Ψάρια πιο μικρά, γιατί τα μεγαλύτερα είναι πιο λίγα καταλήγουν να ψαρεύουν οι αλιείς στη Μεσόγειο, σύμφωνα με πανευρωπαϊκή μελέτη με τη συμμετοχή και δύο Ελλήνων επιστημόνων.
Το φαινόμενο που έρχεται ως συνέπεια της υπεραλίευσης, επιβεβαιώνεται από τις ποσότητες ψαριών και άλλων αλιευμάτων που κατάσχονται σε όλη την επικράτεια ύστερα από ελέγχους κλιμακίων του Λιμενικού Σώματος. Πολύ συχνές είναι οι παραβάσεις που βεβαιώνονται για ψάρια μικρού μεγέθους ή βάρους, επομένως μη επιτρεπόμενου προς αλίευση, μεταξύ άλλων παραβάσεων, όπως ψάρεμα σε ζώνες κλειστές προς αλίευση, χρήση παράνομων εργαλείων και μεθόδων. Η δραστηριότητα που δεν συμβαδίζει με τα ισχύοντα νομικά πλαίσια της Ευρώπης αλλά και τις επιστημονικές προϋποθέσεις αλίευσης καθιστά τα αποθέματα των θαλασσών ιδιαιτέρως ευάλωτα.
«Το βασικότερο πρόβλημα που έχει διαπιστωθεί είναι ότι, εκτός από τη βιομάζα των ψαριών στη θάλασσα και την ποσότητα που αλιεύεται, έχει μειωθεί και το σωματικό μέγεθος των ψαριών εξαιτίας της υπεραλίευσης» αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ, Αθανάσιος Τσίκληρας. «Όσο ψαρεύεις σε ρυθμό υψηλότερο από αυτόν που επιτρέπει τη φυσική ανανέωση των αποθεμάτων, τα αποθέματα κάποια στιγμή μειώνονται σε βιομάζα και σωματικό μέγεθος, γιατί δεν προλαβαίνουν να μεγαλώσουν για να αναπαραχθούν. Πολλοί αλιείς τελικά, ειδικά στη Μεσόγειο, καταλήγουν να ψαρεύουν ψάρια πιο μικρά (υπομεγέθη σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό), καθώς δεν υπάρχουν πλέον τα μεγαλύτερα ή είναι πολύ σπάνια» σημειώνει ο κ. Τσίκληρας.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Βιολογίας του ΑΠΘ κάνει αναφορά στην πανευρωπαϊκή έρευνα “Status and rebuilding of european fisheries”*, που δημοσιεύτηκε το 2018 στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Marine Policy από ομάδα επιστημόνων, στο πλαίσιο της οποίας εξετάστηκαν 397 αποθέματα των ευρωπαϊκών οικο-περιοχών και 120 είδη ψαριών και άλλων οστρακοειδών και διαπιστώθηκε ότι αν συνεχιστεί με αυτούς τους ρυθμούς η υπεραλίευση, η εκμετάλλευση πολλών θαλάσσιων αποθεμάτων στη Μεσόγειο ειδικά, θα σταματήσει να είναι βιώσιμη. Η πανευρωπαϊκή μελέτη αφορούσε την κατάσταση των αποθεμάτων από το 2014 έως και το 2017 ανάλογα με τη διαθεσιμότητα των δεδομένων.
«Το συμπέρασμα είναι ότι το καθεστώς της αλιείας στην ΕΕ, ιδιαίτερα στις νότιες περιοχές, απέχει πολύ από την ενδεδειγμένη διαχείριση και από το να πληροί οικολογικές και νομικές προϋποθέσεις. Σύμφωνα με την ανεξάρτητη πανευρωπαϊκή έρευνα που διερεύνησε την κατάσταση των ευρωπαϊκών αποθεμάτων, τη διαχείρισή τους έως τώρα, αλλά και το μέλλον τους σύμφωνα με ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, η κατάσταση του 85% των ευρωπαϊκών αποθεμάτων είναι χειρότερη από τα επίπεδα που θα διασφάλιζαν ανανέωση των αποθεμάτων».
«Οι ψαράδες, όχι μόνο στις ελληνικές θάλασσες αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, όταν ψαρεύουν λιγότερο μειώνονται τα εισοδήματά τους και γι’ αυτό αγωνίζονται να ψαρεύουν περισσότερο, χωρίς όμως να υπάρχει ισορροπία μεταξύ αλίευσης και της κατάστασης των αλιευτικών αποθεμάτων. Όσο αυξάνεται ο ρυθμός εκμετάλλευσης των αποθεμάτων (υπεραλίευση) μειώνεται η βιομάζα τους, και όσο μειώνονται τα αποθέματα μειώνονται και τα εισοδήματα των ψαράδων. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που θα τελειώσει με την απόλυτη κατάρρευση ή με την ανάκαμψη των αποθεμάτων», επισημαίνει ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ, Αθανάσιος Τσίκληρας .
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεύθυνσης Ελέγχου Αλιείας (ΔΕΛΑΛ) του Λιμενικού Σώματος, το 2018 βεβαιώθηκαν συνολικά 1.436 παραβάσεις αλιευτικής νομοθεσίας από επαγγελματίες και ερασιτέχνες ψαράδες. Από αυτές, 563 αποφάσεις αφορούσαν απαγορευμένες αλιευτικές μεθόδους και 72 αποφάσεις αλίευσης μη επιτρεπόμενων (υπολοιπόμενων) μεγεθών.
Το 2017 επιβλήθηκαν κυρώσεις σε 1.410 περιπτώσεις από αυτές οι 608 παραβάσεις αφορούσαν σε παράνομα εργαλεία και μεθόδους, μεταξύ αυτών 8 για χρήση εκρηκτικών, ενώ 98 αποφάσεις είχαν να κάνουν με τον εντοπισμό αλιευμάτων υπολειπόμενου μη επιτρεπόμενου μεγέθους. Το 2016 βεβαιώθηκαν 1325 παραβάσεις, μεταξύ αυτών 520 για παράνομα αλιευτικά εργαλεία και 66 παραβάσεις για ψάρια υπολειπόμενου μεγέθους. Οι βεβαιώσεις παραβάσεων συνοδεύονται από σχετικά χρηματικά πρόστιμα και αφαίρεση αδειών ατομικών αλλά και σκαφών.
«Σύμφωνα με το τηρούμενο αρχείο μας οι περισσότερες περιπτώσεις παραβάσεων για αλιεία ειδών υπολειπομένων διαστάσεων καταγράφονται σε Αλεξανδρούπολη, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Λαύριο, Ιερισσό», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής της ΔΕΛΑΛ, αντιπλοίαρχος Κωνσταντίνος Γιαλελής. «Αξίζει να σημειωθεί ότι το Κέντρο Παρακολούθησης Αλιείας (ΚΠΑ) της Διεύθυνσης Ελέγχου Αλιείας του Λιμενικού Σώματος λειτουργεί επί 24ώρου βάσεως, όλες τις ημέρες της εβδομάδας και παρακολουθεί περισσότερα από 1.000 επαγγελματικά αλιευτικά σκάφη, συνεργαζόμενο με τις Λιμενικές Αρχές της χώρας για πραγματοποίηση στοχευμένων αλιευτικών επιθεωρήσεων», τονίζει ο κ. Γιαλελής.
«Υπεραλίευση δεν μπορεί να γίνει από εμάς τους επαγγελματίες, ούτε υπάρχει περιθώριο παράνομης δραστηριότητας», τονίζει ο πρόεδρος του Σωματείου Γρι -Γρι Καβάλας, Γιάννης Μανιός και εξηγεί πώς «υπάρχει δορυφορική παρακολούθηση για όλα τα σκάφη παράκτιας και μέσης αλιείας, από τη Γενική Διεύθυνση Αλιείας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και ηλεκτρονική καταγραφή με ξεχωριστό κωδικό για κάθε σκάφος». Ο κ. Μανιός επισημαίνει ότι είναι γνωστό πότε αποπλέουμε και καταπλέουμε, καθώς και τι είδη και ποσότητες ψαρεύουμε. Διευκρινίζει, τέλος ότι «συμβαίνει να υπάρχει μέσα σε μια ψαριά μικρός αριθμός από υπομεγέθη ψάρια.. Πάντως τα εργαλεία στα σκάφη μας είναι τέτοια που δεν κρατούν μικρά ψάρια».
Από την πλευρά του ο αναπληρωτής καθηγητής Βιολογίας υποστηρίζει ότι «το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες της ΕΕ είναι το ίδιο, απλώς στην Ελλάδα οι επαγγελματίες αλιείς βρίσκουν και χρησιμοποιούν όλα τα παραθυράκια του νόμου, οι ερασιτέχνες ειναι πολλοί και ανεξέλεγκτοι, μετά την κατάργηση της υποχρέωσης έκδοσης ερασιτεχνικής άδειας αλιείας το 2014 και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί σχεδόν ανύπαρκτοι για οικονομικούς και άλλους λόγους».
Η παράνομη δραστηριότητα αφορά επαγγελματίες και ερασιτέχνες ψαράδες. Χρήση μη επιτρεπόμενων εργαλείων, δίχτυα, ψαροντούφεκα με φακούς τη νύχτα ή και μπουκάλες όπως και παράνομη χρήση δορυφορικού συστήματος παρακολούθησης είναι πληγές που προκαλούν βαθιά ζημιά στα θαλάσσια αποθέματα και απέχουν από ένα μοντέλο βιώσιμης αλιείας.
Σύμφωνα με την πανευρωπαϊκή μελέτη, αν μειώσουμε την ποσότητα που ψαρεύουμε ή την ένταση της αλιείας στο 50% (κυρίως οι επαγγελματίες αλλά και οι ερασιτέχνες ψαράδες) σε σχέση με αυτά που ψαρεύουμε σήμερα, «τότε σε μόλις δέκα (10) χρόνια, περίπου το 2030, οι επαγγελματίες ψαράδες θα έχουν τριπλάσια εισοδήματα γιατί θα τριπλασιαστεί η διαθέσιμη βιομάζα στη θάλασσα» υπογραμμίζει ο αναπληρωτής καθηγητής Βιολογίας του ΑΠΘ.
Η ανάπτυξη επομένως βιώσιμης αλιευτικής δραστηριότητας συνίσταται ότι επαγγελματίες και ερασιτέχνες ψαράδες δραστηριοποιούνται σύμφωνα με το νομικό ρυθμιστικό πλαίσιο της ΚΑΠ (Κοινής Αγροτικής Πολιτικής) και τις επιστημονικές εκτιμήσεις που «σπάνια λαμβάνονται υπόψη στην Ελλάδα» αναφέρει ο κ. Τσίκληρας, υπογραμμίζοντας ότι ευλαβική τήρηση των ρυθμίσεων και κανόνων αλιείας (μαζί με μια λιγότερο ανθρωποκεντρική θεώρηση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων) τα προηγούμενα 30-40 χρόνια θα είχε αποτρέψει τη σημερινή κατάσταση.
«Ο εκσυγχρονισμός (αυστηροποίηση) που επιχειρείται σε άλλες περιοχές προκύπτει από την παραδοχή ότι το μέχρι σήμερα διαχειριστικό πλάνο έχει αποτύχει γιατί εξυπηρετούσε συντεχνιακά συμφέροντα» σημειώνει ο αναπληρωτής καθηγητής Βιολογίας, ο οποίος συμμετείχε στην επιστημονική μελέτη για την ανάκαμψη της Ευρωπαϊκής αλιείας.