Το πρώτο κύμα της διαθεσιμότητας, το αίτημα για μικρή παράταση στο δεύτερο κύμα και οι απολύσεις στο δημόσιο αναμένεται να τεθούν στη συνάντηση που θα έχουν στις 9 αύριο το πρωί οι επικεφαλής της τρόικας με τον υπουργό Διοικητικής Μεταρτρύθμισης, Κυριάκο Μητσοτάκη.
Υπενθυμίζεται ότι η προηγούμενη συνάντηση μεταξύ των δύο πλευρών είχε διεξαχθεί σε θετικό κλίμα, μετά την εκπλήρωση των προαπαιτούμενων από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, αλλά ακυρώθηκε το επόμενο ραντεβού, ύστερα από αίτημα της τρόικας, χωρίς να δοθούν περαιτέρω εξηγήσεις.
Έτσι, κατά την αυριανή συνάντηση, η τρόικα αναμένεται να αναγνωρίσει στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της για την τρέχουσα περίοδο αξιολόγησης, καθώς έχει ολοκληρωθεί το πρώτο κύμα διαθεσιμότητας με 12.500 δημόσιους υπαλλήλους, έχουν υλοποιηθεί τα σχέδια στελέχωσης για 400.000 υπαλλήλους μετά την αξιολόγηση δομών σε υπουργεία και φορείς του δημοσίου, ενώ έχουν γίνει και οι 2.000 απολύσεις (με το κλείσιμο της ΕΡΤ).
Επίσης, στην αυριανή συνάντηση θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον η στάση της τρόικας στα ζητήματα που έχει «ανοίξει» ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την προηγούμενη συνάντηση και αποτελούν «κλειδί» για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει το υπουργείο προκειμένου να ικανοποιηθούν και οι δανειστές της χώρας.
Τα σημαντικότερα ζητήματα απ’ αυτά είναι η προσμέτρηση των όποιων απολύσεων από τις αμυντικές βιομηχανίες στον συμφωνηθέντα για φέτος στόχο των 4.000 απολύσεων, αλλά και των συμβασιούχων που παραμένουν στο Δημόσιο με προσωρινές διαταγές δικαστηρίων και αρκετοί απ’ τους οποίους θα απομακρυνθούν μετά την εκδίκαση των υποθέσεών τους.
Επίσης, η τρόικα θα πρέπει να απαντήσει και στο αίτημα του κ. Μητσοτάκη για μικρή παράταση προκειμένου να υλοποιηθεί το δεύτερο κύμα διαθεσιμότητας.
Τέλος, ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα θέσει εκ νέου στους εκπροσώπους της τρόικας το θέμα της μετακίνησης από τους ποσοτικούς στόχους στους ποιοτικούς, με έμφαση στη μείωση των διοικητικών βαρών (που προχωρά σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ), στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση και στην αλλαγή του τρόπου επιλογής διευθυντών στο δημόσιο.