Το τελευταίο διάστημα η οικολογική ευαισθητοποίηση κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στις συζητήσεις των καθημερινών ανθρώπων. Η προστασία του περιβάλλοντος και το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής συζητούνται όλο και πιο έντονα – χάρη και στη δημοσιότητας που έχει πάρει η δράση της 16χρονης Σουηδής ακτιβίστριας για το κλίμα Γκρέτα Τούνμπεργκ.
Ειδικά στην Βόρεια Ευρώπη, η κατανάλωση κρέατος, τα αεροπορικά ταξίδια που επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα με ρύπους, η κυκλοφορία με συμβατικά αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, απασχολούν έντονα την κοινή γνώμη, με τους περισσότερους να συμφωνούν ότι χρειάζονται και αλλαγές στην καθημερινότητα των πολιτών για να αντιμετωπιστούν τα φλέγοντα ζητήματα της εποχής.
Ενώ όμως λίγo – πολύ όλοι έχουμε την πρόθεση να κάνουμε κάτι καλό και ενώ ολοένα περισσότεροι δηλώνουν έτοιμοι να συμβάλουν ακόμη και με οικονομικά μέσα, στην πράξη όμως λίγοι αλλάζουν από μόνοι τους συνήθειες που έχουν αποδειχτεί ότι αφήνουν έντονο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Στον ταλαιπωρημένο πλανήτη μας: Ξανατρώμε κρέας, ταξιδεύουμε με αεροπλάνα, χρησιμοποιούμε ξανά το αυτοκίνητο ακόμη και για μικρές αποστάσεις.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με μια έρευνα της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος για δύο στους τρεις Γερμανούς η προστασία του περιβάλλοντος είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα, το οποίο θεωρούν ίσης βαρύτητας με την ασφάλεια, τη μετανάστευση και την ανεργία. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την ίδια έρευνα η απόσταση μεταξύ καλών προθέσεων και έμπρακτης υλοποίησης παραμένει συχνά μεγάλη. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Και τι λέει για όλα αυτά η ψυχολογία;
Μια απάντηση δίνει μια ψυχολογική θεωρία που έχει τις ρίζες της στα ΗΠΑ της δεκαετίας του ´80 (Ιcek Ajzen) και είναι γνωστή ως θεωρία της προσχεδιασμένης συμπεριφοράς (Τheory of Planned Behavior), από μια καλή πρόθεση ή θέση ή στάση ζωής δεν προκύπτει απαραίτητα και μια συναφής, συνεπής καλή συμπεριφορά. Με βάση αυτή τη θεώρηση, αυτό συμβαίνει εξαιτίας υποκειμενικών παραγόντων ή λόγω των ευρύτερων σχέσεων και συσχετισμών εντός των οποίων δρα ένα άτομο.
Πολύ απλά, αν υπάρχουν σε ένα χώρο πεταμένα σκουπίδια είναι περισσότερο πιθανό ή αναμενόμενο να πετάξει και κάποιος άλλος τα δικά του σκουπίδια. Όταν πρόκειται για την υιοθέτηση πρακτικών και μέτρων για το περιβάλλον αυτή η στάση μπορεί να προσεγγιστεί ως εξής: «Αν περιοριστώ μόνο εγώ και όχι όλοι οι υπόλοιποι, τότε είμαι ηλίθιος».
Επιπροσθέτως, σύμφωνα πάντα με τους ψυχολόγους, ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει τη σχέση πρόθεσης-πράξης, είναι αν η ιδέα που έχουμε είναι ρεαλιστικά υλοποιήσιμη. Αν π.χ. θέλω μεν να κάνω κάτι καλό για το περιβάλλον αλλά στην περιοχή που μένω δεν υπάρχουν δημόσια μέσα μεταφοράς, τότε αναγκαστικά θα καταφύγω στο αυτοκίνητο. Τέλος, υπάρχει και ο οικονομικός παράγοντας, δεδομένου ότι πολλές φορές η φιλική προς το περιβάλλον συμπεριφορά κοστίζει κυριολεκτικά ακριβότερα.
¨Όπως επισημαίνει ο ψυχολόγος Μάρσελ Χούνεκε από το Πανεπιστήμιο του Ντόρτμουντ για την υιοθέτηση συμπεριφορών που συμβάλουν στην προστασία του περιβάλλοντος είναι σημαντικός ο συσχετισμός με άλλες θετικές εμπειρίες ή πλεονεκτήματα: για παράδειγμα, η σύνδεση της προστασίας του κλίματος με θετικές συνέπειες για την υγεία ή την ποιότητα ζωής. Έτσι πολλοί ψυχολόγοι εκτιμούν ότι μόνο μέσα από τη συνήθεια, σε προσωπικό αλλά και ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, μπορεί να αλλάξει κάτι προς θετική κατεύθυνση και για την προστασία εντέλει του πλανήτη που μας φιλοξενεί.
(Πηγή: Deutsche Welle)