Σε ανταποκριτές ξένων ΜΜΕ μίλησε για το θέμα της ΕΡΤ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Σίμος Κεδίκογλου.
«Όταν είσαι υποχρεωμένος να ανοικοδομήσεις εκ θεμελίων μία επιχείρηση οφείλεις να την κλείσεις» απάντησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ερωτηθείς για την επιλογή της κυβέρνησης για την ΕΡΤ και πρόσθεσε: «Είναι προσωρινή αναστολή λειτουργίας της δημόσιας τηλεόρασης. Σας καλώ να δείτε πως λειτουργούν τα πράγματα και να συγκρίνετε με αυτό που θέλουμε να φτιάξουμε. Και μετά να μου πείτε αν αυτό που υπήρχε ήταν καλύτερο από εκείνο που προτείνουμε για το μέλλον».
Ερωτηθείς για τη διαδικασία που επέλεξε η κυβέρνηση, ο Σίμος Κεδίκογλου απάντησε: «Τα πάντα θα περάσουν από τη Βουλή. Σας διαβεβαιώνω ότι όλα είναι σύμφωνα με το γράμμα του νόμου».
Κληθείς να απαντήσει γιατί όλα έγιναν με τόση σπουδή, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε: «Δεν υπάρχει κανένας πανικός. Έχουμε κάνει τόσες ριζικές αλλαγές στην Ελλάδα. Κάνουμε σωστά ό, τι πρέπει. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Δυστυχώς και στο πρόσφατο παρελθόν υπήρχε ένα διάστημα που η ΕΡΤ δεν μετέδιδε ειδήσεις. Οι δημοσιογράφοι απεργούσαν γιατί ήθελαν ειδικό καθεστώς, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τι συνέβαινε στον δημόσιο τομέα. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Αν ανακοινώναμε ότι θα το κάνουμε σε διάστημα τριών μηνών, για τρεις μήνες η ΕΡΤ θα απεργούσε. Προτιμήσαμε αυτόν τον τρόπο».
«Οι πάντες έλεγαν ότι η ΕΡΤ πρέπει να αλλάξει. Εδώ και χρόνια υπήρχαν δημοσιεύματα για τα κακώς κείμενα εκεί και κανένας δεν έκανε κάτι. Επιτέλους κάνουμε κάτι. Κρίνετέ μας από τα αποτελέσματα», πρόσθεσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ερωτηθείς για το πλαίσιο λειτουργίας του νέου φορέα, ο κ.Κεδίκογλου απάντησε ότι «το πλαίσιο λειτουργίας της νέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης θα ανακοινωθεί το καλοκαίρι».
Τέλος, στην ερώτηση εάν απειλείται η κυβερνητική συνοχή, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Μπορεί να υπάρχει διαφορετική προσέγγιση, αλλά είναι κοινός ο στόχος. Πιστεύουμε ότι στη διάρκεια των διαβουλεύσεων για τον νόμο για το νέο φορέα θα βρούμε κοινή γλώσσα. Οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι έχουν περάσει δυσκολίες, αλλά πάντα καταφέρνουμε να βρούμε κοινή γλώσσα για τους κοινούς στόχους».