Από 01/01/2018 στην Κίνα ισχύει η απαγόρευση κάθε είδους εμπορίου και επεξεργασίας ελεφαντόδοντου, σε μια σημαντική απόφαση για τους υπερασπιστές των αφρικανικών ελεφάντων, καθώς η Κίνα θεωρείται ότι είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής ελεφαντόδοντου παγκοσμίως. Το νόμιμο ή παράνομο εμπόριο ελαφαντόδοντου στην Κίνα υπολογίζεται ότι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ετήσια σφαγή περίπου 30.000 αφρικανικών ελεφάντων από λαθροκυνηγούς.
Η απόφαση του Κρατικού Συμβουλίου αναφέρει ότι μέχρι το τέλος του 2017 θα πρέπει να έχει σταματήσει η πώληση και η επεξεργασία για εμπορικούς σκοπούς του ελεφαντόδοντου και αντικειμένων από ελεφαντόδοντο. Μέχρι τις 31 Μαρτίου, δε, πολλά από τα σχετικά εργαστήρια και πωλητές θα πρέπει να έχουν σταματήσει τις δραστηριότητές τους. Από την πλήρη απαγόρευση που ανακοινώθηκε την Παρασκευή θα επηρεαστούν 34 επιχειρήσεις επεξεργασίας του ελεφαντόδοντου και 143 κέντρα εμπορίου.
Η απόφαση αυτή έρχεται σε εφαρμογή της διμερούς συμφωνίας-ορόσημο του 2015 μεταξύ των προέδρων της Κίνας και των ΗΠΑ Σι Τζινπίνγκ και Μπαράκ Ομπάμα, που απαγορεύει την αγοραπωλησια του ελεφαντόδοντου, εξαιρούμενων περιορισμένου αριθμού αντικών κι άλλων ατικειμένων.
Το ελεφαντόδοντο θεωρείται σύμβολο υψηλής κοινωνικής θέση και γι’ αυτό είναι περιζήτητο στην Κίνα, όπου η τιμή του μπορεί να φθάσει μέχρι τα 1.050 ευρώ το κιλό. Το ελεφαντόδοντο βρίσκεται σε ζήτηση στην πολυπληθέστερη χώρα του πλανήτη για γλυπτά, ξυλάκια φαγητού και άλλα διακοσμητικά αντικείμενα.
Σύμφωνα με περιβαλλοντικές οργανώσεις, περισσότεροι από 20.000 ελέφαντες σκοτώθηκαν πέρυσι για τους χαυλιόδοντες τους και παρόμοιοι αριθμοί είχαν ανακοινωθεί και για τα προηγούμενα χρόνια. Το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF) εκτιμά ότι μόνο περίπου 415.000 ελέφαντες επιβιώνουν ακόμη.