Τα “πυρά” της προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος εξαπολύει η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, σχετικά με το γεγονός ότι «επιτρέπεται και φέτος στην Ελλάδα το κυνήγι παγκοσμίως απειλούμενων ειδών» με βάση τα προβλεπόμενα στηνέα Ρυθμιστική Απόφαση για τη θήρα.
«Για ακόμη μία χρονιά», αναφέρει η περιβαλλοντική οργάνωση «δεν μπορούμε πάρα να εκφράσουμε την αποδοκιμασία και απογοήτευσή μας για την υπογραφή του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με την οποία επιτρέπεται και φέτος στην Ελλάδα το κυνήγι παγκοσμίως απειλούμενων ειδών, ενώ είναι παντελώς ασαφές με ποιον τρόπο τεκμηριώνονται τα όρια κάρπωσης (δηλαδή ο αριθμός τον πουλιών που επιτρέπεται να θηρεύει ένας κυνηγός ανά ημέρα)».
«Απειλούμενα σε ευρωπαϊκό επίπεδο είδη πουλιών που περιλαμβάνονται στη φετινή λίστα των θηρεύσιμων στην Ελλάδα ειδών είναι η Σαρσέλα, το Σφυριχτάρι, η Ψαλίδα, η Καλημάνα και η Κοκκινότσιχλα, ενώ το Γκισάρι και το Τρυγόνι είναι παγκοσμίως απειλούμενα είδη. Πρόκειται δηλαδή για είδη που αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης, με τον πληθυσμό μάλιστα της Ψαλίδας στην Ελλάδα να έχει σχεδόν καταρρεύσει, με πολύ χαμηλούς πλέον αριθμούς να καταγράφονται κάθε χειμώνα», συμπληρώνεται.
Εδικά για το Τρυγόνι, επισημαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει προσωρινή παύση της θήρας του έως ότου ολοκληρωθεί σχετική επιστημονική μελέτη για την προσαρμοστική διαχείριση της κάρπωσης (adaptive harvest management) που να ορίζει τον αριθμό των Τρυγονιών τα οποία μπορεί να θηρευτούν χωρίς να προκαλείται περαιτέρω ζημιά στον πληθυσμό. Το ΥΠΕΝ όμως, καταγγέλλει η Ορνιθολογική εξακολουθεί να προτείνει τη θήρα 8 πουλιών ανά ημέρα και ανά κυνηγό.
«Αν και είναι άγνωστο και φέτος πως κατέληξε το ΥΠΕΝ σε αυτό το νούμερο, υπενθυμίζουμε πως με σχετικό Δελτίο Τύπου μετά την έκδοση της Ρυθμιστικής για το 2019-2020 το ΥΠΕΝ είχε εξαγγείλει ότι «θα προχωρήσει στην περαιτέρω επιστημονική τεκμηρίωση του θέματος με ανάθεση σχετικής ερευνητικής μελέτης», κάτι το οποίο δεν έχει υλοποιηθεί. Είναι απαραίτητο να αναφέρουμε επίσης ότι το Τρυγόνι στη χώρα μας πλήττεται πολύ σοβαρά και από την ανοιξιάτικη λαθροθηρία, η οποία λαμβάνει χώρα ανεξέλεγκτα στα νησιά του Ιονίου αλλά και στα δυτικά παράλια της χώρας», σημειώνεται.
Όπως καταγγέλλεται οι ημερομηνίες προσδιορισμού έναρξης και λήξης της θήρας φαίνεται να έχουν βασιστεί πλήρως σε σχετική «έρευνα – μελέτη» την οποία συνυπογράφουν «γνωστοί συνεργάτες κυνηγετικών οργανώσεων». «Παροιμιώδης» χαρακτηρίζεται και η επιμονή του Υπουργείου στη διατήρηση του συστήματος των κλιμακωτών ημερομηνιών, κατά παράβαση της διεθνούς, ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας, ενώ καταγγέλλεται εντόνως το γεγονός ότι το κυνήγι συνεχίζει να επιτρέπεται και φέτος εντός πολύ σημαντικών και ευαίσθητων περιοχών για τα πουλιά όπως αυτές εντός των Εθνικών Πάρκων Υγροτόπων Αμβρακικού και Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου.
«Μέχρι πότε, άραγε, θα συνεχίσει ο αρμόδιος Υπουργός να μην ανταποκρίνεται στον θεσμικό του ρόλο, αγνοώντας έγκριτα επιστημονικά στοιχεία και αψηφώντας τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας για την προστασία της βιοποικιλότητας;» διερωτάται η περιβαλλοντική οργάνωση η οποία καταλήγει ότι «ελπίζουμε αυτή να είναι η τελευταία φορά που χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε ώστε να ανταποκριθεί επιτέλους το Υπουργείο στο χρόνιο αίτημα της Κοινωνίας των Πολιτών για σαφή και επιστημονικά τεκμηριωμένη ρύθμιση του πεδίου της άσκησης θήρας στον ελληνικό χώρο».