Οι δηλώσεις του κ. Τσίπρα από το Όστιν του Τέξας, στο μέτρο που είναι ειλικρινείς, απλά τοποθετούν την Κουμουνδούρου στο κάδρο του πολιτικού διαλόγου, δηλώνει σε συνέντευξή του το μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ Δημήτρης Χατζησωκράτης.
Αναφέρεται με θετικά λόγια στην παρέμβαση της Ντόρας Μπακογιάννη για επιστροφή της ΔΗΜΑΡ στο κυβερνητικό σχήμα, παρέμβαση που, όπως λέει, η ακαριαία απόρριψή της από το Μαξίμου «δεν έδωσε τη δυνατότητα να γίνει συζήτηση επί της ουσίας».
Υποστηρίζει ότι η ΔΗΜΑΡ δεν απευθύνεται ούτε σε εξαγριωμένους, ούτε σε φανατικούς. «Η επιλογή της ΔΗΜΑΡ είναι μια ψύχραιμη αριστερή επιλογή».
Σε ό,τι αφορά τις περίφημες «κόκκινες γραμμές», «όπου τις ακούς, περίμενε υποχωρήσεις», δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Χατζησωκράτης στο naftemporiki.gr, και αναφέρεται στα τρία “Δεν” τα οποία είναι απαραίτητα για να ορθοποδήσει η οικονομία και η κοινωνία. Θεωρεί ότι προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση είναι η αναδιάταξη των προτεραιοτήτων: «Το μείζον ερώτημα στο οποίο καλείται να απαντήσει η οικονομική πολιτική δεν μπορεί να είναι πόσο είναι το πρωτογενές πλεόνασμα (αν και αυτό είναι οπωσδήποτε σημαντικό) αλλά πότε και με ποιον τρόπο η ανεργία θα μειωθεί κατά 10% μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Εάν αυτό δεν συμβεί όλα τα άλλα είναι προφάσεις».
Εν όψει του 2ου συνεδρίου της ΔΗΜΑΡ σε λίγες ημέρες πιστεύετε πως το κόμμα σας εκπέμπει ένα σαφές σήμα προς τη δοκιμαζόμενη ελληνική κοινωνία;
Η Δημοκρατική Αριστερά από την πρώτη στιγμή της παρουσίας της διεκδίκησε ένα δύσκολο πολιτικό χώρο. Οριοθετηθήκαμε τόσο απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό και την πολιτική του πρόταση όσο και απέναντι στον εύκολο καταγγελτικό λαϊκισμό. Εμείς, κάθε φορά, μακριά από τη λογική του «μαύρο ή άσπρο», προσπαθούμε να αναδείξουμε τη διαλεκτική των προβλημάτων και να αναζητήσουμε λύσεις και πολιτικές οι οποίες είναι μεν «προκατειλημμένες» υπέρ του κόσμου της εργασίας αλλά ταυτόχρονα λαμβάνουν υπόψη το διεθνές και εθνικό περιβάλλον και τις δυνατότητες που αυτό δίνει. Υπό αυτή την έννοια, δεν μπορούμε να τάξουμε «λαγούς με πετραχήλια». Η ΔΗΜΑΡ δεν απευθύνεται, δεν μπορεί να απευθυνθεί ούτε σε εξαγριωμένους ούτε σε φανατικούς. Η επιλογή της ΔΗΜΑΡ είναι μια ψύχραιμη αριστερή επιλογή.
Ζητάτε αλλαγή των ασκούμενων πολιτικών. Σας ρωτώ ευθέως, μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο ερήμην των εταίρων και δανειστών μας;
Είναι προφανές ότι η αλλαγή των ασκούμενων πολιτικών δεν μπορεί να γίνει ερήμην των εταίρων και των δανειστών μας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι ασκούμενες πολιτικές δεν μπορούν να αλλάξουν. Εάν συγκρίνουμε το πρώτο Μνημόνιο με το δεύτερο και τις επικαιροποιήσεις του θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν σημαντικές αλλαγές, δυστυχώς προς το χειρότερο. Αυτό όμως σημαίνει ότι τα Μνημόνια εκτός από νομικές συμφωνίες είναι πρώτιστα πολιτικές συμφωνίες και άρα μπορούν να αλλάξουν. Ειδικά σήμερα που το σύνολο σχεδόν των Διεθνών Οργανισμών αλλά και των νομπελιστών οικονομολόγων παγκοσμίως αναγνωρίζει ότι η συνταγή των Μνημονίων απέτυχε παταγωδώς. Υπάρχει επομένως δυνατότητα αλλαγής, αρκεί η εναλλακτική πρόταση να είναι ρεαλιστική. Να προϋποθέτει σημαντικές ρήξεις και αλλαγές μεν αλλά να είναι εφικτή ως προς την εφαρμογή της. Εμείς έχουμε διατυπώσει μία τέτοια πρόταση και στη βάση αυτής της πρότασης καλούμε την κοινωνία να μας στηρίξει. Η πολιτική μας πρόταση ενσωματώνει τρεις διαστάσεις: Το πλέγμα προτεραιοτήτων εθνικής σημασίας που είναι δυνατόν να συγκεντρώσουν ευρύτατες συναινέσεις και συμπαρατάξεις (συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε. και το ευρώ, αποτροπή της κοινωνικής αποσταθεροποίησης, εκσυγχρονισμοί υπέρ του γενικού συμφέροντος, αντιμετώπιση του ναζιστικού μορφώματος, αναβάθμιση των πολιτικών λειτουργιών και της διακυβέρνησης). Την ουσιαστική επαναδιαπραγμάτευση με την Ε.Ε. για μια νέα συμφωνία. Την προώθηση δημοκρατικών και προοδευτικών μεταρρυθμίσεων για την ανασυγκρότηση της χώρας.
Οι άλλες δύο «εναλλακτικές» είναι είτε η ακολουθούμενη πολιτική είτε μια πολιτική «τσαμπουκά» απροσδιόριστου όμως περιεχομένου. Εκτιμούμε ότι και οι δύο έχουν ή προοιωνίζονται καταστροφικές συνέπειες για την κοινωνία και τους εργαζόμενους.
Τελικά πρέπει να υπάρχουν κόκκινες γραμμές και αν ναι ποιες είναι αυτές έναντι των απαιτήσεων των δανειστών μας, με δεδομένη την πάγια θέση σας ότι έξοδος από την κρίση νοείται μόνο εντός ευρωζώνης και ευρώ.
Η ελληνική οικονομία έχει φτάσει τα όριά της. Παρότι είναι «αγαπητό» το σχήμα των «κόκκινων γραμμών», προσωπικά το αποφεύγω γιατί, κυρίως στην πράξη, έχει απαξιωθεί…. Όπου ακούς κόκκινες γραμμές περίμενε υποχωρήσεις. Υπάρχουν ωστόσο τρία «δεν» τα οποία αποτελούν τα εκ των ων ουκ άνευ προκειμένου σήμερα να αρχίσει να ορθοποδεί η οικονομία και η κοινωνία. Πρώτον, ΔΕΝ πρέπει να υπάρξει κανένα νέο μέτρο το οποίο θα μειώνει το εισόδημα των νοικοκυριών. Υπό αυτή την έννοια περικοπές μισθών, επιδομάτων ή συντάξεων πρέπει να αποφευχθούν πάση θυσία. Δεύτερον, ΔΕΝ πρέπει να υπάρξει περαιτέρω φορολογική επιβάρυνση της οικονομίας στο σύνολό της. Τέλος, ΔΕΝ πρέπει να υπάρξει περαιτέρω μείωση του ήδη εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας. Θέλω όμως να τονίσω ότι αυτά δεν φτάνουν. Αποτελούν αναγκαία συνθήκη για την έξοδο από την κρίση, όχι όμως επαρκή. Προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση είναι η αναδιάταξη των προτεραιοτήτων. Το μείζον ερώτημα στο οποίο καλείται να απαντήσει η οικονομική πολιτική δεν μπορεί να είναι πόσο είναι το πρωτογενές πλεόνασμα (αν και αυτό είναι οπωσδήποτε σημαντικό) αλλά πότε και με ποιον τρόπο η ανεργία θα μειωθεί κατά 10% μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Εάν αυτό δεν συμβεί όλα τα άλλα είναι προφάσεις.
Σε μία προηγούμενη συνέντευξή σας θέσατε ως προϋπόθεση για την επιστροφή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση την ύπαρξη «ρητής» και «δεσμευτικής» προγραμματικής συμφωνίας. Να υποθέσω ότι η προγραμματική συμφωνία ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν σας εκφράζει;
Επιτρέψτε μου να διευκρινίσω. Στη συνέντευξή μου αυτή στη Freesunday, αυτό που με απασχολούσε και ήθελα να απαντήσω δεν ήταν οι προϋποθέσεις για να «επιστρέψουμε» στην κυβέρνηση. Είναι προφανές ότι δεν μπορούσαμε και προ πάντων δεν μπορούμε να συμμετέχουμε σε αυτή την κυβέρνηση όπως μετεξελίσσονταν και μετεξελίχθηκε. Ήθελα, απλώς, να δώσω υπόσταση στη βασική θέση της ΔΗΜΑΡ, ότι η χώρα δεν έχει ανάγκη από εκλογές, αλλά χρειάζεται αλλαγή πολιτικών. Αυτή η αλλαγή θα έπρεπε να γίνει από την ίδια την κυβέρνηση. Και επειδή αυτό δεν προκύπτει ως εφικτό, αντί να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές θα μπορούσε να προκύψει από την παρούσα Βουλή νέο κυβερνητικό σχήμα. Εξέθετα και τις προϋποθέσεις γι’ αυτό. Η παρέμβαση Μπακογιάννη, η ακαριαία απόρριψή της από το Μαξίμου δεν έδωσαν τη δυνατότητα να γίνει συζήτηση επί της ουσίας. Έτσι, εκ των πραγμάτων, τουλάχιστον μέχρι τον προσεχή εκλογικό Μάιο, τέτοιο ζήτημα δεν τίθεται.
Τώρα σε ό,τι αφορά στην νέα Συμφωνία ΝΔ- ΠΑΣΟΚ, που κυοφορούνταν τέσσερις μήνες. Να υπενθυμίσω ότι, τέσσερις ημέρες μας χρειάστηκαν τον Ιούνιο του 2012, να καταλήξουμε στην Προγραμματική Συμφωνία των τριών κομμάτων και να προκύψει από εκεί και πέρα το κυβερνητικό σχήμα!
Η νέα Συμφωνία δεν μας εκφράζει. Μπορώ να αναφέρω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Η νέα Συμφωνία δεν διαφυλάσσει την δημόσια περιουσία και κυρίως τις υποδομές. Η νέα Συμφωνία παραπέμπει την φορολογική μεταρρύθμιση που δεν έγινε και παραμένει ως κυρίαρχο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, μετά… την έξοδο από την κρίση!
Πρέπει ωστόσο να επισημάνω ότι το πρόβλημα σήμερα είναι ακόμα μεγαλύτερο. Θα ήταν ανόητο να κρίνουμε ένα κείμενο αποκομμένο από τις πολιτικές που εφαρμόζουν εκείνοι που το συνυπογράφουν. Και σε αυτό το σημείο υπάρχει μια τεράστια αναντιστοιχία λόγων και πράξεων.
Η πρόσφατη δήλωση του Α. Τσίπρα στο Όστιν του Τέξας ότι μια έξοδος της Ελλάδος από τη ζώνη του ευρώ θα ήταν καταστροφή δε φέρνει πιο κοντά το κόμμα σας με τον ΣΥΡΙΖΑ;
Καλωσορίζουμε αυτή την μεταστροφή στην προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ. Ελπίζω να είναι μόνιμη και να μην αλλάξει με την ίδια ευκολία που έχουν αλλάξει οι θέσεις του στο παρελθόν. Σε ό,τι μας αφορά, στο μέτρο που αυτή η θέση είναι ειλικρινής, αυτή η μετατόπιση δίνει την δυνατότητα να αναπτύσσεται ένας δημόσιος διάλογος. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα συμφωνήσουμε αλλά τουλάχιστον μπορούμε να συζητήσουμε.
Σε αυτό το σημείο θέλω να είμαι σαφής. Η παραμονή στο ευρώ αποτελεί μη διαπραγματεύσιμη προϋπόθεση προκειμένου η ΔΗΜΑΡ να συζητήσει. Δεν επαρκεί όμως. Υπάρχουν και άλλα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν με κυρίαρχο το πώς θα επιτευχθεί αυτός ο στόχος με τις επιθυμητές κοινωνικές συνέπειες. Σε αυτό το πεδίο οι διαφωνίες με το ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμα μεγάλες. Υπό αυτή την έννοια, οι δηλώσεις του κ. Τσίπρα απλά τοποθετούν τον ΣΥΡΙΖΑ στο κάδρο του πολιτικού διαλόγου. Και προσοχή! Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.