Τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών ξεκίνησαν σήμερα μακρόπνοες συνομιλίες με απώτερο σκοπό την υπογραφή μιας συνθήκης το 2020 που θα προστατεύει από την υπερεκμετάλλευση, την υπεραλίευση και την μόλυνση τους ωκεανούς, που καλύπτουν το ήμισυ του πλανήτη, αλλά δεν διαθέτει επαρκή προστασία του περιβάλλοντος.
Τέσσερις συνεδριάσεις του Διακυβερνητικού Συνεδρίου για την προστασία των Ωκεανών, διάρκειας δύο εβδομάδων η κάθε μια, προγραμματίζονται να πραγματοποιηθούν σε διάστημα δύο ετών, με στόχο την προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και την αποφυγή περαιτέρω λεηλασίας των ωκεανών. Ο πρώτος γύρος των συνομιλιών, ξεκινάει σήμερα και θα διαρκέσει μέχρι τις 17 Σεπτεμβρίου.
“Οι διαπραγματεύσεις θα αφορούν χώρους πέρα από τις εθνικές δικαιοδοσίες ή περιοχές που δεν ανήκουν σε καμία χώρα συγκεκριμένα”, δήλωσε ο Julien Rochette από το Ινστιτούτο Αειφόρου Ανάπτυξης και Διεθνών Σχέσεων (Iddri), ένα think tank που εδρεύει στο Παρίσι. Η συζήτηση θα επικεντρωθεί στην “ανοικτή θάλασσα και τη διεθνή ζώνη των θαλάσσιων υδάτων, ή περίπου το 46 τοις εκατό της επιφάνειας του πλανήτη”, πρόσθεσε.
Το 1982, ο ΟΗΕ ενέκρινε τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά άφησε τους ωκεανούς εκτός του ρυθμιστικού πλαισίου. “Όλα τα κράτη απολαμβάνουν τις παραδοσιακές ελευθερίες της ναυσιπλοΐας, της πλεύσης, της επιστημονικής έρευνας και της αλιείας στην ανοικτή θάλασσα”, αναφέρεται εκεί. Η σύμβαση τέθηκε σε ισχύ το 1994, χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ. Από τότε, οι ναυτιλιακές διαδρομές έχουν επεκταθεί σημαντικά και οι πόροι που κρύβονται στα βάθη των ωκεανών έχουν προσελκύσει μεγάλο ενδιαφέρον, είτε μέσω της αλιείας είτε μέσω της εξόρυξης ορυκτών.
Οι επιστήμονες τονίζουν τη σημασία της υπογραφής μιας συμφωνίας, με τον καθηγητή Άλεξ Ρότζερς του πανεπιστημίου της Οξφόρδης να δηλώνει πως “ο μισός πλανήτης μας αποτελείται από ωκεανούς, οι οποίοι προστατεύουν τη ζωή στη Γη από τις χειρότερες κλιματικές αλλαγές”, παρέχοντας τις απαραίτητες αποδείξεις στην επιτροπή Ηνωμένων Εθνών. “Κάνουμε ελάχιστα πράγματα για την προστασία των ωκεανών και της ζωής σε αυτούς, πράγμα που απειλεί την ανθρώπινη επιβίωση. Με την καθιέρωση νομοθετικού πλαισίου που προστατεύει τη βιοποικιλότητα, κάνουμε το πιο σημαντικό βήμα που μπορεί να γίνει, προκειμένου να ανατραπεί η, ήδη υπάρχουσα, καταστροφή”.
“Μια δυνατή παγκόσμια συμφωνία προστασίας των θαλασσών θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε ένα ισχυρό δίκτυο που θα προστατεύει τη θαλάσσια ζωή, θα διασφαλίζει την ασφάλεια στην τροφή εκατομμυρίων ανθρώπων και θα βοηθήσει στην ανατροπή της κλιματικής αλλαγής”, αναφέρει η Σάντρα Σκότνερ, θαλάσσια βιολόγος της Greenpeace.
Ωστόσο, χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ισλανδία και η Νορβηγία, δυσανασχετούν, εκφράζοντας φόβους πως η συμφωνία αυτή απειλεί τις αλιευτικές επιχειρήσεις τους, κυρίως εκείνες που αφορούν στην αλιεία φαλαινών. Σε αυτές τις χώρες προστίθεται και η Ρωσία, η οποία δείχνει να κωλυσιεργεί. Παρ’ όλα αυτά, υπέρμαχοι της συμφωνίας δείχνουν αισιόδοξοι για ένα αίσιο τέλος.
“Η παρούσα νομοθεσία προστασίας των ωκεανών είναι αδύναμη, κατακερματισμένη και ανίκανη να αντιμετωπίσει τις απειλές του 21ου αιώνα, όπως την κλιματική αλλαγή, την παράνομη υπεραλίευση, τους τόνους πλαστικών που μολύνουν τις θάλασσες και την μείωση των θαλάσσιων πληθυσμών” δηλώνει η Λιζ Κάραν της επιτροπής High Seas Alliance, συμπληρώνοντας πως είναι ιστορική η ευκαιρία που παρουσιάζεται για την προστασία της βιοποικιλότητας με την επικύρωση μίας ισχυρότερης νομοθεσίας.