Tη διαβεβαίωση ότι η ελληνική πολιτεία θα πράξει ό,τι είναι δυνατό και ό,τι το καλύτερο για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, ζητώντας αποζημίωση από την εταιρεία Siemens κατά τρόπο επαγγελματικά άψογο έναντι των ζημιών που προκλήθηκαν στο Ελληνικό Δημόσιο ή δημόσιους οργανισμούς, έδωσε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Επικρατείας Χάρης Παμπούκης.
Απαντώντας σε σχετική, επίκαιρη ερώτηση του ανεξάρτητου βουλευτή (Δημοκρατική Συμμαχία) Χρήστου Μαρκογιαννάκη, ο υπουργός είπε ότι θα ήταν ευχής έργο να επέλθει εξωδικαστικός συμβιβασμός με τη γερμανική εταιρεία, με τον προσφορότερο τρόπο για το γενικό συμφέρον, ειδάλλως σε αντίθετη περίπτωση θα δοθεί δικαστική μάχη.
Πρόσθεσε ότι στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να γίνει μία σοβαρή αποτίμηση της ζημίας, “γιατί ειδάλλως οι αγωγές αυτές δεν θα έχουν τύχη και κάποιοι κακοπροαίρετοι θα μιλήσουν για συγκάλυψη”, ενώ χαρακτήρισε ως μια πρώτη απλώς αποτίμηση “που έγινε με το μάτι και δεν μπορεί να αποτελέσει νομική διεκδικητική βάση” αυτή που έγινε από την εξεταστική επιτροπή.
Ο κ. Παμπούκης θεώρησε λογικώς αδύνατο να δοθούν ονόματα δωροδοκηθέντων από τη νέα διοίκηση της Siemens.
Από την πλευρά του ο κ. Μαρκογιαννάκης ζήτησε ακριβώς αυτό, να “αξιώσει η ελληνική πλευρά να δοθούν τα ονόματα των επίορκων που χρηματοδοτήθηκαν”, ενώ εξέφρασε τη μομφή ότι η κυβέρνηση “δεν έχει την πολιτική βούληση να στείλει τους κλέφτες στη φυλακή”.
Ο ανεξάρτητος βουλευτής, που βρίσκεται στο στόχαστρο του πορίσματος της πλειοψηφίας, τόνισε ότι “δολοφονούνται άνθρωποι” μέσω του διασυρμού και των διαρροών της εξεταστικής επιτροπής, ενώ μίλησε ακόμη και για επιλεκτική στοχοποίηση.
“Αναθεωρήστε την απόφαση αυτή, γιατί τότε θα ειπωθούν αλήθειες και μάλιστα κατά τρόπο εξωθεσμικό”, υπογράμμισε ο βουλευτής και συμπλήρωσε ότι “το πόρισμα της εξεταστικής ήταν πόρισμα συγκάλυψης και προστασίας αυτών που έκλεψαν, και μόνον για να υπάρξει κάποιο προπέτασμα υποδείχθηκαν κάποιοι άλλοι”.
Ο κ. Μαρκογιαννάκης σημείωσε ότι καμία αποκάλυψη της αλήθειας δεν επιδιώχθηκε για την υπόθεση και ότι ονόματα μπορούν να δοθούν ύστερα από πιέσεις, όπως έγινε στην Ιταλία.
Κατά τον ίδιο, το μεγαλύτερο ζήτημα το οποίο θα πρέπει να ερευνηθεί, γιατί εκεί βρίσκεται το σκάνδαλο, όπως είπε, είναι το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων “και θα συνιστά άγος, αν δεν γίνει η έρευνα αυτή:
“Οι αγώνες στοίχησαν τουλάχιστον επτά φορές επάνω, όμως κανείς δεν ενδιαφέρεται γιατί θα αποκαλυφθούν ημέτεροι και μεγαλοεργολάβοι”, είπε.
Ο κ. Παμπούκης ανέφερε ότι συνεχίζονται οι επαφές με την εταιρεία Siemens, αλλά εξέφρασε την αμφιβολία του, αν μπορεί να υπάρξει αξίωση αποκάλυψης ονομάτων.
“Θεωρώ αδιανόητο να έχει επιδιώξει να ζητήσει και να μάθει τα ονόματα αυτά η νέα διοίκηση της εταιρείας. Αλλά και αν τα ζητούσε, τι εγγυήσεις θα είχαμε ότι είναι τα σωστά; Για μένα το μεγάλο μέρος της ευθύνης υπάρχει εντός της Siemens”, είπε ο υπουργός.
O κ. Παμπούκης απέδωσε μέρος της ευθύνης για τυχόν διασυρμό προσώπων, στα μέσα ενημέρωσης, θεωρώντας ότι “δεν μπορεί να ρίχνεται λάσπη και να θίγονται υπολήψεις προσώπων που δεν είχαν εμπλοκή”.
Πάντως, ο υπουργός δεν παρέλειψε να τονίσει ότι η ελληνική πλευρά, από τη Δικαιοσύνη και τις δημόσιες υπηρεσίες ως και την εξεταστική επιτροπή δεν είχαν ούτε τα μέσα, ούτε το ανθρώπινο δυναμικό -όπως στη Γερμανία- που ασχολήθηκε με τη διερεύνηση της υπόθεσης.
“Είναι ανάγκη να σκύψουμε όλοι πάνω στην πολύπλευρη αυτή υπόθεση έναντι μίας εταιρείας που έχει ήδη προετοιμάσει το νομικό της επιτελείο και αντίλογο”, υπογράμμισε ο υπουργός.
Στο πλαίσιο της ερώτησης παρενέβη και ο προεδρεύων της Βουλής Βύρων Πολύδωρας, ο οποίος επίσης “στοχοποιείται” με το πόρισμα και ο οποίος, όπως και ο κ. Μαρκογιαννάκης, ζήτησε ταχύτατη συζήτηση του πορίσματος στην Ολομέλεια.
“Είναι ανυπόφορη η θέση του αθώου που περιλαμβάνεται στοχευμένα στην τάξη των υπόπτων. Πρέπει κάποια φροντίδα συνταγματική, πολιτική και ηθική πρέπει να υπάρξει”, είπε ο κ. Πολύδωρας.
“Δεν υπάρχει κατηγορία, αλλά απλώς ορισμένες πορισματικές θέσεις”, απάντησε ο κ. Παμπούκης.