Οι ποσότητες νερού στις δεξαμενές ανά την υφήλιο μειώθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια παρά την κατασκευαστική έκρηξη που αύξησε τη χωρητικότητα αποθήκευσης, σύμφωνα με μια νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε την Τρίτη, υποδηλώνοντας ότι τα νέα φράγματα δεν θα είναι αρκετά για να λύσουν την αυξανόμενη πίεση στα παγκόσμια αποθέματα νερού.
Σύμφωνα με τα δορυφορικά δεδομένα το νερό που δεσμεύτηκε σε 7.245 δεξαμενές σε όλο τον κόσμο μειώθηκε από το 1999 έως το 2018, παρά την ετήσια αύξηση της χωρητικότητας κατά 28 κυβικά χιλιόμετρα, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε από την Nature Communications.
Η κλιματική αλλαγή ήταν ένας «κρίσιμος παράγοντας» για τη μείωση της απόδοσης των δεξαμενών, δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Huilin Gao του Πανεπιστημίου A&M του Τέξας, αλλά η αυξανόμενη ζήτηση νερού έπαιξε επίσης ρόλο. «Ακόμη και αν σταματήσουν να αυξάνονται οι θερμοκρασίες, η αυξανόμενη ζήτηση και οι νέες κατασκευές είναι πιθανό να συνεχιστούν», πρόσθεσε.
Η μείωση των όγκων των δεξαμενών νερού ήταν μεγαλύτερη στο νότο, ιδιαίτερα στην Αφρική και τη Νότια Αμερική, όπου η ζήτηση νερού αυξήθηκε γρήγορα και οι νέες δεξαμενές δεν γέμιζαν τόσο γρήγορα όσο αναμενόταν.
Οι παρατεταμένες ξηρασίες έχουν εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των μεγάλων δεξαμενών. Η Κίνα είδε την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας να πέφτει κατακόρυφα το περασμένο καλοκαίρι ως αποτέλεσμα των υψηλών θερμοκρασιών σε όλη τη λεκάνη του Yangtze.
Η Διεθνής Ένωση Υδροηλεκτρικής Ενέργειας δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι τα νέα φράγματα και οι δεξαμενές διαδραμάτισαν «κρίσιμο ρόλο μετριασμού σε μια εποχή αυξανόμενων ακραίων κλιματικών συνθηκών», καθιστώντας ευκολότερη τη ρύθμιση των υδάτινων ροών.
«Καθώς το κλίμα γίνεται πιο ασταθές, θα χρειαστούμε περισσότερες, όχι λιγότερες, υποδομές νερού, που προσφέρουν επιπλέον την τόσο αναγκαία ηλεκτρική ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα», ανέφερε.