Περίπου το 17% της μάζας των θαλάσσιων ζώων (ψάρια, ασπόνδυλα, θηλαστικά) ενδεχομένως να εξαφανιστεί μέχρι το 2100 εάν οι εκπομπές CO2 διατηρήσουν τον τρέχοντα ρυθμό αύξησης τους, προειδοποιεί μια διεθνή έρευνα που δημοσιεύθηκε αυτή την Τρίτη στο αμερικανικό περιοδικό PNAS.
Στην έρευνα αυτή του Πανεπιστημίου British Columbia έχουν ληφθεί υπόψη μόνο οι συνέπειες από την κλιματική αλλαγή και όχι άλλοι παράγοντες (όπως η υπεραλιεία ή η ρύπανση των ωκεανών). Η απώλεια αυτών των ειδών μπορεί να έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα αλλά και τη διατροφική ασφάλεια.
Το θερμότερο νερό είναι ο βασικότερος παράγοντας της επαπειλούμενης καταστροφής, αλλά όχι ο μόνος. Η κλιματική αλλαγή οδηγεί ουσιαστικά σε ωκεανούς που είναι περισσότερο όξινοι και έχουν λιγότερο οξυγόνο, γεγονός που επίσης πλήττει τη θαλάσσια ζωή.
Αν η αύξηση της θερμοκρασίας δεν ξεπεράσει τους 2 βαθμούς Κελσίου, θα χαθεί μόνο το 5%, προσθέτουν οι ερευνητές. Για κάθε βαθμό που αυξάνεται η θερμοκρασία, οι ωκεανοί θα χάνουν το 5% των ζώων τους. Αν οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου (GES) παραμείνουν στα ίδια επίπεδα με τα σημερινά, η συνολική βιομάζα των θαλάσσιων ειδών θα μειωθεί κατά 17% μέχρι το 2100 (σε σύγκριση με τη δεκαετία 1990-99).
Οι τριάντα πέντε ερευνητές από τέσσερις ηπείρους, που συμμετέχουν στη διεθνή ομάδα FishMIP (Σχέδιο Μοντέλου Διασύγκρισης Αλιευμάτων και Θαλάσσιου Οικοσυστήματος), μελέτησαν διαφορετικά μοντέλα για να καταλήξουν σε αυτήν την εκτίμηση των προβλημάτων που μπορεί να προκαλέσει η υπερθέρμανση του πλανήτη στους θαλάσσιους πόρους.
Με βάση πάντα τη μελέτη, οι επιπτώσεις στη θαλάσσια πανίδα θα είναι πιο σημαντικές για τα ψάρια και τα θηλαστικά. Θα παρατηρηθεί επίσης μεγαλύτερη μείωση των ζώων στις ζώνες με τροπικό και εύκρατο κλίμα, όπου οι άνθρωποι εξαρτώνται περισσότερο από αυτούς τους πόρους και τους έχουν ήδη μειώσει. Αντιθέτως, σε αρκετές πολικές περιοχές η βιομάζα μπορεί να αυξηθεί, όπως στην Ανταρκτική.
«Το μέλλον των θαλάσσιων οικοσυστημάτων θα εξαρτηθεί σημαντικά από την κλιματική αλλαγή», συνόψισε η Γιούνε Τζάι Σιν, βιολόγος στο Ινστιτούτο Ερευνών για την Ανάπτυξη (IRD). «Κατά συνέπεια, πρέπει να επανεξετάσουμε τα μέτρα προστασίας της βιοποικιλότητας και τη διαχείριση των αλιευμάτων», σημείωσε.
Σημειώνεται ότι με βάση τη Συμφωνία του Παρισιού του 2015 οι χώρες δεσμεύτηκαν να προσπαθήσουν να περιορίσουν την άνοδο της θερμοκρασίας, ώστε να μην ξεπεράσει τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σύγκριση με το επίπεδο όπου βρισκόταν πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση. Όμως το 2018 οι παγκόσμιες εκπομπές καυσαερίων έφτασαν και πάλι σε ύψη ρεκόρ, κάτι που σημαίνει ότι αν δεν υπάρξει μια αλλαγή πορείας η θερμοκρασία θα αυξηθεί πάνω από 4 βαθμούς Κελσίου.