Τη διαδικασία της επόμενης ημέρας ανοίγουν τα πολιτικά κόμματα από σήμερα, μετά την κατάθεση αργά το βράδυ της Δευτέρας στον πρόεδρο της Βουλής του πορίσματος της εξεταστικής επιτροπής του σκανδάλου της Siemens, στο οποίο δεν υπάρχουν διαφοροποιήσεις για τα προτεινόμενα προς περαιτέρω έρευνα πρόσωπα σε σχέση με όσα έγιναν γνωστά την περασμένη εβδομάδα.
Όλα τα κόμματα συμφωνούν στον περαιτέρω έλεγχο μέσω επιτροπής προκαταρκτικού ελέγχου, αλλά οι διαφορές εντοπίζονται στα πρόσωπα που υποδεικνύονται.
Θα προηγηθεί σε κάθε περίπτωση η κατάθεση αιτήματος με εξήντα υπογραφές για τη συζήτηση του πορίσματος της εξεταστικής στην Ολομέλεια.
Στη συνέχεια αναμένεται να κατατεθεί πρόταση υπογραφόμενη από τριάντα βουλευτές, προκειμένου να συσταθεί προκαταρκτική επιτροπή, κατά πάσα πιθανότητα από το ΠΑΣΟΚ.
Πάντως η αξιωματική αντιπολίτευση παίρνει αποστάσεις με δεδομένη και την πρόσφατη απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου για το θέμα των παραγραφών και επιχειρεί πολιτική διαχείριση του ζητήματος της διαφάνειας με την πρόταση του Αντώνη Σαμαρά που τέθηκε στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για έλεγχο και δημοσιοποίηση των πόθεν έσχες όσων διετέλεσαν κυβερνητικά στελέχη από το 1974.
Στη επιστολή του προς τον διευθύνοντα σύμβουλο της Siemens Ελλάς ο υπουργός Επικρατείας Χάρης Παμπούκης προδιαγράφει τη συγκρότηση της επιτροπής αυτής, καθώς και την ειλημμένη πολιτική απόφαση για αναζήτηση αποζημιώσεων για τις ζημιές που υπέστη το Δημόσιο από τις συμβάσεις που υπογράφηκαν με την εταιρεία από το 1997 και εντεύθεν, κάτι που επίσης συνιστά κοινή πορισματική θέση όλων των κομμάτων.
Με δεδομένο, ότι σε γενικές γραμμές, γίνεται αποδεκτό- έστω και με αστερίσκους από τη ΝΔ – το κεφάλαιο των πραγματικών περιστατικών, το μόνο που απομένει ως ζέον και διαμφισβητούμενο, τουλάχιστον για τον τρόπο που καταρτίστηκε, είναι η αξιολόγηση των πραγματικών περιστατικών και φυσικά ο κατάλογος των πρώην υπουργών που έχουν καταρτίσει τα κόμματα για περαιτέρω αναζήτηση ευθυνών.
Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης και 14 ακόμη πρώην υπουργοί είναι συνολικώς οι προτεινόμενοι από τα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά δεν είναι δεδομένο, ότι αυτοί θα βρίσκονται στην πρόταση για προκαταρκτική, εκτός των δώδεκα που προτείνει το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα της πλειοψηφίας.
Με δήλωσή του αμέσως μετά την κατάθεση του πορίσματος, ο πρόεδρος της εξεταστικής Σήφης Βαλυράκης σημειώνει ότι όλα τα κόμματα προτείνουν περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης.
Επισημαίνοντας τις 17 ομόφωνες πορισματικές αναφορές ο κ. Βαλυράκης επισημαίνει τέσσερις κοινά αποδεκτά θέσεις:
– Η Επιτροπή ομόφωνα διαπίστωσε την ύπαρξη ενός οργανωμένου εγκλήματος που σχετίζεται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και δεν εμπίπτει για την παραγραφή στις διατάξεις του νόμου περί ευθύνης Υπουργών.
– Οι δικαστικοί λειτουργοί που χειρίστηκαν την υπόθεση από τον Απρίλιο του 2005, όφειλαν από καιρού να είχαν προχωρήσει σε βάθος την εξέταση συγκεκριμένων εμπλεκομένων προσώπων είτε αυτά είναι οι γνωστοί δωροδοκήσαντες, πρώην στελέχη της SIEMENS, είτε παρένθετα φυσικά πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο στην νομιμοποίηση του μαύρου χρήματος.
– Με ομόφωνη απόφαση η Επιτροπή υπολογίζει κατ’ εκτίμηση ότι η ζημία που υπέστη το Ελληνικό Δημόσιο από την παράνομη αυτή δραστηριότητα ανέρχεται στο ποσόν των 2 δισ. ευρώ τουλάχιστον.
– Η Επιτροπή ομόφωνα προτείνει την άσκηση αγωγών αποζημίωσης και την επιβολή προστίμων καθ’ όλων των εμπλεκομένων φυσικών και νομικών προσώπων.
ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΠΟΥ ΑΠΟΔΙΔΟΥΝ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
Για τον Κώστα Σημίτη
Στον πρώην Πρωθυπουργό, κ. Κώστα Σημίτη, η Νέα Δημοκρατία αποδίδει ευθύνες για την, κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας, απόφαση να ανατεθεί το έργο της ολυμπιακής ασφάλειας μέσω περιορισμένου καταλόγου τριών μόνον εταιρειών.
Στον ίδιο, πάντοτε ως προεδρεύοντα της Διυπουργικής Επιτροπής, αποδίδεται και η απόφαση να περιληφθεί του υποσύστημα ΤΕΤΡΑ, κάτι που οδήγησε σε αύξηση του κόστους του έργου και είσοδο της Siemens στο διαγωνισμό.
Η ΝΔ αποδίδει πολιτικές ευθύνες στον πρώην Πρωθυπουργό ως προς τις προγραμματικές συμβάσεις του ΟΤΕ, που οδήγησε σε παραίτηση του τότε υπουργού Xάρη Καστανίδη, που είχε προτείνει τη συγκρότηση ανεξάρτητης αρχής ελέγχου των προμηθειών, και την αντικατάστασή του από τον Τάσο Μαντέλη, ο οποίος και παραδέχθηκε τη λήψη ποσών ύψους 450.000 μάρκων από τη Siemens.
Ζητείται ακόμη περαιτέρω διερεύνηση των καταγγελιών του Θεόδωρου Τσουκάτου ότι έλαβε ένα εκατομμύρια μάρκα ως χρηματοδότηση προς το ΠΑΣΟΚ.
Για τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου
Ζητείται διερεύνηση της συμμετοχής του νυν υπουργού Οικονομίας κ. Γ. Παπακωνσταντίνου ως μέλους του Δ.Σ. του ΟΤΕ την περίοδο 2000-2002, στη διαμόρφωση και εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων του ΟΤΕ.
Κυρίως, όμως, του αποδίδεται ευθύνη για το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει εγερθεί κατά της Siemens αγωγή από το ελληνικό δημόσιο για ζημίες που έχει υποστεί από την ανάθεση και την εξέλιξη της σύμβασης του C4I, ούτε βέβαια έχει επιδιωχθεί επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί το ελληνικό δημόσιο.
Ζητείται, τέλος, να ερευνηθεί αν έχουν τηρηθεί συστάσεις και υποδείξεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για τον τρόπο αντιμετώπισης των ζημιών από την “αθέμιτη” δράση της Siemens.
Για τον Ευάγγελο Μαλέσιο
Πρέπει να διερευνηθεί ο χαρακτήρας της συμμετοχής του πρώην υφυπουργού κ. Ευ.Μαλέσιου και η ενδεχόμενη ευθύνη του, υποστηρίζει η Ν.Δ., καθώς συμμετείχε ως υφυπουργός Δημοσίας Τάξεως, στη Διυπουργική Επιτροπή που αποφάσισε την προμήθεια του C4I και τη διεξαγωγή του σχετικού διαγωνισμού από το Υπ. Εθνικής άμυνας και όχι από το Δημοσίας Τάξεως.
Επίσης, προήδρευσε της επιτροπής σχεδιασμού και παρακολούθησης του διαγωνισμού.
Για τον Αναστάσιο Μαντέλη
Σύμφωνα με την αξιολόγηση του ΠΑΣΟΚ ο κ. Μαντέλης ως υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών ενέκρινε τις “Προγραμματικές Συμφωνίες 8002” και απεδέχθη τα τιμήματα που του υπέβαλε ο ΟΤΕ χωρίς να ελέγξει τις τιμές της αγοράς διακινδυνεύοντας το δημόσιο συμφέρον.
Αυτή η ενέργεια απαιτείτο από την πλευρά της πολιτικής εξουσίας καθόσον αυτή είχε την εποπτεία του τομέα των τηλεπικοινωνιών.
Το ΠΑΣΟΚ σημειωτέον ότι συνδέει την ολιγωρία του υπουργού με την κατάθεση των ποσών των 450.000 ευρώ από τη Siemens και ζητεί περαιτέρω έρευνα.
Όσον αφορά τη ΝΔ για τον Τάσο Μαντέλη αναφέρεται ότι ως έμπιστος του κ. Σημίτη, και ως πρώην πρόεδρος του ΟΤΕ που είχε προχωρήσει στις πρώτες αναθέσεις ψηφιακών παροχών το 1987-88 στη Siemens- Intracom, ήταν εκείνος που έκανε τις τελικές εγκρίσεις των αποφάσεων των ΔΕΚΟ για την ανάθεση προμηθειών χωρίς τη διασφάλιση στοιχειωδών όρων διαφάνειας και “μήτρα του σκανδάλου στον ΟΤΕ και στον ΟΣΕ”.
Φυσικά αναφέρεται και η χορηγία συνολικά 450.000 μάρκων που πήρε από τη Siemens, αφού όπως απεδείχθη ήταν αυτός που κρυβόταν πίσω από το ψευδώνυμο Ρόκος.
Για τον Γιάννο Παπαντωνίου
Αναφορικά με τον πρώην υπουργό κ. Παπαντωνίου το ΠΑΣΟΚ και στο σκέλος του ΟΤΕ του καταλογίζει ότι δεν παρακολούθησε την λειτουργία του Οργανισμού όπως είχε υποχρέωση και όρισε μέλη του ΔΣ του Οργανισμού που προξένησαν ζημία στον ΟΤΕ, ενώ κατά την διάρκεια της υπουργίας του δεν έλεγξε την πορεία των προγραμματικών συμφωνιών.
Αναφορικά με τις ευθύνες του για το C4I, το ΠΑΣΟΚ αναφέρει ότι αρνήθηκε ότι είχε γνώση και συνεπώς ότι παρακολούθησε τη σχετική διαδικασία, ενώ αφήνει ασαφές αν υπήρχε διαφωνία μεταξύ αυτού και του τότε Υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Μιχάλη Χρυσοχοϊδη σχετικά με το ποιός είχε την πλήρη εποπτεία και τον έλεγχο των διαδικασιών.
Η ΝΔ για τον κ. Γιάννο Παπαντωνίου, αναφορικά με ενδεχόμενες ευθύνες για το C4 I, αναφέρει ότι ήταν αυτός που συμμετείχε στην διυπουργική του Ιουλίου 2002 που αποφάσισε το διαγωνισμό.
Συμμετείχε επίσης στα ως άνω ΚΥΣΕΑ, ενώ αποφάσισε τον Αύγουστο του 2002 να χαρακτηριστεί το έργο ως ειδικό εξοπλιστικό, κι αν και επρόκειτο για σύστημα ασφαλείας αρμοδιότητας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης προσκάλεσε μόνον τρεις εταιρείες χωρίς προσυμβατικό έλεγχο, όπως αποφάνθηκε και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Αποτέλεσμα αυτών ήταν να ζημιωθεί το Δημόσιο και να ανοιχθούν δυνατότητες χρηματισμού και διαφθοράς υπηρεσιακών και πολιτικών προσώπων.
Για τον Ακη Τσοχατζόπουλο
Αναφορικά με πολιτικές ευθύνες του πρώην υπουργού Αμύνης Ακη Τσοχατζόπουλου σχετικά με τα εξοπλιστικά, το ΠΑΣΟΚ σημειώνει ότι δεν παρακολούθησε τις πληρωμές του έργου ΕΡΜΗΣ και παραδέχθηκε με αυτόν τον τρόπο την πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του.
Σημειώνεται επίσης στην έκθεση του ΠΑΣΟΚ ότι προκύπτουν ερωτήματα από την κατάθεση Σίκατσεκ για παράδοση 10 εκ. ευρώ ως προμήθεια για την σύμβαση των πυραύλων PATRIOT.
Η ΝΔ για τις ευθύνες του κ. Α. Τσοχατζόπουλου ως υπουργού Ανάπτυξης αναφέρει ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εξέλιξης των προγραμματικών συμβάσεων του ΟΣΕ μαζί με τους κ.κ. Βερελή και Χριστοδουλάκη, εξέθεσαν το Δημόσιο σε κίνδυνο σπουδαίας ζημιάς υπογράφοντας το Μάιο του 2002 επιστολή προς τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά με την οποία αναγνωρίζουν τις δυσκολίες στην εκτέλεση των προγραμματικών συμφωνιών και εκφράζουν την υποστήριξη στη διευθέτηση του προβλήματος με την κατάλληλη άσκηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου ως μετόχου του ΟΣΕ.
Ελέγχεται επίσης για τη μη είσπραξη ποινικών ρητρών, και ενδεχομένως για την καταδίκη του Δημοσίου στην υπόθεση ιδιωτικοποίησης των ναυπηγείων.
Για τις ευθύνες του κ. Τσοχατζόπουλου για τα εξοπλιστικά προγράμματα «Πάτριοτ» και «Ερμής» οι βουλευτές της ΝΔ αναφέρονται σε ύποπτα εμβάσματα στους στενούς συνεργάτες του Αντ. Καντά και Π.Νικολαΐδη.
Για τον Νίκο Χριστοδουλάκη
Αναφορικά με τον πρώην υπουργό Οικονομικών Νίκο Χριστοδουλάκη το ΠΑΣΟΚ σημειώνει ότι υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με την παραμέληση του καθήκοντος εποπτείας στον ΟΤΕ, διότι τότε θα πληροφορείτο τις διαφωνίες και τα κενά αναφορικά με τους κοστολογικούς ελέγχους που προέβλεπε η “Προγραμματική Συμφωνία 8002” για να ενεργοποιήσει τις δυνατότητες που είχε. Δηλαδή δεν προέβη σε έλεγχο για την πορεία της Προγραμματικής συμφωνίας 8002 καθώς και την εφαρμογή προστάτευαν το συμφέρον του ΟΤΕ του δημοσίου και των μετόχων.
Δεν ζήτησε ακόμη, αναφέρει η έκθεση του ΠΑΣΟΚ, ως εκπρόσωπος του δημοσίου και ως κύριος μέτοχος του ΟΤΕ το κλείσιμο των προγραμματικών συμφωνιών το 2002 με αντίστοιχη αποτίμηση του οικονομικού αποτελέσματος.
Σχετικά με τις ευθύνες του Νίκου Χριστοδουλάκη στον ΟΣΕ η ΝΔ αναφέρεται όπως και για τους κ.κ. Τσοχατζόπουλο και Βερελή στο θέμα των ναυπηγείων και την ιδιωτικοποίησή τους στη γερμανική HDV, αλλά και στις συμφωνίες για το τροχαίο υλικό.
Για τον Χρήστο Βερελή
Σχετικά με τον Χρήστο Βερελή για τον ΟΤΕ το ΠΑΣΟΚ κρίνει ότι παρέλειψε να ασκήσει την εποπτεία που ανήκε στις αρμοδιότητές του και δεν αντέδρασε, όταν Διευθυντές του ΟΤΕ πρότειναν στην τότε Διοίκηση να μην γίνει κοστολογικός έλεγχος το 2000 λόγω σταθερότητας των τιμών, κατά παράβαση της “Προγραμματικής Συμφωνίας 8002”.
Αναφορικά με τον ΟΣΕ του αποδίδει ότι παρέλειψε να δώσει εντολή να ξεκινήσουν επαναδιαπραγματεύσεις για το ύψος των ποινικών ρητρών πέραν του 7,5%, αφού υπήρχαν καθυστερήσεις πάνω από 150 ημέρες, όπως προβλεπόταν στις προγραμματικές συμφωνίες, ενώ άλλες ευθύνες του αποδίδει για το θέμα παραλείψεων στα έργα του προαστιακού.
Για τον κ. Βερελή ως υπουργό Μεταφορών για τον ΟΣΕ επαναλαμβάνει η ΝΔ την ανάγκη διερεύνησης πράξεων ή παραλείψεων με τους Νικ.Χριστοδουλάκη και Ακη Τσοχατζόπουλο σχετικά με τη διαχείριση του κεφαλαίου των ναυπηγείων, ενώ επισημαίνεται ότι οι βουλευτές της ΝΔ κ.κ. Μαρία Κόλλια- Τσαρουχά και Αν.Νεράντζης διεφώνησαν με την πρόταση αυτή, όπως και ο κ. Π.Καμμένος που κατέθεσε δικό του κείμενο αξιολόγησης, ενώ ο κ. Γ.Αποστολάκος, συμφώνησε στον περαιτέρω έλεγχο, αλλά με επιφυλάξεις.
Για τον Γιάννη Παπαθανασίου
Σχετικά με τον πρώην υπουργό Οικονομικών της ΝΔ και στο κεφάλαιο “συγκάλυψη ευθυνών” το ΠΑΣΟΚ αναφέρει ότι αν και από τις 13.03.2009 έκανε αποδεκτή τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, η οποία υπεδείκνυε την διαδικασία που θα μπορούσε να οδηγήσει – μεταξύ άλλων – και στην έκπτωση της SIEMENS από συμβάσεις που είχε συνάψει με το Ελληνικό Δημόσιο ο κ. Γιάννης Παπαθανασίου δεν προέβη σε καμία περαιτέρω ενέργεια. Ο ίδιος ο πρώην υπουργός απήντησε με προχθεσινή του δήλωση για το θέμα της κατηγορίας αναφορικά με τη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Κάνει λόγο για ανακρίβειες, αφού, όπως σημειώνει η μεν γνωμοδότηση που παρήγγειλε ο προκάτοχός του κατατέθηκε στις 24/2/2009 και ο ίδιος την έκανε αποδεκτή στις 13/3/2009. Παραθέτει μάλιστα και διάγραμμα με τις ενέργειές του και τις επιστολές που αντήλλαξε με τη γερμανική εταιρεία και το πώς έφθασε να οριστεί τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς η υπεράσπιση του Δημοσίου στην προσφυγή της εταιρείας στη διαιτησία.
Για τον Μιχάλη Λιάπη
Σχετικά με τον πρώην υπουργό Μεταφορών της ΝΔ Μιχάλη Λιάπη και τις ευθύνες για τον ΟΤΕ, το ΠΑΣΟΚ διατείνεται ότι παραβίασε το καθήκον ελέγχου νομιμότητας στον Οργανισμό, δηλαδή το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να ελέγξει αν μία ενέργεια της Διοίκησης της ΔΕΚΟ εμπίπτει στα όρια του νόμου.
Αναφορικά με τις ευθύνες του πρώην υπουργού σχετικά με τον ΟΣΕ στο πόρισμα του ΠΑΣΟΚ αναφέρεται ότι αν και είχε ενημερωθεί από τον τότε πρόεδρο του ΟΣΕ ότι οι προμηθευτές δεν δεχόταν να πληρώσουν ποινικές ρήτρες για καθυστερήσεις υλοποίησης των προγραμματικών συμβάσεων ούτε και να παραδώσουν ισοδύναμο υλικό ο ίδιος αδράνησε με συνέπεια τη συνέχιση των εκκρεμοτήτων στην υλοποίηση των συμβάσεων εις βάρος των συμφερόντων του ΟΣΕ.
Ανάλογες ευθύνες επιρρίπτονται και για τον προαστικό, ενώ ευθύνες του αποδίδονται ακόμη για τη θητεία του στο υπουργείο Πολιτισμού, γιατί κρίθηκε ότι καθυστέρησε στην κήρυξη της εταιρείας ως έκπτωτης για το έργο της προμήθειας φορητών συστημάτων πληροφόρησης των επισκεπτών αρχαιολογικών χώρων.
Για τον Γιώργο Βουλγαράκη
Τη διερεύνηση ευθυνών του, ως υπουργού Δημ. Τάξεως από το Μάρτιο του 2004 μέχρι το Φεβρουάριο του 2006, για “πλημμελή άσκηση της εξουσίας του” ως προς τη σύμβαση του C4I, και συγκεκριμένα τη μη έκπτωση της κοινοπραξίας SAIC – Siemens προτείνει η πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ. Στον κ. Βουλγαράκη αποδίδεται ευθύνη για την απόφαση επαναδιαπραγμάτευσης της σύμβασης για το σύστημα, αν και ήδη είχε αποδειχθεί δυσλειτουργικό.
“Ο πρώην Υπουργός δεν αναφέρει το γεγονός, ότι μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και συγκεκριμένα στις 28.11.2004 όφειλε και μπορούσε – σύμφωνα με την σύμβαση – να κινήσει την διαδικασία για έκπτωση της SAIC”, σημειώνεται χαρακτηριστικά. Η πλειοψηφία αναφέρει ότι ο κ. Βουλγαράκης επιχείρησε να μεταθέσει την ευθύνη στον τότε υφυπουργό Χρ. Μαρκογιαννάκη αποδεικνύουν, σύμφωνα με το ΠΑΣΟΚ, “την παραβατική – δια παραλείψεως – συμπεριφορά του κατά την άσκηση των καθηκόντων του σχετικά με μια σύμβαση που ανερχόταν στο ύψος των 255.000.000 ευρώ”.
Για τον Βύρωνα Πολύδωρα
Την απόφαση του κ. Πολύδωρα ως υπουργού Δημ. Τάξεως, το Μάρτιο του 2007, για την παραλαβή του C4I ανά υποσύστημα χωρίς να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα, κάτι που επεσήμαιναν ως προϋπόθεση όχι μόνον οι αρμόδιες υπηρεσίες αλλά και το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο, υπογραμμίζει το ΠΑΣΟΚ ζητώντας περαιτέρω διερεύνηση. Στο πόρισμα καταγράφονται οι αναφορές του κ. Πολύδωρα σε εκβιασμούς από την SAIC αλλά και δεσμεύσεις των προκατόχων του, συγκεκριμένα του Χρ. Μαρκογιαννάκη, για την τροποποίηση της σύμβασης.
“Ο κ. Βύρων Πολυδωρας δεν δίνει πειστική απάντηση στο ερώτημα γιατί δεν κηρύχθηκε έκπτωτη η εταιρία, αφού από την αλληλογραφία με την SAIC προκύπτει ότι το C4I ήταν ακατάλληλο για χρήση και γιατί απέκρυψε τις προτροπές του ΥΠΕΘΑ για άμεση προσφυγή στο ΚΥ.ΣΕ.Α.”, σημειώνεται στο πόρισμα, ενώ του καταλογίζεται ότι απέκρυψε πως μαζί με την κατάτμηση και παραλαβή του C4I ανά Υποσύστημα επιστρεφόταν η αντίστοιχη εγγυητική επιστολή στη SAIC, όρο που η εταιρεία ζητούσε επίμονα από το 2004.
Για τον Γιώργο Αλογοσκούφη
Αναφορικά με τον κ. Γ.Αλογοσκούφη και τις ευθύνες που του αποδίδει η πλευρά της πλειοψηφίας για τον ΟΤΕ, το ΠΑΣΟΚ σημειώνει ότι έχει τις ίδιες ευθύνες με τον κ. Λιάπη για την μη εποπτεία νομιμότητας και σκοπιμότητας των αποφάσεων των διοικήσεων του ΟΤΕ, ούτε άσκησε τον απαιτούμενο έλεγχο εφαρμογής των ρητρών των προγραμματικών συμφωνιών, γιατί τότε θα είχε εξασφαλίσει σε βάθος εξαετίας δηλαδή από το 1998 όλα τα υπερτιμήματα και θα είχε προστατέψει κατά τον καλύτερο τρόπο το δημόσιο συμφέρον.
Ευθύνες αποδίδει το ΠΑΣΟΚ στον πρώην υπουργό και στο κεφάλαιο “συγκάλυψη του σκανδάλου” υποστηρίζοντας ότι κατήργησε την ανεξάρτητη Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και στη θέση της θέσπισε διοικητική επιτροπή ελέγχου που εποπτεύετο από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, όταν την ίδια περίοδο η Αρχή διερευνούσε μετά από γραπτή παραγγελία του τότε Προέδρου της Αρχής Γ. Ζορμπά, τις οικονομικές πτυχές του σκανδάλου της Siemens.
Για τον Προκόπη Παυλόπουλο
Την απόφαση του τότε υπουργού Εσωτερικών να προχωρήσει, τον Οκτώβριο του 2008, σε παραλαβή υποσυστημάτων του C4I χωρίς η εταιρεία να έχει πραγματοποιήσει την προβλεπόμενη από τη σύμβαση εκπαίδευση των χειριστών επισημαίνει το πόρισμα της πλειοψηφίας, σημειώνοντας πως “είναι προφανές, ότι ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος δεν διαχειρίστηκε με την πρέπουσα προσοχή την δημόσια περιουσία, η οποία του ήταν διαπιστευμένη με την ιδιότητά του ως Υπουργού”.
Σημειώνεται πως μέχρι και την 5η τροποποίηση γινόταν δεκτό ότι η εκπαίδευση στα Υποσυστήματα 8 μέχρι 30 ήταν υποχρέωση της εταιρείας και, συνεπώς, δεν μπορούσε να υπογραφεί τελικό πρωτόκολλο παραλαβής.
Για αυτόν το λόγο ο τότε υπουργός υπέγραψε την 7η τροποποίηση της σύμβασης, ώστε να γίνει δυνατή η συνολική παραλαβή του C4I, σημειώνει το ΠΑΣΟΚ στην έκθεσή του.
Για τον Χρήστο Μαρκογιαννάκη
Ο πρώην υφυπουργός ελέγχεται από το ΠΑΣΟΚ και για τις δύο θητείες του στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης και μάλιστα σε σχέση με τους υπόλοιπους ελεγχόμενους υπουργούς καταλαμβάνει η περίπτωσή του πολλές σελίδες.
Η πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ καταλογίζει σωρεία ανακριβειών και προσπάθεια παραπλάνησης της επιτροπής. Του αποδίδεται η πιο μακρά λίστα πράξεων ή παραλείψεων που, κατά την πλειοψηφία, οδήγησαν σε ισχυροποίηση της SAIC εις βάρος των συμφερόντων του Δημοσίου, και συγκεκριμένα ότι αν και το C4I δεν ήταν κατάλληλο για να χρησιμοποιηθεί δεν κινήθηκε η διαδικασία κήρυξης έκπτωτης της εταιρείας, δόθηκαν ανακριβή στοιχεία για την ανάπτυξη των Υποσυστημάτων, υπήρξε αποδοχή των αιτημάτων της κοινοπραξίας για παράταση της σύμβασης ώστε να μην κηρυχθεί έκπτωτη, ενώ του καταλογίζεται και απευθείας ανάθεση έργου ύψους 7,1 εκ ευρώ.
Ο κ. Μαρκογιαννάκης είναι ο ίδιος που ως αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών παρέλαβε το 2009 υποσυστήματος του C4I, αποδεσμεύοντας δύο εγγυητικές επιστολές της SAIC αξίας άνω των έξι εκατομμύρια ευρώ.