Δύο νομοθετικές ρυθμίσεις για την ποινική μεταχείριση οφειλετών του Δημοσίου επεξεργάζεται το υπουργείο Δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα σε επόμενο νομοσχέδιο που θα κατατεθεί στη Βουλή θα περιλαμβάνονται οι εξής ρυθμίσεις:
– Σε σχέση με το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο (άρθρο 25 ν.1882/1990), υπάρχει ρύθμιση για τον προσδιορισμό της έννοιας των βεβαιωμένων χρεών. Συγκεκριμένα, ως τέτοια θεωρούνται εκείνα που προκύπτουν μετά την αφαίρεση βεβαίων και εκκαθαρισμένων απαιτήσεων του οφειλέτη, αποδεικνυομένων με τελεσίδικη απόφαση ή δημόσιο έγγραφο. Με τον τρόπο αυτό, τυχόν ποινική ή άλλη ευθύνη περιορίζεται στο πραγματικά οφειλόμενο ποσό.
– Ανάλογη γενική ρύθμιση θα εισαχθεί και σε περιπτώσεις, στις οποίες το Δημόσιο ασκεί τις αξιώσεις του (αστικές και ποινικές) κατά των οφειλετών για οποιαδήποτε αιτία, προσδιορίζοντας ως απαίτηση, ζημία ή αξίωση του Δημοσίου, το ποσό που προκύπτει μετά την αφαίρεση τυχόν βέβαιης και εκκαθαρισμένης χρηματικής απαίτησης του δικαιούχου του λογαριασμού κατά του Δημοσίου, η οποία αποδεικνύεται με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή δημόσιο έγγραφο.
Για την επικείμενη νομοθετική πρωτοβουλία ο υπουργός Δικαιοσύνης, Αντώνης Ρουπακιώτης, ενημέρωσε με έγγραφό του, το οποίο διαβιβάστηκε στη Βουλή μετά από διακομματική ερώτηση των βουλευτών, Λεωνίδα Γρηγοράκου (ΠΑΣΟΚ), Βασίλη Οικονόμου (ΔΗΜΑΡ), Ανδρέα Λοβέρδου (ανεξάρτητος), Άδωνι Γεωργιάδη, Νικήτα Κακλαμάνη, Γεράσιμου Γιακουμάτου και Προκόπη Παυλόπουλου (ΝΔ).
Οι βουλευτές είχαν επισημάνει ότι πρέπει να υπάρξει νομοθετική πρωτοβουλία για την αλλαγή ειδικών ποινικών νόμων με στόχο να εισπράττονται οφειλές προς το Δημόσιο δίχως να γίνεται προσφυγή στην επιβολή μέτρων στερητικών της ελευθερίας.
Ταυτόχρονα, προειδοποιούσαν ότι η άκριτη και γενικευμένη επιβολή μέτρων στερητικών της ελευθερίας σε οφειλέτες δίνει το τελικό χτύπημα στις ήδη παραπαίουσες επιχειρήσεις ενώ ενέφεραν πως μέσα στο ζοφερό οικονομικό τοπίο που υπάρχει, δημιουργούν οξύτατο πρόβλημα ευκαιριακές ρυθμίσεις και μεμονωμένες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες οδηγούν στον ποινικό κολασμό των οφειλετών, σχεδόν άνευ όρων, χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπόψη η προσωπικότητά τους και οι ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργεί η οικονομία.