Καταστρεπτικό για το περιβάλλον και τις προστατευόμενες περιοχές Natura θεωρούν το άρθρου 219 του νομοσχεδίου «Εκσυγχρονισμός, απλοποίηση και αναμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου των δημοσίων συμβάσεων, ειδικότερες ρυθμίσεις προμηθειών στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας και άλλες διατάξεις για την ανάπτυξη και τις υποδομές», 12 περιβαλλοντικές οργανώσεις που ζητούν την απόσυρση του.
Έχοντας συγκεντρώσει πάνω από 20.000 ηλεκτρονικές υπογραφές πολιτών που συνυπογράφουν το αίτημα τους, οι οργανώσεις ΑΝΙΜΑ, Αρκτούρος, ΑΡΧΕΛΩΝ, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Ελληνική ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ Εταιρεία, Εταιρία Προστασίας Πρεσπών, Καλλιστώ, Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης, Greenpeace, MΟm και WWF Ελλάς, αναφέρουν ότι «το άρθρο 219 του νομοσχεδίου, με το οποίο προβλέπεται η θεσμοθέτηση με προεδρικό διάταγμα “υπο-περιοχών προστασίας στις περιπτώσεις ήπιων αναπτυξιακών έργων” εντός προστατευόμενων περιοχών, είναι αντίθετο με την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των περιοχών του ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου Natura 2000 και πρέπει να αποσυρθεί».
Συγκεκριμένα οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι «η διάταξη αυτή είναι αντίθετη με το άρθρο 6 παρ. 1 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ το οποίο απαιτεί τη λήψη μέτρων διατήρησης που ανταποκρίνονται στις οικολογικές απαιτήσεις των προστατευόμενων οικοτόπων και ειδών και στους στόχους διατήρησής τους. Ο καθορισμός των “υπο-περιοχών” και του “προστατευτικού” τους καθεστώτος με βάση την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων, και όχι με οικολογικά κριτήρια, είναι σαφώς αντίθετος στην οδηγία. Με τη διαδικασία που εισάγει το άρθρο 219 του νομοσχεδίου, επενδυτικά σχέδια και συμφέροντα στην ουσία θα υπαγορεύουν και θα καθορίζουν το καθεστώς της “υπο-περιοχής”».
Η ανακοίνωση συνεχίζει αναφερόμενη στην, «δημιουργία ενός κατ’ εξαίρεση ad hoc καθεστώτος για ορισμένες “υπο-περιοχές” αγνοεί και έρχεται σε αντίθεση με την πρόσφατη καταδικαστική για τη χώρα μας απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ (υπόθεση C-849/2019), το οποίο έκρινε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να θεσμοθετήσει άμεσα τα απαιτούμενα μέτρα διατήρησης για τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 με συστηματικό τρόπο και σε συνάρτηση με τις οικολογικές απαιτήσεις οικοτόπων και ειδών».
Επιπλέον, όπως τονίζουν, «παρακάμπτει και ανατρέπει την προβλεπόμενη στο άρθρο 21 του ν. 1650/1986 διαδικασία για τη θεσμοθέτηση των προστατευόμενων περιοχών και τον καθορισμό χρήσεων γης και δραστηριοτήτων καθώς και τη διαδικασία του εν εξελίξει έργου για την εκπόνηση των ειδικών περιβαλλοντικών μελετών (ΕΠΜ) δημιουργώντας ένα de facto καθεστώς “υπο-περιοχών προστασίας” πέραν των προβλεπόμενων στο άρθρο 19 παρ. 4 του ν. 1650/1986 ζωνών».
Μάλιστα, σύμφωνα πάντα με τις οργανώσεις, «η πρόβλεψη ότι η ΕΠΜ που θα καταρτιστεί από τον επιχειρηματία που αναλαμβάνει την επένδυση και θα αφορά τη συγκεκριμένη υπο-περιοχή θα ληφθεί υποχρεωτικά υπόψη κατά τη διαδικασία κατάρτισης των ΕΠΜ οδηγεί σε αποσπασματική προσέγγιση και κατακερματισμό της περιοχής και δεν λαμβάνει υπόψη το σύνολο των προστατευτέων αντικειμένων και την ανάγκη για μια ολοκληρωμένη και συνεκτική προσέγγιση στη διαμόρφωση των απαιτούμενων μέτρων. Πρακτικά, η διάταξη αυτή προκρίνει την μελέτη του επενδυτή έναντι της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας».
Επιπλέον, «η πρόβλεψη της παραγράφου 3 έρχεται σε αντίθεση με την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία για την προστασία των περιοχών Natura, καθότι προκρίνει τον καθορισμό όρων προστασίας μέσω ειδικών πολεοδομικών σχεδίων, οι οποίοι ενσωματώνονται στα προεδρικά διατάγματα. Καταστρατηγείται με τον τρόπο αυτόν το ειδικό προστατευτικό καθεστώς των περιοχών.
Κατόπιν της πρόσφατης καταδικαστικής για τη χώρα μας απόφασης του Δικαστηρίου της ΕΕ για μη συμμόρφωση με την οδηγία για τους οικοτόπους, κατέστη σαφές ότι δεν υπάρχει πλέον περιθώριο για ολιγωρία και καθυστερήσεις για τη λήψη των απαιτούμενων μέτρων σχετικά με την προστασία των περιοχών του δικτύου Natura. Ωστόσο, το άρθρο 219 του νομοσχεδίου καταδεικνύει ότι η χώρα μας δεν λαμβάνει σοβαρά υπόψη τόσο τις ενωσιακές της υποχρεώσεις της όσο και την άμεση και επείγουσα ανάγκη για την προστασία των σημαντικών και ευαίσθητων οικοτόπων και ειδών».
Η επιστολή διαμαρτυρίας καταλήγει με κάλεσμα στη Βουλή των Ελλήνων, καθώς και τους αρμόδιους υπουργούς «να προασπίσουν το μόνο πραγματικό δημόσιο συμφέρον: την υγεία ανθρώπων και πλανήτη, όπως αυτή διασφαλίζεται μόνο μέσα από τη συνεπή προφύλαξη των προστατευόμενων περιοχών και του φυσικού περιβάλλοντος μαζί με αποτελεσματική αναχαίτιση της περιβαλλοντικής και κλιματικής κρίσης».