Σε προτεραιότητα θέτει η κυβέρνηση την κατάργηση Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου και τη συγχώνευση ή κατάργηση Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, στο πλαίσιο της επίτευξης των μνημονιακών στόχων και της συμφωνίας με την τρόικα για τις απολύσεις στο Δημόσιο.
Εντός του Μαΐου θα έχουν εντοπισθεί και καταγραφεί οι οργανισμοί οι οποίοι είναι περιττοί, κατά την κρίση των αρμοδίων, ώστε, στη συνέχεια, να καταργηθούν ή συγχωνευθούν. Είναι ενδεικτικό ότι ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Αντώνης Μανιτάκης, απαντώντας σε Επίκαιρη Ερώτηση της βουλευτού του ΠαΣοΚ κυρίας Εύης Χριστοφιλοπούλου με θέμα «Νέοι Οργανισμοί Υπουργείων», τόνισε:
«Πρώτη μας προτεραιότητα, εντός του Μαΐου, είναι να προχωρήσουμε, να εντοπίσουμε εκείνους τους οργανισμούς που δεν εξυπηρετούν πια το δημόσιο συμφέρον, που δεν είναι απολύτως αναγκαίοι και πρέπει να καταργηθούν ή να συγχωνευθούν».
Αν και κρίνει αναγκαίες για τον εξορθολογισμό του κράτους τις συγχωνεύσεις ή καταργήσεις οργανισμών ο κ. Μανιτάκης εφιστά την προσοχή κατά την υλοποίησή τους, διευκρινίζοντας ότι δεν πρέπει να γίνουν με τρόπο οριζόντιο αλλά με προηγούμενη αξιολόγηση και με κριτήρια λειτουργικότητας, σκοπιμότητας, υπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος.
Ηδη με τον νόμο 4109/2013, τον Ιανουάριο, συγχωνεύθηκαν 197 νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα, ενώ καταργήθηκαν 8 φορείς των οποίων η αποστολή κρίθηκε ότι μπορεί να ασκηθεί συνεκτικότερα από κάποια υφιστάμενη δομή.
«Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνέχεια, για να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος και να μην προχωρήσουμε σε ισοπεδωτικές καταργήσεις, θα είναι η προηγούμενη αξιολόγηση της λειτουργίας, της χρησιμότητας και της σκοπιμότητας των οργανισμών αυτών, με σαφή κριτήρια και από επιτροπές εμπειρογνωμόνων», τόνισε.
Θέλοντας να δώσει έμφαση στην προσπάθεια που έχει γίνει ως σήμερα για τις αναδιαρθρώσεις στο Δημόσιο, ο κ. Μανιτάκης προέβαλε ότι έχει καταρτισθεί -και εμπλουτίζεται συνεχώς- ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο στελέχωσης των δημοσίων υπηρεσιών, στη βάση μελετών με κριτήρια αποτελεσματικότητας, ορθολογικότητας, δημοσιονομικής εξοικονόμησης. Η αξιολόγηση των δομών σε υπουργεία και υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου φορέα στηρίζεται, όπως σημείωσε, με τη συνδρομή της Task Force, σε μελέτες επιστημόνων και στελεχών της δημόσιας. «Η δουλειά δεν έγινε από το γραφείο, αποστειρωμένα. Εγινε επί τόπου, σε άμεση επαφή με τα στελέχη και την καθημερινότητα των φορέων».
Ο κ. Μανιτάκης πρόσθεσε: «Οι νέες δομές, οι θέσεις και το προσωπικό που απαιτούν, θα είναι σταθερές. Δεν θα μπορεί η εκάστοτε πολιτική ηγεσία να τις μεταβάλει αυθαίρετα, αναιτιολόγητα, για να υπηρετήσει πελατειακές πιέσεις και να κάνει σωρηδόν διορισμούς».
Παράλληλα, προειδοποίησε ότι η διοικητική μεταρρύθμιση δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, δεν γίνεται με μια απόφαση ή με έναν νόμο. «Η αλλαγή της νομοθεσίας πρέπει να συνοδεύεται με αλλαγή νοοτροπίας, πρακτικής και κουλτούρας», σημείωσε.
Αιχμές Χριστοφιλοπούλου
Από την πλευρά της η κυρία Χριστοφιλοπούλου υπενθύμισε, όσον αφορά την διοικητική μεταρρύθμιση, ότι από τον Μάρτιο του 2012 συντάχθηκε νομοσχέδιο για την αναδιοργάνωση των υπουργείων και των ΝΠΔΔ, «το οποίο μπλόκαρε η ΝΔ γιατί ήθελε η κυβέρνηση Παπαδήμου να έχει ´´ειδικό σκοπό´´». Μάλιστα, κατέθεσε το νομοσχέδιο σε μορφή CD στα πρακτικά με τα οργανογράμματα 11 υπουργείων, ρωτώντας την κυβέρνηση «τι μεσολάβησε και χρειάστηκαν 10 ολόκληροι μήνες για να εξεταστεί».
Επίσης, τόνισε την ανάγκη των οργανογραμμάτων των υπουργείων ως προαπαιτούμενο για την ουσιαστική εφαρμογή της κινητικότητας, σημειώνοντας ότι αυτά θα συμβάλλουν στον προγραμματισμό της στελέχωσης των υπουργείων. «Η σειρά που πρέπει να ακολουθείται είναι: ο καθορισμός της αποστολής του κάθε υπουργείου, η δομή που θα εξυπηρετήσει αυτήν την αποστολή και μετά τα περιγράμματα θέσεων», είπε η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ.
Όπως είπε εξάλλου «η δημόσια διοίκηση δεν πρέπει να κατακυριεύεται από συντεχνιασμούς», ενώ τάχθηκε κατά των συγχωνεύσεων «για δημοσιονομικούς σκοπούς» αλλά υπέρ τους «για την εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης». Και υπογράμμισε ότι «το νέο αίμα που θα εισέλθει θα πρέπει να σχετίζεται με τις ανάγκες και τις προτεραιότητες και να επιλεγεί με αξιοκρατία».