Όλο αυτό το διάστημα που οι δασικές φωτιές κατέκαιγαν περιοχές της Αττικής, ασθενοφόρα και διασώστες του Διαδημοτικού Κέντρου Περίθαλψης Αδέσποτων Ζώων (ΔΙΚΕΠΑΖ) κινούνταν καθημερινά στις πυρόπληκτες περιοχές, για να παρέχουν κάθε αναγκαία βοήθεια στα ζώα που κινδύνευαν ή είχαν τραυματιστεί, αναφέρει σε σχετικό δελτίο τύπου η οργάνωση.
Η οδηγία του προέδρου του Περιβαλλοντικού Συνδέσμου Δήμων περιοχής Αθήνας – Πειραιά (ΠΕΣΥΔΑΠ), Γρ. Γουρδομιχάλη, ήταν να βοηθάνε στον απεγκλωβισμό και την απομάκρυνση των ζώων που κινδυνεύουν, αλλά και να μεταφέρουν στις εγκαταστάσεις του ΔΙΚΕΠΑΖ στο Σχιστό, όσα χρειάζονται νοσηλεία, ή υπήρχε εκτίμηση ότι μπορεί να απειληθούν, όσο συνεχίζονταν οι φωτιές. Δύο από τα ασθενοφόρα του ΔΙΚΕΠΑΖ κινούνταν συνεχώς στην παλιά Εθνική Οδό Αθήνας – Θήβας κοντά στο πύρινο μέτωπο των Δερβενοχωρίων, ενώ το ίδιο έκαναν άλλα δύο οχήματα στην περιοχή των Καλυβίων – Λαγονησίου.
Σύμφωνα με το ΔΙΚΕΠΑΖ, στα πολλαπλά μέτωπα φωτιάς σε ολόκληρη την Αττική, είναι ξεκάθαρο ότι δεκάδες ζώα ξεκληρίστηκαν στις φλόγες και, δυστυχώς, είναι αυτονόητο ότι το ίδιο συμβαίνει και τώρα στην μεγάλη πυρκαγιά της Ρόδου. Οι υπηρεσιακές αναφορές που έκαναν τα πληρώματα των ασθενοφόρων του ΔΙΚΕΠΑΖ όλο αυτό το διάστημα, επιτρέπουν κάποια συμπεράσματα:
– Συμπέρασμα 1ο: Εκτός από τα αδέσποτα ζώα που πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι και τα πιο ευάλωτα, οδυνηρή κατάληξη είχαν και δεσποζόμενα που αφέθηκαν πίσω να καούν, είτε γιατί οι κηδεμόνες τους δεν πρόλαβαν ή δεν μπόρεσαν να τα απεγκλωβίσουν, είτε γιατί αδιαφόρησαν να τους εξασφαλίσουν μία διέξοδο. Το απαράδεκτο φαινόμενο ζώων δεμένων και περιορισμένων μέσα σε παραπήγματα ή κατοικίες που είχαν παραδοθεί στις φλόγες, επαναλήφθηκε, δυστυχώς, και σε αυτήν την φυσική καταστροφή.
– Συμπέρασμα 2ο: Όπως εκ των πραγμάτων και με τραγικό τρόπο αποδείχτηκε, σε ιδιωτικά «καταφύγια», φάρμες, ή οικήματα που λειτουργούσαν ως άσυλα φιλοξενίας αδέσποτων ζώων, δεν είχαν γίνει εργασίες αποτελεσματικής πυροπροστασίας και δεν είχε εκπονηθεί ποτέ ένα σχέδιο ασφαλείας ή εκκένωσης για την «κακιά στιγμή».
“Αυτές οι ελλείψεις και η αγνόηση των μέτρων ασφαλείας, μετατράπηκαν σε εφιάλτη και αδιανόητες τραγωδίες για τα άτυχα ζώα που εγκλωβίστηκαν εκεί”, υπογραμμίζει η περιβαλλοντική οργάνωση που αντιπροτείνει “ένα πλήρες σχέδιο διαχείρισης και αντιμετώπισης παρόμοιων περιπτώσεων, με γνώμονα την ασφάλεια των ζώων και του προσωπικού”.
“Όσο οι φλόγες συνεχίζουν να καίνε σε διάφορες περιοχές, δεν είναι στιγμή να αναζητούνται ευθύνες ή να αναλωνόμαστε σε αναθέματα, που μπορεί να υπονομεύσουν την κοινή προσπάθεια για να διασωθούν ζώα. Όταν, όμως, αυτή η τραγωδία τελειώσει, όλοι οι εμπλεκόμενοι και το αρμόδιο υπουργείο πρέπει να αναζητήσουν τρόπους, ώστε τέτοια γεγονότα να μην επαναληφθούν. Γιατί στην φιλοξενία και την περίθαλψη ζώων, δυστυχώς δεν φτάνουν μόνο… οι καλές προθέσεις και η διάθεση προσφοράς. Πρέπει να υπάρχει και η αναγκαία υποδομή και ο έλεγχος σε εγκαταστάσεις και προσωπικό”, καταλήγει η ανακοίνωση.