Αναποτελεσματική κρίνει την συνήθεια των πλούσιων χωρών να «πετάνε λεφτά» σε προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας, μια έκθεση του φιλανθρωπικού δικτύου Third World Network.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα του BBC, πρόκειται για μια μελέτη για τις παγκόσμιες οικονομικές πολιτικές αντιμετώπισης του προβλήματος βιοποικιλότητας του πλανήτη πουσκιαγραφεί πώς το τρέχον μοντέλο με το οποίο ρέει το χρήμα από πλούσια, ανεπτυγμένα έθνη σε προγράμματα ενίσχυσης και προστασίας της φύσης σε φτωχότερα έθνη μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα.
Η έκθεση ζητά “μια βαθιά αναδιοργάνωση της παγκόσμιας μετα-πανδημικής οικονομίας για την πρόληψη περαιτέρω βλάβης στον πλανήτη”.Αυτό που συνιστά ουσιαστικά είναι μια “αλλαγή σε ολόκληρο το οικονομικό μας μοντέλο” και ηδιαγραφή των χρεών των φτωχότερων, μεπερισσότερη βιοποικιλότητα χωρών θα ήταν ένα καλό σημείο για να ξεκινήσουμε, προσθέτει.
Οι ανεπτυγμένες χώρες στον παγκόσμιο βορρά πρέπει να πληρώσουν για τα “τεράστια οικολογικά χρέη (των φτωχότερων)”, δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ Patrick Bigger από το Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ. “Χρειάζεται να υπάρξει πληρωμή χωρίς δεμεύσεις σε αυτές τις χώρες”, δήλωσε ο Δρ Bigger. “Διαφορετικά, συνεχίζουμε να σκάβουμε αυτήν την τρύπα και προσπαθούμε να γεμίσουμε την τρύπα με χρήματα”.
Οι επενδύσεις σε δραστηριότητες όπως η γεωργία μεγάλης κλίμακας και η εξόρυξη πόρων, επισημαίνει η μελέτη, συνεχίζουν να οδηγούν στην καταστροφή των φυσικών οικοτόπων. Το χάσμα, λένε οι ερευνητές, “μεταξύ εκείνων που ζουν με τις περιβαλλοντικές συνέπειες της εξόρυξης [πόρων] και εκείνων που επωφελούνται από τη χρηματοδότηση αυτών των εξελίξεων”, διευρύνεται. “Το 2019, 50 από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου χορήγησαν δάνεια άνω των 2,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε βιομηχανίες που είναι γνωστό ότι είναι οι κινητήριες δυνάμεις της απώλειας βιοποικιλότητας, ποσό που ισοδυναμεί με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν του Καναδά”, αναφέρει η έκθεση.
Υπάρχουν ορισμένα διεθνή προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί για την προστασία της φύσης που η παρούσα έκθεση θεωρεί “αναποτελεσματικά και υποχρηματοδοτούμενα”. Συγκεκριμένα αναφέρεται σε ένα πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών που έχει σχεδιαστεί για να πληρώνει κοινότητες που ζουν σε δάση με μεγάλη βιοποικιλότητα για «δράσεις που αποτρέπουν την απώλεια ή την υποβάθμιση των δασών». Ουσιαστικά, πληρώνει με πιστώσεις αυτές τις κοινότητες για δραστηριότητες που προστατεύουν το δάσος.
Αυτό το πρόγραμμαχορήγησε περίπου 160 εκατομμύρια δολάρια το 2019. “Αν και αυτό μπορεί να ακούγεται σαν μεγάλο νούμερο, είναι πολύ μικρότερο από τη μηνιαία αύξηση της περιουσίας του Jeff Bezos από την αρχή της πανδημίας Covid-19”, δήλωσε ο Δρ Bigger.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα αυτά τα σχεδιασμένα με βάση τις ανάγκες της αγοράς προγράμματα μπορούν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό. Όπως στην περίπτωση ενός προγράμματος στην Κόστα Ρίκα, το οποίο είχε σχεδιαστεί για να ενθαρρύνει τη φύτευση δένδρων, πουαποκαλύφθηκε ότι είχε επιδοτήσει την εμπορική δασοκομία, με αποτέλεσμα την δημιουργία περισσότερων δασώνμονοκαλλιέργειας ενός καινούργιου μη ιθαγενούς είδους δέντρου που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ξύλινων παλετών.
“Χρειαζόμαστε μια ευρύτερη επανεξέταση του ζητήματος το πώς οι νόμοι της αγοράςανοίγουν τον δρόμογια την έκτη μαζική εξαφάνιση”, δήλωσε η Δρ Jessica Dempsey από το Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας του Καναδά, ερευνήτρια που συμμετείχε στην συγγραφή της έκθεσης. «Πρέπει να ρίξουμε μια ματιά σε πράγματα όπως οι φορολογικές πολιτικές και περί πνευματικής ιδιοκτησίας, και ακόμη και ολόκληρες ιδέες που καθοδηγούν τον τρόπο λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας – όπως τι σημαίνει για τις κυβερνήσεις να είναι ‘οικονομικά υπεύθυνες’ όταν η λιτότητα έχει τόσο κακή παράδοση στην επίτευξη καλών περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων».