Νομική σφήνα βάζουν στην υπόθεση της ψηφοφορίας για τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής σχετικά με τη λίστα Λαγκάρντ τέσσερις ανεξάρτητοι βουλευτές. Συγκεντρώνουν υπογραφές συναδέλφων τους ώστε να καταθέσουν αίτημα στην Ολομέλεια της Βουλής για σύσταση τριμελούς Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, με βάση το νόμο Καστανίδη που δίνει αυτή τη δυνατότητα πριν από τη συγκρότηση της Προανακριτικής.
Θεωρούν ότι έτσι θα μπορούσε να λυθεί ο «γόρδιος δεσμός» για τις τρεις διαφορετικές προτάσεις και κάλπες. Κατά την άποψη των τεσσάρων βουλευτών το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, βασιζόμενο στις δυο δικογραφίες που έχουν κατατεθεί στη Βουλή, θα συμβάλει στην επιλογή που θα κάνει το Κοινοβούλιο για τα πρόσωπα και τις ευθύνες που πρέπει να εξεταστούν στην προκαταρκτική διαδικασία.
Την πρόταση αυτή συνυπογράφουν οι κκ. Οδ. Βουδούρης και Π. Μουτσινάς -τους διέγραψε ο κ. Φ. Κουβέλης από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΔΗΜΑΡ λόγω συνεχών διαφοροποιήσεών τους από την επίσημη γραμμή του κόμματός τους, όπως και στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ- ο βουλευτής Κοζάνης κ. Γ. Κασαπίδης (πρώην βουλευτής ΝΔ, τον οποίο είχε διαγράψει το Νοέμβριο του 2012 ο κ. Αντ. Σαμαράς επειδή καταψήφισε το μνημόνιο ΙΙΙ) και ο βουλευτής Κιλκίς κ. Θ. Παραστατίδης – (είχε τεθεί εκτός ΚΟ επί Γ. Παπανδρέου όταν δεν ψήφισε το μνημόνιο ΙΙ αλλά είχε ενταχθεί εκ νέου στα ψηφοδέλτια και εξελέγη για να τον διέγραψε από το ΠΑΣΟΚ ο κ. Ευ. Βενιζέλος το Νοέμβριο του 2012 επειδή καταψήφισε το μνημόνιο ΙΙΙ).
Επισημαίνουν ότι στις περιπτώσεις αυτές, κατά τις οποίες οι βουλευτές πρέπει να αποφασίσουν ως δικαστικοί λειτουργοί και όχι ως πολιτικά πρόσωπα, ο νομοθέτης προβλέπει την δυνατότητα γνωμοδότησης από ανεξάρτητους δικαστικούς. Θεωρούν ότι θα ήταν ατόπημα να μην αξιοποιηθεί από τη Βουλή η δυνατότητα που δίνει το άρθρο 2 του Νόμου 3961/29/4/2011(ΦΕΚ 97Α΄).
Ολόκληρο το κείμενο της πρότασης των τεσσάρων βουλευτών είναι το εξής:
«Για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ως προς την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, κατατέθηκαν τρεις διαφορετικές προτάσεις. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει σημαντικές αποκλίσεις σε μια διαδικασία νομικής και όχι πολιτικής φύσης. Συνεπώς επιβάλλεται να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες, που παρέχει ο νόμος, προκειμένου να λάβει ο κάθε βουλευτής την απόφασή του με τον πιο εμπεριστατωμένο τρόπο.
Για τον λόγο αυτό προτείνουμε τη σύσταση Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, όπως ορίζει το άρθρο 2 του Νόμου 3961-119 (ΦΕΚ 97Α΄), σύμφωνα με το οποίο:
1. Η πρόταση για άσκηση της ποινικής δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές, με συγκεκριμένη αναφορά στα στοιχεία της αξιόποινης πράξης και μνεία των διατάξεων που παραβιάστηκαν, διαφορετικά είναι απαράδεκτη.
2. Η Βουλή, αφού υποβληθεί το ανωτέρω αίτημα στο Προεδρείο, με απόφαση που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, μπορεί να αναθέτει σε τριμελές γνωμοδοτικό συμβούλιο τον νομικό έλεγχο των στοιχείων της κατηγορίας και την αξιολόγηση της ουσιαστικής βασιμότητας αυτών (…). Το γνωμοδοτικό συμβούλιο αποτελείται από έναν αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και δύο εισαγγελείς εφετών, οι οποίοι κληρώνονται, με τους αναπληρωματικούς τους, σε δημόσια συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής (…).
Ο Νόμος αυτός υιοθετήθηκε από το Κοινοβούλιο ακριβώς για τις περιπτώσεις όπως αυτές της Λίστας Λαγκάρντ. Στις περιπτώσεις αυτές, κατά τις οποίες οι βουλευτές πρέπει να αποφασίσουν ως δικαστικοί λειτουργοί και όχι ως πολιτικά πρόσωπα, ο νομοθέτης προβλέπει την δυνατότητα γνωμοδότησης από ανεξάρτητους δικαστικούς. Θα ήταν ατόπημα να μην αξιοποιηθεί από τη Βουλή η δυνατότητα αυτή. Το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, βασιζόμενο στις 2 δικογραφίες που έχουν κατατεθεί στη βουλή, θα συμβάλει, αμερόληπτα και υπεύθυνα, στην επιλογή που θα κάνει η Βουλή για τα πρόσωπα και τις ευθύνες που πρέπει να εξεταστούν στην προκαταρκτική διαδικασία.
Προτείνουμε σε όλους τους συνάδελφους βουλευτές να υπογράψουν το αίτημα αυτό με σκοπό να συλλεγούν όσο το δυνατόν περισσότερες υπογραφές για την κατάθεση στην Ολομέλεια της πρότασης σύστασης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου».