Την απόφαση να περιορίσει την ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας στη θάλασσα, η οποία θεωρειται ότι επιβαρύνει το περιβάλλον, πήρε η Δανία χθες Δευτέρα βράδυ.
Την απόφαση χαιρέτισαν οι οργανώσεις προάσπισης του περιβάλλοντος, οι οποίες καταγγέλλουν τη μόλυνση που προκαλούν οι ιχθυοκαλλιέργειες στη θάλασσα, κυρίως από την τροφή των ψαριών και τα απορρίμματα.
«Η Δανία έφτασε στο όριό της αναφορικά με τον αριθμό των ψαριών που μπορεί να εκτρέφει στη θάλασσα χωρίς να θέτει σε κίνδυνο το περιβάλλον (…) Πρέπει να είμαστε πράσινοι πρωτοπόροι, περιλαμβανομένου στου θέματος της ιχθυοκαλλιέργειας» δήλωσε η υπουργός Περιβάλλοντος Λία Βέρμελιν ανακοινώνοντας την αναστολή της ανάπτυξης των ιχθυοκαλλιεργειών στη θάλασσα.
Από την άλλη πλευρά ο πρόεδρος της ένωσης Δανών ιχθυοκαλλιεργητών Μπράιαν Τόμσεν εκτίμησε ότι η ανακοίνωση θα αποτελέσει «σημαντικό πισωγύρισμα» για μια βιομηχανία μέχρι τώρα ανθούσα. «Σκοπεύαμε να δημιουργήσουμε περισσότερες εξωχώριες φάρμες ιχθυοκαλλιέργειας, αυτό είναι πλέον αδύνατο» κατήγγειλε.
Η κυβέρνηση της Δανίας, αν και απαγόρευσε τη δημιουργία νέων και την επέκταση των ήδη υπαρχουσών εγκαταστάσεων, διατηρεί τις ήδη υπάρχουσες φάρμες καθώς και την ιχθυοκαλλιέργεια γλυκού νερού, η οποία μετρά περίπου 200 φάρμες στη χώρα. Η αξία των ετήσιων εξαγωγών ψαριών που εκτρέφονται σε ιχθυοκαλλιέργειες ανέρχεται στο 1,5 δισεκ. κορώνες Δανίας (201 εκ. ευρώ).
Σημειώνεται ότι η ιχθυοκαλλιέργεια αναπτύχθηκε στη Δανία τον 19ο αιώνα, αλλά στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν είναι επαρκώς διαδεδομένη, καθώς η Ασία προσφέρει το 90% της παγκόσμιας παραγωγής ψαριών εκτροφείου. Μέσω της υδατοκαλλιέργειας παράγονται περισσότερα από τα μισά ψάρια που καταναλώνονται παγκοσμίως, σύμφωνα με την οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO).
Η ετήσια κατανάλωση ψαριών ανά κάτοικο παγκοσμίως εκτιμήθηκε στα 20,5 κιλά το 2017, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του FAO, ενώ το 1961 ήταν 9 κιλά.