Ο Guardian σε πρόσφατο αφιέρωμα του αποκάλυψε τις 20 εταιρείες ορυκτών καυσίμων, των οποίων η αδιάκοπη εκμετάλλευση των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα μπορεί να συνδεθεί άμεσα με περισσότερο από το ένα τρίτο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στη σύγχρονη εποχή.
Νέα στοιχεία από παγκοσμίου φήμης ερευνητές αποκαλύπτουν πώς αυτή η ομάδα κρατικών και πολυεθνικών εταιρειών κατέχει τα ηνία την κλιματικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης που απειλεί το μέλλον της ανθρωπότητας και αναφέρει λεπτομερώς τον τρόπο με τον οποίο συνέχισαν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους παρά το γεγονός ότι γνώριζαν τις καταστροφικές συνέπειες της συγκεκριμένης βιομηχανίας στον πλανήτη.
Η ανάλυση του Richard Heede από το Ινστιτούτο Υπευθυνότητας για το Κλίμα στις ΗΠΑ, προσμετρά τις εξορύξεις των παγκόσμιων κολοσσών από το έδαφος και τις επακόλουθες εκπομπές αυτών των ορυκτών καυσίμων από το 1965 – το σημείο στο οποίο οι εμπειρογνώμονες αναφέρουν ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των ορυκτών καυσίμων ήταν γνωστές τόσο από τους ηγέτες της βιομηχανίας όσο και από τους πολιτικούς, οπότε άρχισαν να έχουν ηθική, οικονομική και νομική ευθύνη για τη συνεχιζόμενη εξόρυξη και χρήση των προϊόντων τους. Σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, η μελέτη εκτιμά ότι οι 20 εταιρείες ευθύνονται για το 30% όλων των εκπομπών άνθρακα που έχουν προέλθει από ανθρωπογενείς δραστηριότητες στη Γη από το 1751.
Οι 20 πρώτες εταιρείες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο συνέβαλαν στο 35% του συνολικού σχετιζόμενου με ενέρεια διοξειδίου του άνθρακα και του μεθανίου που εκπέμπεται παγκοσμίως, από το 1965, που ισοδυναμεί με εκπομπές 480 δισεκατομμυρίων μετρικών τόνων ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα (GtCO2e).
Οι πέντε μεγαλύτεροι εταιρικοί ρυπαντές είναι κατά σειρά η σαουδαραβική Aramco (4,38% των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών της περιόδου 1965-2017), η αμερικανική Chevron (3,2%), η ρωσική Gazprom (3,19%), η αμερικανική ExxonMobil (3,09%) και η ιρανική National Iranian Oil (2,63%). Την 20άδα συμπληρώνουν κατά σειρά οι BP, Shell, Coal India, Pemex, Petroleos de Venezuela, PetroChina, Peabody Energy, ConocoPhilips, Abu Dhabi, Kuwait Petroleum, Iraq National Oil, Total, Sonatrach, BHP Billiton και Petrobras.
Ο Michael Mann, ένας από τους κορυφαίους κλιματολόγους παγκοσμίως, δήλωσε ότι τα ευρήματα έφεραν φως στο ρόλο των εταιρειών ορυκτών καυσίμων και κάλεσαν τους πολιτικούς στις επικείμενες συνομιλίες για το κλίμα στη Χιλή τον Δεκέμβριο να λάβουν επείγοντα μέτρα για να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους.
Από την πλευρά τους κάποιες από τις αναφερόμενες εταιρείες υποστήριξαν, σύμφωνα με τον Guardian, ότι δεν ευθύνονται άμεσα για το πώς χρησιμοποιούνται από τους καταναλωτές τα προϊόντα τους, ενώ άλλες αμφισβήτησαν ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των ορυκτών καυσίμων ήσαν πραγματικά γνωστές πριν 60 χρόνια. Κάποιες τόνισαν δε ότι αποδέχονται την επιστήμη της κλιματικής αλλαγής και υποστηρίζουν τους στόχους της διεθνούς συμφωνίας του Παρισιού για περιορισμό των εκπομπών άνθρακα.