«Κόκκινες γραμμές» στα θέματα της άρσης των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας και της φορολόγησης των ακινήτων έθεσε ο κ. Αλέξης Τσίπρας κατά την συνάντησή του με τον επίτροπο οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων κ. Όλι Ρεν.
Η συνάντηση είχε διάρκεια 30 λεπτά και σε αυτή συμμετείχαν επίσης ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ν.Χουντής, καθώς και ο Ν.Παππάς, μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ.
Πέρα από την κατάθεση της Μαύρη Βίβλου του Μνημονίου από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ όταν κατά την έναρξη της συνάντησης ο κ. Ρεν ρώτησε τον κ. Τσίπρα αν επιθυμεί η Ελλάδα να βρίσκεται στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ του δήλωσε ότι «γνωρίζει καλά τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και καλό θα είναι να μην συνεχίζεται αυτή η κουβέντα γιατί μόνο κινδύνους εγκυμονεί για την ελληνική και την ευρωπαϊκή οικονομία».
Ο κ. Τσίπρας ζήτησε από τον κ. Ρεν να του εξηγήσει πώς σκοπεύει η Επιτροπή να αντιμετωπίσει την αποτυχία, σύμφωνα με την άποψη του, του προγράμματος στην Ελλάδα, λέγοντας ότι «όλοι οι διεθνείς οργανισμοί διαπιστώνουν πως χωρίς διαγραφή χρέους, το 2020 όχι μόνο δε θα ικανοποιηθεί ο στόχος για χρέος στο 120% του ΑΕΠ αλλά αυτό θα βρίσκεται στο 160% του ΑΕΠ». Επίσης, χαρακτήρισε τις προϋποθέσεις του εφαρμοζόμενου προγράμματος για πρωτογενή πλεονάσματα ως το 2030 της τάξης του 4%, αφαιρούμενης της αποπληρωμής των τόκων, ως «μακροοικονομικό σουρεαλισμό».
Εν όψει του ενδεχομένου να είναι και ο κ. Ρεν υποψήφιος των Φιλελευθέρων για την προεδρία της Επιτροπής ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και ο επίτροπος ανανέωσαν το ραντεβού τους για ένα ενδεχόμενο ντιμπέιτ στην πορεία προς τις ευρωεκλογές, ενώ ο κ. Τσιπρας παρέδωσε στον συνομιλητή του την Μαύρη Βίβλο του μνημονίου που έχει εκπονήσει η αξιωματική αντιπολίτευση.
Αμέσως μετά τη συνάντηση Τσίπρα – Ρεν, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε:
«Είχα την ευκαιρία να καταθέσω σήμερα στον Επίτροπο των Οικονομικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τη Μαύρη Βίβλο του μνημονίου, δηλαδή τα τραγικά αποτελέσματα της εφαρμογής βάρβαρων μέτρων λιτότητας στην Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια σε κοινωνικό και οικονομικό πεδίο. Και του εξήγησα ότι εδώ που βρισκόμαστε χρειάζεται άμεση αλλαγή πολιτικής, χρειάζεται αναδιάρθρωση του χρέους με διαγραφή μεγάλου μέρους του, μορατόριουμ στην αποπληρωμή και ρήτρα ανάπτυξης. Χρειάζεται συντονισμένη πολιτική για την ανάπτυξη και την αύξηση των δεικτών του ΑΕΠ.
Εξήγησα επίσης στον κ. Ρεν ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα η κοινωνία βάζει κόκκινες γραμμές, ανεξάρτητα από το τι θα κάνει ο κ. Σαμαράς και η κυβέρνησή του στο θέμα του φόρου των ακινήτων και στο θέμα των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας. Αν υπάρξει οποιαδήποτε σκέψη για άρση της προστασίας στους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας, τότε αυτό θα οδηγήσει σε μια ανεπανάληπτη κοινωνική ένταση, δεν είναι αποδεκτό αυτό, αλλά θα οδηγήσει και στην υποτίμηση των αξιών της ακίνητης περιουσίας. Όμως, ταυτόχρονα, θα οδηγήσει στη χρεοκοπία των τραπεζών, στην ανάγκη τους για ανακεφαλαιοποίηση, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό στο ευρωπαϊκό πλαίσιο ένα άλλο νέο φαινόμενο σαν αυτό που είδαμε στην Κύπρο πριν από ένα χρόνο.
Αυτές τις κόκκινες γραμμές, εξήγησα στον επίτροπο, τις βάζει η κοινωνία, όχι η κυβέρνηση Σαμαρά. Κι αν τις υπερβούν, τότε του εξήγησα ότι η φράση που μας είπε πριν τρία χρόνια στο ελληνικό Κοινοβούλιο, το «καλό κουράγιο», θα είναι μια φράση χρήσιμη και για τον ίδιο και για την Ε.Ε. στο σύνολό της.
Τέλος, είχαμε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε σκέψεις εν όψει και των επικείμενων ευρωεκλογών για την αναγκαία εκδημοκρατικοποίηση της Ε.Ε.., στην προοπτική ενδεχομένως να έχουμε τη δυνατότητα μέχρι τις ευρωεκλογές σε οργανωμένες πολιτικές συζητήσεις, σε έναν οργανωμένο διάλογο, να καταθέσουμε τις προτάσεις μας για το πώς η Ευρώπη θα βγει απ΄ αυτή την πρωτοφανή κρίση στην οποία έχει οδηγηθεί χάρη στις εφαρμοζόμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές.»