Με πρωτοβουλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γεωργίου Α. Προβόπουλου, το Φεβρουάριο του 2009 συστάθηκε Επιτροπή από διακεκριμένους επιστήμονες, στην οποία ανατέθηκε η εκπόνηση μελέτης σχετικά με τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα. Μετά από έρευνες 26 μηνών, σήμερα, 1η Ιουνίου του 2011, δημοσιεύθηκε η Έκθεση της Επιτροπής και παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της μελέτης σε ειδική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Στην εκδήλωση απηύθυνε χαιρετισμό ο Πρωθυπουργός κ. Γεώργιος Α. Παπανδρέου. Την Έκθεση παρουσίασε ο ακαδημαϊκός και Συντονιστής της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής κ. Χρήστος Ζερεφός. Στην εκδήλωση, εκτός του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γεωργίου Προβόπουλου, μίλησαν η Υπουργός Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κα Τίνα Μπιρμπίλη και ο Αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρώην Επίτροπος Περιβάλλοντος της Ε.Ε. κ. Σταύρος Δήμας. Την εκδήλωση συντόνισε ο δημοσιογράφος κ. Νίκος Χατζηνικολάου.
Η Έκθεση αποτελεί την πρώτη προσπάθεια ολοκληρωμένης μελέτης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, ειδικότερα του κόστους της κλιματικής μεταβολής για την ελληνική οικονομία, του κόστους μέτρων προσαρμογής στο μεταβαλλόμενο κλίμα, καθώς και του κόστους της μετάβασης προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στο πλαίσιο της παγκόσμιας προσπάθειας για μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε εκτίμηση των κλιματικών μεταβολών για 13 περιοχές, στις οποίες διαιρέθηκε η Ελλάδα βάσει κλιματικών και γεωγραφικών κριτηρίων, ενώ αναπτύχθηκε βάση δεδομένων και προσομοιώσεων υποδειγμάτων για τα κυριότερα σενάρια εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα των κλιματικών προσομοιώσεων, προβλέπεται ότι μέχρι τα τέλη του 21ου αιώνα η θερμοκρασία θα σημειώσει σημαντική άνοδο, ενώ το ύψος του υετού που αναμένεται στο σύνολο της επικράτειας θα μειωθεί. Παράλληλα θα αυξηθούν δραστικά η ένταση των θερμών εισβολών και η διάρκεια των περιόδων ξηρασίας, με συνέπεια, μεταξύ άλλων, τη σημαντική αύξηση του κινδύνου δασικών πυρκαγιών. Οι μεταβολές αυτές προβλέπεται ότι θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στα οικοσυστήματα της περιοχής, αλλά και σε μια σειρά από τομείς και αποτελέσματα της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Η κλιματική αλλαγή θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις σε πολλούς τομείς στην Ελλάδα. Οι επιπτώσεις στους τομείς της γεωργίας, των δασών, της αλιείας, του τουρισμού, των μεταφορών, στις δραστηριότητες σε παράκτιες περιοχές και στο δομημένο περιβάλλον των αστικών κέντρων οφείλονται στην αύξηση της θερμοκρασίας, στην ξηρασία, σε ακραία καιρικά φαινόμενα και στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Σύμφωνα με την Έκθεση, οι επιπτώσεις αυτές θα οδηγήσουν σε μείωση της παραγωγικότητας, σε απώλεια κεφαλαίου και σε επιπλέον δαπάνες για την αποκατάσταση των ζημιών. Αρνητικές συνέπειες θα υπάρξουν επίσης όσον αφορά τη βιοποικιλότητα, τα οικοσυστήματα της Ελλάδος και την υγεία των κατοίκων.
Το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την ελληνική οικονομία, αν δεν υπάρξει δράση για την αντιμετώπισή της ούτε στην Ελλάδα ούτε σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτιμήθηκε από τη μελέτη ότι θα είναι πολύ υψηλό. Αν η κλιματική αλλαγή εξελιχθεί με την ένταση που αναμένεται έως το 2050 και το 2100 χωρίς παγκόσμια προσπάθεια μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η σωρευτική ζημία για την ελληνική οικονομία μέχρι και το 2100 φθάνει τα 701 δισεκ. ευρώ, δηλ. ισοδυναμεί με το τριπλάσιο του σημερινού ετήσιου ΑΕΠ της χώρας.
Η αποφυγή ή ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής (περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς Κελσίου) απαιτεί συνεχή προσπάθεια δραστικής μείωσης των εκπομπών στην Ελλάδα και σε παγκόσμιο επίπεδο από σήμερα και μέχρι το 2050 και στη συνέχεια μέχρι το 2100.