δικαιοσύνη, ισότητα, κοινωνική περίθαλψη και θέσεις εργασίας και, ταυτόχρονα, να δημιουργήσουμε συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης σε μια χώρα που έχει τεράστιο δυναμικό και συγκριτικά πλεονεκτήματα σε πάρα πολλούς τομείς, στη γεωργία, τον τουρισμό, την καθαρή ενέργεια, τη ναυτιλία και, φυσικά, στον πολιτισμό.
Αυτό το επιτυγχάνουμε με μεγάλες μεταρρυθμίσεις, φορολογικές μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις στον τομέα της διαφάνειας, με το να εμφανίζονται όλα τα κονδύλια του δημοσίου τομέα στο διαδίκτυο – τα πάντα πλέον σήμερα είναι αναρτημένα στο διαδίκτυο – με την καταπολέμηση της διαφθοράς στον τομέα της υγείας, με το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Αυτά είναι μόνο κάποια από όσα κάναμε και συνεχίζουμε να κάνουμε.
Ο δεύτερος μύθος είναι ότι τα προβλήματα θα τα λύσουν οι αγορές. Εμείς πρέπει να λάβουμε τα απαραίτητα μέτρα ως χώρες, μέτρα που αν είχαν ληφθεί, θα ήμασταν στο σωστό δρόμο.
Λοιπόν, εμείς είμαστε πλέον στο σωστό δρόμο και η Ελλάδα έχει καταφέρει να πετύχει τους στόχους της φέτος. Αυτό δεν αποτελεί δική μου εκτίμηση, είναι η κοινή εκτίμηση της Commission, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ.
Παρά ταύτα, όχι μόνον η Ελλάδα, αλλά και άλλα μέλη της Ευρωζώνης υφίστανται πιέσεις για αποκλεισμό τους από τις αγορές, με τα υπερβολικά υψηλά spreads και τους όρους δανεισμού.
Οι αγορές δεν είναι ούτε θεϊκά όντα, ούτε και ο σατανάς. Αποτελούνται από ανθρώπους, επικεφαλείς μεγάλων επιχειρήσεων, hedge funds, τράπεζες, επιχειρήσεις και καταναλωτές. Πρέπει λοιπόν, απλούστατα, να καταλάβουμε ότι εδώ εμπλέκονται διάφορα συμφέροντα.
Στον τομέα της διακυβέρνησης, λοιπόν, η πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι αν θα οργανώσουμε αυτά τα συμφέροντα με έναν τρόπο ώστε να τα ρυθμίζουμε, προκειμένου οι αγορές να λειτουργούν για το κοινό όφελος, ή αν θα γίνουν αυτά τα συμφέροντα όλο και περισσότερο εργαλεία συγκέντρωσης εξουσίας και προνομίων για τους λίγους.
Τα λεω αυτά, επειδή σήμερα αντιμετωπίζουμε τεράστια συγκέντρωση οικονομικής δύναμης. Για παράδειγμα, σύμφωνα με ένα πρόσφατο άρθρο των New York Times, μια μικρή ομάδα εννέα ανώνυμων ανθρώπων, όπως λένε, πάνω – κάτω, ελέγχουν διάφορες αγορές παραγώγων.
Όλο και περισσότεροι αναλυτές μάς λένε ότι η ουσία του προβλήματος της πρόσφατης οικονομικής κρίσης – της Μεγάλης Ύφεσης – όπως και το πρόβλημα της κρίσης του ’29, είναι η ανισότητα. Μεταξύ αυτών είναι ο Bob Reich, ο Joe Stiglitz, ο Paul Krugman και άλλοι. Οι τεράστιες ανισότητες μέσα στις κοινωνίες μας και ανάμεσα στις χώρες και τις ηπείρους, αποτελούν επίσης τη βασική αιτία εξαιτίας της οποίας υποφέρουν οι άνθρωποι, όπως επίσης και για το έγκλημα, τη διαφθορά, ακόμα και για την υπονόμευση των δημοκρατικών μας θεσμών, δεδομένου ότι έτσι συγκεντρώνεται δύναμη στα χέρια των λίγων.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η ισότητα. Οι κοινωνίες όπου υπάρχει μεγαλύτερη ισότητα είναι πιο υγιείς, πιο εύρωστες, πιο συνεκτικές, πιο ανταγωνιστικές, πιο ευτυχισμένες. Έτσι λοιπόν, σε αυτό το νέο, παγκοσμιοποιημένο, καπιταλιστικό μας κόσμο, οφείλουμε να φροντίσουμε ώστε η διακυβέρνηση να ρυθμίζει και να περιορίζει τη θετική δύναμη των αγορών, για να προσφέρει και δικαιοσύνη, και ισότητα στις κοινωνίες μας.
Και αυτό συναρτάται με τον τρίτο μύθο, που λεει ότι τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σε θέση, με τα κατάλληλα μέτρα λιτότητας και τις μεταρρυθμίσεις, να επιτύχουν από μόνα τους την αποστολή τους. Αν επιδείξουν όλες οι χώρες δημοσιονομική πειθαρχία, το πρόβλημα θα εξαφανιστεί. Δεν χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση ισχυρότερες δομές διακυβέρνησης, δεν χρειάζεται αλληλεγγύη, ιδιαίτερα προς χώρες που δεν εφάρμοσαν υπεύθυνες πρακτικές.
Ο μύθος αυτός, όμως, παραβλέπει τρία βασικά προβλήματα. Πρώτον, ότι η πρόσφατη παγκόσμια κρίση ανέδειξε κάποια κενά στην αρχιτεκτονική του κοινού μας νομίσματος, όπου υπάρχει κοινό νόμισμα, χωρίς να υπάρχει και κοινό Υπουργείο Οικονομικών, και επιχειρείται να αντικατασταθεί από συντονισμένες δημοσιονομικές και, σε κάποιο βαθμό, διαρθρωτικές πολιτικές, οι οποίες δεν ήταν όσο αποτελεσματικές θα θέλαμε. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιήθηκε η δημοσιονομική ανάπτυξη, για να αντιμετωπιστεί η χαμηλή ζήτηση που συνόδεψε την χρηματοπιστωτική κρίση.
Δεύτερον, ότι τα προβλήματα είναι πολύ ευρύτερα, πολύ πιο σύνθετα, από την απλή δημοσιονομική ενοποίηση σε εθνικό επίπεδο. Θα ήθελα να αναφέρω κάποια από αυτά: η μεγάλη ανησυχία, η ανασφάλεια στις αγορές, η ανασφάλεια των πολιτών, η καταστροφολογία, οι ανησυχίες των αγορών για το μελλοντικό χρέος, την ανταγωνιστικότητα, τις δυνατότητες ανάπτυξης των οικονομιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οίκοι αξιολόγησης, που δεν είναι υπόλογοι σε κανέναν, αλλά αυτά τα οποία κάνουν εν κρυπτώ μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές στρεβλώσεις και να επηρεάσουν τις οικονομίες σε εθνικό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Αυτό, εξάλλου, το διαπιστώνουμε σήμερα σε πολλές οικονομίες της Ε.Ε.
Η φοροδιαφυγή και ιδιαιτέρως οι φορολογικοί παράδεισοι. Βεβαίως, εμείς, οι κυβερνήσεις, πρέπει να συγκεντρώνουμε έσοδα και αυτό κάνουμε. Υπάρχουν όμως μεγάλα συμφέροντα, που μπορούν και διαφεύγουν μέσω φορολογικών παραδείσων και τους βοηθά το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό, ούτε είναι δυνατόν να συνεχιστεί, ούτε και είναι δίκαιο για τις κοινωνίες μας, σε μια στιγμή όπου προσπαθούμε να βάλουμε τάξη στα του οίκου μας. Αποτελεί καταλήστευση του αναπτυξιακού μας δυναμικού και της δυνατότητάς μας να επενδύσουμε στην κοινωνική προστασία των πολιτών.
Επαναλαμβάνω ότι τα προβλήματα αυτά μπορούν να λυθούν με στενή συνεργασία, ισχυρή απελευθέρωση και οικονομική διακυβέρνηση και όχι ακολουθώντας μοναχικό δρόμο, αλλά μέσα από μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Γνωρίζουμε, τέλος, ότι σήμερα η Ευρώπη αντιμετωπίζει δυσκολίες, λόγω φθίνουσας ανταγωνιστικότητας και σχετικά χαμηλής ανάπτυξης. Ζούμε μια ιστορική μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομίας προς την Ασία και τις άλλες αναδυόμενες οικονομίες. Αυτό αποτελεί γεγονός, είναι αμετάκλητο.
Έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία ανταγωνιστικότητα, που δεν στηρίζεται πάντα στην ποιότητα, αλλά συχνά στηρίζεται στην ανισότητα. Η φθηνή εργασία, η απουσία συλλογικών διαπραγματεύσεων, η απουσία δημοκρατικών ή κοινωνικών δικαιωμάτων, η ευκολία στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος, είναι στοιχεία που, βραχυπρόθεσμα, μπορεί να αποτελούν συγκριτικό πλεονέκτημα για κάποιες χώρες. Το μοντέλο αυτό, όμως, εμείς δεν μπορούμε και δεν πρέπει να το μιμηθούμε.
Η απάντησή μας πρέπει να δοθεί με προϊόντα ποιότητας, με μαζικές επενδύσεις στη νέα προοπτική της πράσινης και καθαρής ανάπτυξης. Αυτό συνεπάγεται επενδύσεις στην παιδεία, επενδύσεις στην καινοτομία, επενδύσεις στις υποδομές, σε τομείς από τις επικοινωνίες και τις συγκοινωνίες ως την ενέργεια, επενδύσεις στην κοινωνική προστασία των πολιτών.
Τα λεω αυτά και για να επισημάνω το γεγονός ότι, πράγματι, χρειαστήκαμε αλληλεγγύη στην Ελλάδα και την Ιρλανδία πρόσφατα, για να αντιμετωπίσουμε τις εξαιρετικά επιθετικές αγορές, που δεν μας επέτρεψαν να κάνουμε τις απαραίτητες αλλαγές.
Γι’ αυτό το λόγο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θεσπίσαμε το ESFS και το μηχανισμό σταθερότητας, για να δώσουμε στις χώρες που είχαν προβλήματα, το χρόνο να προβούν στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
H Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις δυσκολίες και τις καθυστερήσεις, ανταποκρίθηκε στην πρόκληση. Πιστεύω δε, ότι αυτή η βούληση επιβεβαιώνεται και από τις πρόσφατες αποφάσεις, όταν λέμε ότι θα πράξουμε τα δέοντα για να υπάρξει σταθερότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη.
Με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Γαλλική Κυβέρνηση και τον κ. Fillon, για την υποστήριξη που μας παρείχαν, καθώς και τον Γαλλικό λαό για τη μεγάλη του αλληλεγγύη. Είναι κάτι που εκτιμούν ιδιαίτερα η Ελλάδα και ο Ελληνικός λαός.
Το ζήτημα, όμως, είναι ευρύτερο. Δεν πρέπει αυτές οι κινήσεις να παρερμηνεύονται και να θεωρούνται μια μορφή φιλανθρωπίας, όχι μόνον επειδή θα επιστρέψουμε στο ακέραιο ό,τι μας έχει δοθεί – διαψεύδοντας τις Κασσάνδρες – αλλά επειδή η πρόκληση είναι ευρύτερη. Πρόκειται για ευρωπαϊκή, για τριπλή πρόκληση, που αφορά:
Πρώτον, στη σταθερότητα σ’ έναν κόσμο αβεβαιότητας. Πράγματι, αυτοί οι μηχανισμοί αποτελούν μια μορφή σταθερότητας – όχι απλά αλληλεγγύης, αλλά σταθερότητας – όλης της Ευρώπης.
Δεύτερον, στη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος, καθιστώντας το δικαιότερο και με μεγαλύτερη διαφάνεια, εξασφαλίζοντας επενδύσεις στην πραγματική οικονομία.
Τρίτον, σε καλύτερες προοπτικές για θέσεις εργασίας, ανταγωνιστικότητα και πράσινη ανάπτυξη.
Θα ήθελα να ολοκληρώσω, με ορισμένες πιο συγκεκριμένες προτάσεις. Μέχρι τώρα, η Ευρωζώνη αντέδρασε με τρεις τρόπους: με τη θέσπιση μιας δυναμικής δημοσιονομικής εξυγίανσης, με τη βελτίωση της επιτήρησης μέσα από το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης και με τη δημιουργία του μηχανισμού οικονομικής σταθερότητας.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν είναι ακόμα τα επιθυμητά, δεδομένου ότι οι αγορές φαίνεται να εξακολουθούν να διατηρούν αμφιβολίες, ως προς την αποφασιστικότητά μας να αντιμετωπίσουμε την κρίση. Αυτό όμως είναι αντίθετο με τις πραγματικές μας προθέσεις.
Για να υπάρξει πιο αξιόπιστη στρατηγική, πρέπει να δούμε ακόμα τρία ζητήματα, που επηρεάζουν άμεσα το χρέος και τη σταθερότητα των χωρών που έχουν προβλήματα, αντιστρέφοντας την κατάσταση και οδηγώντας σε έξοδο από την κρίση.
Πρώτον, πρέπει να λάβουμε μέτρα, για να σταματήσει η πολυκυκλική επιρροή των οίκων αξιολόγησης για τις χώρες που έχουν προβλήματα. Κυρίως για τις χώρες που υποστηρίζονται από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, επειδή οι οικονομίες τους ελέγχονται συχνά από τα δικά μας όργανα και οι εκθέσεις τους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, σε συνδυασμό ή στη θέση των εκθέσεων των οίκων αξιολόγησης, σε περιπτώσεις αξιολόγησης των εγγυήσεων. Γενικά, το ρυθμιστικό πλαίσιο αυτών των οίκων πρέπει να βελτιωθεί.
Δεύτερον, τα χαρακτηριστικά, η εμβέλεια και οι όροι δανεισμού των ευρωπαϊκών μέσων χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, πρέπει να βελτιωθούν περαιτέρω και να καταστούν αποτελεσματικότερα στην αντιμετώπιση της βιωσιμότητας του χρέους και των ατελειών των αγορών. Πρέπει να ξανασκεφτούμε την παλαιότητα ή μη των δανείων του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθερότητας.
Τα δάνεια πρέπει να χορηγούνται με τόκο και διάρκεια, που αρμόζουν περισσότερο στα χαρακτηριστικά των προηγμένων χωρών, που δεν έχουν αυξητικούς ρυθμούς, συγκρινόμενους με εκείνους των αναδυομένων οικονομιών, με τις οποίες είναι πιο ευθυγραμμισμένοι οι όροι δανεισμού του ΔΝΤ.
Αντιλαμβάνομαι πλήρως ότι δεν θα πρέπει να μας απασχολούν τα προβλήματα ηθικού κινδύνου. Είμαι βέβαιος ότι θα βρούμε άλλες λύσεις, χτίζοντας ένα τοίχο προστασίας κατά των επιθέσεων των αγορών και βοηθώντας παράλληλα τις οικονομίες που έχουν προβλήματα.
Τρίτον, πρέπει να σκεφτούμε περισσότερο το θέμα της ανάπτυξης, τόσο σε επίπεδο χωρών, όσο και σε επίπεδο Ε.Ε. Με αυτό τον τρόπο, θα προσπαθήσουμε να αυξήσουμε την ευημερία των πολιτών μας και να βρούμε τους πόρους που θα μειώσουν ταχύτερα τα χρέη μας.
Ενώ η αποκατάσταση της δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι επιτακτική, χωρίς μία ευλόγως δυναμική οικονομία, αυτός ο στόχος δεν είναι εφικτός, πόσο μάλλον οι στόχοι της υψηλής απασχόλησης και της κοινωνικής ηρεμίας. Δεν υπάρχουν περιθώρια οικονομικών κινήτρων σε επίπεδο εθνικών πολιτικών, όπως είδαμε, αλλά υπάρχουν περιθώρια σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολλές δυνατότητες. Αν τη συγκρίνουμε με τις Ηνωμένες Πολιτείες, που έχουν τεράστιο ομοσπονδιακό χρέος, η Ε.Ε. δεν έχει τέτοιο χρέος. Πρέπει να αναλάβουμε δυναμική και ορατή πρωτοβουλία, για να ανοίξουμε το κεφάλαιο της ανάπτυξης και των πολιτικών αντιμετώπισης των κρίσεων στην Ε.Ε. Χωρίς αυτό το αναπτυξιακό κεφάλαιο, η μεταρρύθμιση της οικονομικής διακυβέρνησης θα είναι ατελής, αλλά και το σκέλος της σταθερότητας θα είναι καταδικασμένο σε αποτυχία.
Οι αγορές θα ηρεμήσουν, μόνο αν πεισθούν ότι η Ε.Ε. είναι ικανή να ξαναβρεί το δρόμο της σταθερότητας και της ανάπτυξης. Μόνο αν συνδυαστούν σταθερότητα και ανάπτυξη, μπορεί να διασφαλιστούν πολιτική και κοινωνική σταθερότητα.
Τέλος, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα που διαθέτουμε, για να στεφθούν οι προσπάθειές μας με επιτυχία. Εδώ υπάρχει ανοικτή συζήτηση, σχετικά με ορισμένα μέσα, στα οποία θα ήθελα να αναφερθώ:
Ο φόρος επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ένα πολύ σημαντικό μέσο, που θα εξασφαλίσει ίδιους πόρους στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο φόρος επί του διοξειδίου του άνθρακα, ή ο επονομαζόμενος φόρος επί των αερίων του θερμοκηπίου, μια άλλη πηγή, που θα μας βοηθούσε να βαδίσουμε στο δρόμο της πράσινης ανάπτυξης, δημιουργώντας παράλληλα ίδιους πόρους για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τρίτον, τα ευρωομόλογα. Υπάρχει αυξανόμενη υποστήριξη για την έκδοση ευρωομολόγων, ως αποτελεσματικού μηχανισμού, που θα βοηθήσει την Ευρώπη στην υλοποίηση μεγάλων στόχων. Τα ευρωομόλογα θα διευκολύνουν τη χρηματοδότηση έργων υποδομής και άλλων επενδύσεων, που θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης, ιδιαίτερα της πράσινης ανάπτυξης. Με τα ευρωομόλογα, θα περιοριστούν οι εντάσεις που αντιμετωπίζουν οι αγορές κρατικών ομολόγων και οι συνεχείς πιέσεις που υφίστανται τα τραπεζικά συστήματα, διευκολύνοντας τις προσπάθειες προσαρμογής των χωρών, που επιζητούν δημοσιονομική εξυγίανση.
Συνεπώς, τα ευρωομόλογα θα συμβάλλουν στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την οικονομική ευημερία της Ευρωζώνης γενικότερα. Όλες οι χώρες της Ευρωζώνης θα βρεθούν σε καλύτερη χρηματοπιστωτική και οικονομική κατάσταση, αν κατορθώσουμε να βγούμε από την κρίση, να διαφυλάξουμε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωζώνη συνολικά και να στηρίξουμε το κοινό μας νόμισμα, το ευρώ.
Οι χώρες με δημοσιονομικά προβλήματα και διαρθρωτικές αδυναμίες, όπως η δική μου, θα εξακολουθούν να είναι επιμελείς στην προσπάθειά τους για δημοσιονομική εξυγίανση και αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
Ωστόσο, τα ευρωομόλογα δεν υποκαθιστούν τις αναγκαίες προσαρμογές που γίνονται σε κάθε χώρα, και στην Ελλάδα. Μπορούν όμως να χρησιμεύσουν ως αποτελεσματικό συμπληρωματικό μέσο, για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, και να ενισχύσουν την οικονομική και την πράσινη ανάπτυξη.
Κυρίες και κύριοι, την τελευταία τριετία, η παγκόσμια οικονομία βρέθηκε αντιμέτωπη με τη χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση από την εποχή της μεγάλης κρίσης του 1929. Εκατομμύρια άνεργοι, τρισεκατομμύρια χρημάτων χάθηκαν, η οικονομική ανάπτυξη σε όλη την υφήλιο σταμάτησε, ενώ οι πολίτες μας επωμίστηκαν το βάρος ενός τεράστιου, νέου δημόσιου χρέους και, σε μερικές περιπτώσεις, είδαν να κινδυνεύουν τα δημοκρατικά κρατικά τους ομόλογα.
Βρισκόμαστε σήμερα εδώ, για να κάνουμε τα νέα βήματα, που θα δημιουργήσουν ένα νέο κόσμο. Αντίθετα από πολλές άλλες συναντήσεις του περασμένου χρόνου, αντί να λογομαχούμε για το ποιος θα πληρώσει τι και ποιος θα διασώσει ποιον, πρέπει να καταστρώσουμε το σχέδιο μιας συλλογικής δράσης, της συνολικής δράσης που απαιτείται για την αποκατάσταση της σωστής ισορροπίας ανάμεσα σε αγορές και κυβερνήσεις. Είναι χρέος μας απέναντι στους πολίτες μας και είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτούς.
Γνωρίζουμε, επίσης, ότι η πολιτική μας φωνή στην Ευρώπη, είτε πρόκειται για την περιοχή μας, είτε για την ευρύτερη περιοχή, όπως τη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, τη Μαύρη Θάλασσα, τον Καύκασο ή την Αφρική, θα επηρεαστεί από αυτές τις αλλαγές και αποφάσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, Γαλλία και Ελλάδα συνεργάζονται στενά σε περιφερειακά θέματα, όπως στην Μεσόγειο. Εδώ, αντί να υπάρχει μια προσέγγιση «εκ των άνω προς τα κάτω», με βάση την παροχή μονομερούς βοήθειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση διαμορφώνει πιο ισότιμη συνεργασία με τους μεσογειακούς μας γείτονες.
Αναλάβαμε επίσης μια πρωτοβουλία, Ελλάδα και Τουρκία, στην οποία συμμετέχει φυσικά και η Γαλλία, για την αντιμετώπιση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής στη Μεσόγειο, θεωρώντας ότι αυτή είναι μια θετική δυναμική συνεργασίας και αντιμετώπισης συγκρούσεων, όπως της Μέσης Ανατολής – όλοι επιθυμούμε ειρηνική διευθέτηση του Μεσανατολικού, το ταχύτερο δυνατό – αλλά και ότι η πράσινη ανάπτυξη μπορεί να καταστεί ευκαιρία για δημιουργία θέσεων εργασίας και για ανάπτυξη στη Μεσόγειο και την Ευρώπη, συμβάλλοντας παράλληλα στην αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού προβλήματος. Η συμβολή του Jeffrey Sachs υπήρξε φυσικά πολύτιμη σε αυτή την περίπτωση.
Είμαι λοιπόν βέβαιος ότι, με τη συνεργασία μας, μπορούμε να ενεργήσουμε ως καταλύτης, όχι μόνο για τη διευθέτηση των συγκρούσεων, αλλά και για να ισχυροποιήσουμε τη φωνή μας υπέρ της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ευημερίας σε όλη την υφήλιο.
Προτού τελειώσω, θα ήθελα να ευχαριστήσω τη χώρα που μας φιλοξενεί, την Γαλλία, όχι μόνο για την οργάνωση αυτής της εκδήλωσης, αλλά και για την αλληλεγγύη της. Σας εύχομαι κάθε επιτυχία φέτος, στο ρόλο σας ως επικεφαλής της ομάδας του G20.
Η πρόκληση που έχετε να αντιμετωπίσετε είναι μεγάλη και η παγκόσμια δημοκρατική διακυβέρνηση θα παραμείνει στην ατζέντα μας για πολλά χρόνια.
Αυτή είναι μια πρόκληση, που αφορά όλη την υφήλιο. Υποστηρίζουμε, συνεπώς, τις προσπάθειες της Γαλλίας, που έχουν ως αντικείμενο τη μεταρρύθμιση του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος, τον έλεγχο των διακυμάνσεων των τιμών βασικών προϊόντων και τροφίμων και, φυσικά, τη ρύθμιση της παγκόσμιας οικονομίας.
Η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να παίξει το ρόλο της. Και εγώ, πιστεύω συχνά ότι δεν καταλαβαίνουμε, ή δεν συνειδητοποιούμε την πραγματική δύναμη της Ευρώπης στον κόσμο. Αν δουλέψουμε μαζί, αν πιστέψουμε στην Ευρώπη, μπορούμε να συμβάλουμε στη δημιουργία ενός καλύτερου, δικαιότερου, δημοκρατικότερου και πιο πράσινου κόσμου για τους πολίτες όλης της υφηλίου.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια δύσκολη κρίση. Να είστε όμως βέβαιοι ότι θα μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία και ευημερία για το λαό μας, για μια Ελλάδα πολύ διαφορετική, για την οποία θα είμαστε υπερήφανοι. Ελπίδα μου είναι η ελληνική κρίση να γίνει ευκαιρία και για όλη την Ευρώπη”.